Πόσα δισ. ευρώ αξίζουν σήμερα οι 13,5 εκατ. χρυσές λίρες του κατοχικού δανείου
– Η αλήθεια για τις γερμανικές αποζημιώσεις
Ποιες οι έντονες ανησυχίες του Βερολίνου και του Σόιμπλε για τις γερμανικές αποζημιώσεις; Πόσο αξίζουν σήμερα οι 13,5 εκ. χρυσές λίρες;
Μπορεί το Βερολίνο να «το παίζει» παγερά αδιάφορο και να απορρίπτει κάθε συζήτηση για αποζημιώσεις, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν ανησυχεί για τις συνέπειες ενδεχόμενου αιτήματος.
Σφοδρή ήταν η αντίδραση του υπουργού Οικονομικών της Γερμανίας, Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που ξεκαθάρισε ότι δεν υπάρχει «καμία ελπίδα» στο θέμα και «το ζήτημα αυτό έχει ξεκαθαριστεί από καιρό».
«Πολύ πιο σημαντικό από το να οδηγούνται οι άνθρωποι στην Ελλάδα σε εσφαλμένη κατεύθυνση, θα ήταν να τους εξηγήσει και να τους διαφωτίσει κανείς σχετικώς με τον δρόμο προς τις μεταρρυθμίσεις και να τους συνοδεύσει σε αυτή την πορεία» είπε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε που χαρακτήρισε ανεύθυνες τις δηλώσεις περί διεκδίκησηςαποζημιώσεων.
Πίσω όμως από το προληπτικό «άδειασμα» της Αθήνας, κυριαρχεί ο γυμνός φόβος.
Κι αυτός οφείλεται σε τρεις παράγοντες.
– Ο πρώτος είναι ότι τυχόν αξιώσεις για αποζημιώσεις θα ανέτρεπαν την ευρωπαϊκή ατζέντα σε μια στιγμή που το Βερολίνο θέλει να επικεντρώσει όλες τις δυνάμεις στην επιτυχία των προγραμμάτων σταθερότητας και λιτότητας.
– Ο δεύτερος είναι ότι οι αξιώσεις θα άνοιγαν αυτόματα την όρεξη και πολλών άλλων χωρών, καθώς, όπως είχε πει και πράσινος πολιτικός η Γερμανία ήταν σε εμπόλεμη κατάσταση με 53 χώρες στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και αν εξαναγκαζόταν σε πληρωμές, αυτό θα ήταν η αιώνια χρεοκοπία της.
– Και ο τρίτος παράγοντας είναι η «συνεπής» ασυνέπεια της ελληνικής κυβέρνησης. Οι γερμανοί πολιτικοί, έχοντας πλήρη εικόνα της αδυναμίας της, σουφρώνουν με περιφρόνηση τα χείλη τους όταν μιλούν για αυτήν, από την άλλη όμως δεν αισθάνονται ποτέ σίγουροι μαζί της.
Αποτέλεσμα είναι να έχουν διαμορφωθεί δύο αντιθετικοί πόλοι στη Γερμανία. Ο ένας εκπροσωπείται από την Αριστερά και τάσσεται υπέρ της χωρίς όρους αναγνώρισης των ελληνικών αξιώσεων και της καταβολής «λογικών» αποζημιώσεων.
Ο άλλος, που είναι και ισχυρότερος, στον οποίο συμμετέχουν τόσο τα κυβερνητικά κόμματα όσο και εκείνα της αντιπολίτευσης, θεωρεί το ζήτημα νομικά αστήρικτο και πολιτικά λήξαν και θέλει να το παρακάμψει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα. Το ζήτημα, όπως αναγνωρίζουν πολλοί γερμανοί πολιτικοί υπάρχει. Κι αυτό δίνει στον φόβο τους ρεαλιστικό υπόστρωμα.
Μέτωπο κατά της Γερμανίας για το χρέος προς την Ελλάδα
Στη δημιουργία πρωτόγνωρου μετώπου στην Ελλάδα με την προσδοκία διεκδίκησης διά της νομικής οδού «όσων μας χρωστούν οι Γερμανοί» από τον Πόλεμο, καθώς και στην αντίδραση, με προφανή διάθεση απαξίωσης των ελληνικών συμφερόντων, του γερμανού υπουργού Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε οδήγησε το δημοσίευμα του Βήματος για την απόρρητη έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους που αφορά τις γερμανικές αποζημιώσεις.
