Ο 93χρονος Λουτφί επιθυμούσε, προτού κλείσει τα μάτια του, να επιστρέψει στη γενέθλια γη του, στις “ρίζες” του, όπως έλεγε, στο χωριό Λευκοθέα Κοζάνης. Ήταν μόλις οχτώ ετών, όταν έφυγε από το χωριό μαζί με την οικογένειά του, γύρω στο 1923-1924, και εγκαταστάθηκε στην Τουρκία, λόγω της ανταλλαγής των πληθυσμών στο πλαίσιο της Συνθήκης της Λωζάνης.
Η “φλόγα” της αγάπης, ωστόσο, για τη γη που τον “γέννησε”, αλλά και η νοσταλγία ποτέ δεν έσβησαν από την ψυχή του κι έτσι, παρά την προχωρημένη ηλικία του, έπεισε τα παιδιά του να τον φέρουν στην Ελλάδα για να δει το χωριό του για τελευταία, όπως έμελλε, φορά.
Ήταν στις αρχές του περασμένο φθινοπώρου, όταν ο 93χρονος αντίκρισε και πάλι ό,τι είχε απομείνει από το σπίτι του, ξεσπώντας σε λυγμούς και αρνούμενος να φύγει. “Αφήστε με εδώ, εδώ θα μείνω” έλεγε συνέχεια στα παιδιά του, τα οποία κατάφεραν με χίλια ζόρια να τον πείσουν να επιστρέψει στην Τουρκία, όπου το επόμενο πρωί ξεψύχησε, έχοντας, ωστόσο, εκπληρώσει τη μεγαλύτερη επιθυμία του.
Η περίπτωση του Λουτφί δεν είναι, όμως, η μοναδική, αφού τα τελευταία χρόνια αυξάνεται συνεχώς στην περιοχή ο αριθμός των επισκεπτών από την Τουρκία, απογόνων των Βαλαάδων- δηλαδή των ελληνόφωνων μουσουλμάνων της περιοχής της Νεάπολης Βοΐου (δήμος Βοΐου) και των Γρεβενών, που με την ανταλλαγή των πληθυσμών βρέθηκαν στην Τουρκία και εγκαταστάθηκαν σε περιοχές γύρω από την Κωνσταντινούπολη, όπως η Τσατάλτσα και ο δήμος Μπουγιούκ Τσεκμετζέ.
“Αυτοί (οι απόγονοι τους) νιώθουν, όπως εμείς, όταν πηγαίνουμε στα μέρη τους, παίρνουν σακούλες με χώμα, τα βάζουν στα μνήματα των γονιών τους. Θέλουν να βρισκόμαστε. Σε κάποιες συζητήσεις που είχαμε, λένε ‘οι παππούδες μας ζούσαν μαζί στις χαρές και τις λύπες'” δήλωσε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αντιπρόεδρος της Βοϊακής Εστίας Θεσσαλονίκης Κώστας Τσώνης, ο οποίος και μας αφηγήθηκε την περίπτωση του Λουτφί.
Μάλιστα, η Βοϊακή Εστία έχει μια αμφίδρομη σχέση και επικοινωνία με τον δήμο του Μπουγιούκ Τσεκμετζέ (παραθαλάσσιο προάστιο της Κωνσταντινούπολης), στον οποίο, σύμφωνα με στοιχεία, “ανήκουν οικισμοί που είχαν πριν το 1923 πολυπληθές ελληνικό στοιχείο, όπως ο Αθύρας (Μπουγιούκ Τσεκμετζέ), η Καλλικράτεια (Μιμάρ Σινάν), οι Επιβάτες (Σελίμ Πασά), τα Πλάγια (Τεπετζίκ), αλλά και πόλεις όπως η Τσατάλτζα. Οι Έλληνες που κατοικούσαν στους οικισμούς αυτούς μεταφέρθηκαν το 1923, με την ανταλλαγή των πληθυσμών, στους αντίστοιχους νέους οικισμούς της παραλίας του Θερμαϊκού κόλπου Νέα Καλλικράτεια, Νέους Επιβάτες, Νέα Πλάγια κ.ά”..
Τον Νοέμβριο του 2014, ο δήμαρχος του Μπουγιούκ Τσεκμετζέ Χασάν Ακγιούν, ανταποκρινόμενος στην πρόσκληση της Βοϊακής Εστίας επισκέφτηκε τη Θεσσαλονίκη και το Βόιο.