Το καινούριο στοιχείο είναι ότι στην απόρρητη έκθεση αναφέρεται ρητά ότι η Γερμανία πήρε από την Ελλάδα 13,5 εκατομμύρια χρυσές λίρες με τη δέσμευση ότι «θα τα επιστρέψει μετά το τέλος του πολέμου». Το ποσό αυτό δεν επιστράφηκε ποτέ ενώ στα 79 χρόνια που έχουν περάσει οι τόκοι έχουν εκτοξεύσει την οφειλή στα 60-70 δισ. ευρώ.
Το ρεπορτάζ της εφημερίδας για την ύπαρξη της έκθεσης των 80 σελίδων η οποία παραδόθηκε από τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών κ. Χρήστο Σταϊκούρα στον υπουργό Εξωτερικών κ. Δημήτρη Αβραμόπουλο, ο οποίος και την προώθησε στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, δημιούργησε ένα μεγάλο διεθνές ζήτημα.
Το πρώτο μέσο που αναμετέδωσε την είδηση ήταν η ηλεκτρονική έκδοση του γερμανικού περιοδικού «Der Spiegel», εμπλουτίζοντας μάλιστα το ρεπορτάζ με στοιχεία από το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών, για να ακολουθήσουν τα βρετανικά μέσα, με ιδιαίτερη έμφαση από τη συντηρητική «The Daily Telegraph», η οποία αφιέρωσε στην ιστοσελίδα της εκτενές ρεπορτάζ.
Σύμφωνα με το γερμανικό περιοδικό, το χρέος της Γερμανίας προς την Ελλάδα φτάνει τα 162 δισ. ευρώ: 108 δισ. ευρώ για την ανοικοδόμηση κατεστραμμένων υποδομών και 54 δισ. ευρώ (σ.σ. τόσο το υπολογίζουν οι γερμανοί) για το κατοχικό δάνειο που αναγκάστηκε να δώσει η ελληνική κυβέρνηση την περίοδο 1942 – 1944.
Μετά το «Der Spiegel», που αναδημοσίευσε το άρθρο, την Τρίτη και η «The Daily Telegraph» δημοσίευσε στην ηλεκτρονική της έκδοση κείμενο του Αμπροζ Εβανς-Πρίτσαρντ με τίτλο «Μεγάλες πολεμικές απαιτήσεις από την Ελλάδα κατά της Γερμανίας εκρήγνυνται σαν ωρολογιακή βόμβα», στο οποίο γίνεται εκτενής αναφορά στις πληροφορίες που έφερε στο φως «Το Βήμα» για το πόρισμα της επιτροπής εμπειρογνωμόνων που εξετάζει κατ’ εντολή του υπουργείου Οικονομικών πιθανή αξίωση καταβολής αποζημιώσεων από τη Γερμανία.
Το άρθρο φιγουράρει μάλιστα ανάμεσα στα δέκα πιο αναγνωσμένα κείμενα της εφημερίδας, ενώ έχει προκαλέσει και το ενδιαφέρον του κοινού, αφού κατέχει την πρώτη θέση των περισσότερο σχολιασμένων δημοσιευμάτων με πάνω από 1.200 σχόλια αναγνωστών, τα περισσότερα επικριτικά για τους Γερμανούς, αλλά και πολλά καυστικά σχόλια για τις ελληνικές διεκδικήσεις.
Το άρθρο της «The Daily Telegraph» σχολιάζει τη χρονική στιγμή κατά την οποία η ελληνική Πολιτεία επέλεξε να ρίξει φως στο συγκεκριμένo θέμα, ενώ αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η «έκθεση θα εκληφθεί από τους γερμανούς αξιωματούχους ως μία μορφή ηθικού εκβιασμού, καθώς συνεχίζονται οι σκληρές διαπραγματεύσεις για το πρόγραμμα που εφαρμόζεται στην Ελλάδα από την τρόικα».
Οι διαστάσεις του θέματος προκάλεσαν όπως είδαμε και νωρίτερα την αντίδραση του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αλλά και του υπουργού Εξωτερικών, Δημήτρη Αβραμόπουλου, ο οποίος ενημέρωσε τον Κάρολο Παπούλια λέγοντας ότι δεν μπορεί να υπάρξει κανένας συσχετισμός ανάμεσα στις μεταρρυθμίσεις που γίνονται στην Ελλάδα και στο ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων.
Με το μέτωπο κατά Σόιμπλε τάχθηκε όμως και το ΠΑΣΟΚ το οποίο δια της εκπροσώπου του, Φώφης Γεννηματά δήλωσε ότι η χώρα μας δεν πρόκειται να απεμπολήσει τα δικαιώματά της και ότι η ελληνική κυβέρνηση συγκεντρώνει στοιχεία, εργάζεται συστηματικά και θα ασκήσει τα δικαιώματά της όποτε το κρίνει αυτή.
Πόσο αξίζουν σήμερα οι 13,5 εκατομμύρια χρυσές λίρες
Η οφειλή της Γερμανίας από το «αναγκαστικό» δάνειο που υποχρεώθηκε να δώσει η Ελλάδα στα στρατεύματα κατοχής ήταν 13,5 εκατ. χρυσές λίρες που χαρακτηρίστηκαν «άτοκες πιστώσεις» με τη ρητή δέσμευση ότι θα επιστραφούν μετά το τέλος του πολέμου. Σήμερα, 79 χρόνια μετά, μαζί με τους τόκους, ανέρχεται σε 60-70 δισ. ευρώ.
«Δεν έχουν παραγραφεί οι ελληνικές αξιώσεις»
Την άποψη ότι δεν έχουν παραγραφεί οι ελληνικές αξιώσεις εκφράζει ο γερμανός καθηγητής Δημοσίου Δικαίου Νόρμαν Πέεχ, ο οποίος τονίζει επίσης ότι η συμφωνία του Λονδίνου ήταν ένα είδος μορατόριουμ για τα γερμανικά χρέη που δεν αναίρεσε, απλώς ανέβαλε την αποπληρωμή τους.
Θεωρεί ακόμη ότι η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να διακηρύξει δημόσια ότι οι ελληνικές αξιώσεις είναι θεμιτές και ότι θα πρέπει να γίνουν αντικείμενο διαπραγματεύσεων με το Βερολίνο. Έτσι θα μπορούσε να παρακάμψει και τη χρονοβόρα δικαστική οδό.
«Το 1953 είχε συμφωνηθεί στο Λονδίνο να τεθούν στο “ψυγείο” τέτοιες αξιώσεις ως τη μέρα που θα συνομολογηθεί ένα Σύμφωνο Ειρήνης. Ένα τέτοιο Σύμφωνο δεν υπήρξε ονομαστικά, αλλά η γενική άποψη είναι ότι το Σύμφωνο 2+4 που υπογράφηκε το 1990 από τα δύο τότε γερμανικά κράτη και τις νικήτριες δυνάμεις του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου (ΗΠΑ, Σοβιετική Ένωση, Βρετανία, Γαλλία) υπέχει ακριβώς θέση Συμφώνου Ειρήνης. Από τότε “αποψύχθηκαν” πάλι οι αξιώσεις. Και δεδομένου ότι ως σήμερα έχουν περάσει μόλις 23 χρόνια, οι αξιώσεις διατηρούν πλήρως την επικαιρότητά τους», τονίζει ο κ. Πέεχ ενώ στο ερώτημα αν ο δρόμος για την έγερση αξιώσεων παραμένει ανοιχτός για την Ελλάδα, απαντά:
«Αυτό είναι ένα δύσκολο ερώτημα. Όταν πρωτοτέθηκε το θέμα σε συνάρτηση με τις αξιώσεις των θυμάτων στο Δίστομο, η ελληνική κυβέρνηση αρνήθηκε να εκτελέσει τη θετική για τα θύματα απόφαση του δικαστηρίου και να κατάσχει γερμανικά περιουσιακά στοιχεία στην Ελλάδα. Το ίδιο έκανε για δεκαετίες σε πολιτικό επίπεδο και για τις άλλες αξιώσεις της.
Ενδιάμεσα, τα ανώτατα διεθνή δικαστήρια απεφάνθησαν πως το γερμανικό κράτος, λόγω της αρχής της ετεροδικίας, δεν μπορεί να εγκληθεί από αλλοδαπούς. Ο δρόμος αυτός έχει κλείσει λοιπόν οριστικά για τα θύματα. Το πρόβλημα έγινε έτσι τώρα αποκλειστικά πολιτικό. Το ερώτημα είναι μόνο αν η ελληνική κυβέρνηση θα τολμήσει υπό τις σημερινές συνθήκες να θέσει παρόμοια θέματα στο Βερολίνο».
iefimerida