“Ο δήμαρχος, συνοδευόμενος από 4μελή αντιπροσωπεία, ανταπέδωσε τις επισκέψεις τόσο της Βοϊακής Εστίας όσο και του Δήμου Βοΐου στον Δήμο του, όπου ζουν 35.000 απόγονοι των ανταλλαγέντων, με καταγωγή, οι περισσότεροι, από τα χωριά του Βοΐου” αναφέρεται -μεταξύ άλλων- σε σχετική ανακοίνωση του Δήμου Βοΐου.
Στη συνάντηση με τον δήμαρχο Βοΐου Δημήτριο Λαμπρόπουλο επιβεβαιώθηκε το ενδιαφέρον και των δύο πλευρών για συνεργασία σε όλα τα επίπεδα εμπορικών, τουριστικών και πολιτιστικών ανταλλαγών.
Όπως δήλωσε ο δήμαρχος του Μπουγιούκ Τσεκμετζέ, με την επίσκεψη αυτή, τίμησε τον τόπο καταγωγής των ανταλλαγέντων δημοτών του που κατάγονται από το Βόιο. Μαζί του στην αποστολή ήταν και ο πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του Μπουγιούκ Τσεκμετζέ, ενός δήμου με 300.000 πληθυσμό, ο Αλή Μπαϊράμ, με καταγωγή από την Ασπρούλα Βοΐου (Βελίστ).
Ο τάφος του Νεσάτ Πασά και η ανάδειξη των μνημείων της οθωμανικής περιόδου
Οι δύο δήμοι εντείνουν τη συνεργασία τους και σ’ αυτό το πλαίσιο ο Δήμος Βοΐου σκοπεύει να αναδείξει περαιτέρω τα μνημεία της οθωμανικής περιόδου. Ένα απ’ αυτά είναι και ο τάφος του Νεσάτ Πασά, το μιζάρι (μνήμα), όπως εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο αντιδήμαρχος Αγροτικής Ανάπτυξης του δήμου Ανδρέας Κορδίστας.
Κάθε χρόνο, αρκετοί είναι οι επισκέπτες από την Τουρκία, φαινόμενο που την τελευταία δεκαετία κάνει συχνότερα την εμφάνισή του. Σύμφωνα με τον κ. Κορδίστα, εκατοντάδες επισκέπτες από την Τουρκία μεταβαίνουν στο Βόιο για να δουν τον τάφο του Νεσάτ Πασά, που κατά τις ιστορικές πηγές, ήταν στρατιωτικός διοικητής σεβαστός και γενικής αποδοχής.
“Λίγο πριν από τον θάνατό του, ο Νεσάτ Πασάς ζήτησε ως χάρη να μην τον θάψουν στα τουρκικά νεκροταφεία, που βρίσκονταν σε μία έκταση 10 περίπου στρεμμάτων στην έξοδο της Νεάπολης και προς την κατεύθυνση της Βελανιδιάς, αλλά στο παρά την είσοδό της ύψωμα, αριστερά καθώς ερχόμαστε από την Κοζάνη. Εκεί πράγματι ετάφη ο Νεσάτ Πασάς και το μέρος εκείνο λεγόταν ‘τον Πασά το μιζάρι’, δηλαδή το μνήμα του Πασά” αναφέρεται σε σχετικό ενημερωτικό υλικό του Δήμου.
Το ταφικό μνημείο, επειδή βρισκόταν σε ιδιωτικό χώρο, απομακρύνθηκε και μεταφέρθηκε σε άλλη έκταση και ο Δήμος βρίσκεται σε διαδικασία επανατοποθέτησής του (με μελέτη) σε άλλο σημείο, ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Χρήστος Λυσσαρίδης.
Η προσπάθεια ανάδειξής του έχει ξεκινήσει εδώ και τρία χρόνια. “Το τοποθετήσαμε σε ένα σημείο προσβάσιμο για τα γκρουπ (των επισκεπτών) από την Τουρκία, που έρχονται την περίοδο της άνοιξης και του καλοκαιριού” είπε ο κ. Λυσσαρίδης.
Εκτός του ταφικού μνημείου, ένα άλλο κτίριο στο κέντρο της Νεάπολης (η πρώην εφορία) που ήταν τζαμί και διατηρεί στο εξωτερικό του στοιχεία της συγκεκριμένης αρχιτεκτονικής, κεντρίζει το ενδιαφέρον του Δήμου, που επιχειρεί να πάρει την κυριότητα του συγκεκριμένου κτιρίου ώστε να το συμπεριλάβει στα σημεία ενδιαφέροντος των επισκεπτών της περιοχής.
Ε. Σοφιανού (ΑΠΕ – ΜΠΕ)