Φεύγω. Αυτή τη στιγμή κάθομαι στο γραφείο μου, μπροστά από τις κορνίζες με τα πτυχία, και δεν μπορώ παρά να σκεφτώ “χαμένα χρόνια, χαμένα όνειρα, χαμένες ελπίδες”….
Μέσα σε 13 μήνες ανεργίας, τόσο γράφει το κοντέρ σήμερα, Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013, έχω βιώσει όλα τα δύσκολα συναισθήματα (λύπη, άγχος, απόγνωση, απελπισία, παραίτηση, και κάποια ακόμα που δεν θέλω να γράψω γιατί μάλλον δεν είμαι και πολύ περήφανος που τα αισθάνθηκα…), έχω ανακαλύψει ότι φιλία δεν υπάρχει και συνειδητοποίησα ότι αυτή η χώρα δεν με θέλει. Δεν είμαι άχρηστος, αλλά μετά από τόσα χρόνια δουλειάς και σπουδών, η χώρα μου με έκανε να αισθάνομαι άχρηστος. Η χώρα μου, για την οποία πήγα στρατιώτης στον Έβρο, στην οποία πληρώνω ανελιπώς τους φόρους μου και πάντα την τίμησα και την τιμώ, δεν με θέλει! Οι πολιτικοί μας θα προτιμούσαν αύριο να πέθαινα, έτσι θα είχαν ένα πρόβλημα λιγότερο για να τα κάνουν χάλια… Και να φανταστείτε τα έκανα όλα σωστά, by the book που λένε…
Το αποφάσισα, φεύγω! Δεν θα κοιτάξω πίσω ούτε λεπτό, κι ας μην έχω τίποτα σίγουρο και χειροπιαστό εκεί που πάω, θα ψάξω την ελπίδα εκεί, εδώ δεν υπάρχει τίποτα… Τι καλά που δεν έχω παιδιά λέω, πώς θα έφευγα αν είχα; Εγώ ήθελα όμως να κάνω παιδιά, πολλά, αλλά η χώρα μου τα φορολογεί κι εγώ είμαι άνεργος, ευτυχώς λοιπόν που βοηθώ στην υπογεννητικότητα της όμορφης χώρας μας, γιατί αλλιώς ούτε να το σκέφτομαι δεν θα ήθελα…
Ρε Ελλάδα, εδώ θέλω να μείνω, να προκόψω και να προχωρήσω τη ζωή μου, να κάνω οικογένεια και να προσφέρω στο διπλανό μου, να βοηθήσω στο μέτρο που μπορώ να ξαναγίνεις μεγάλη, φωτεινή και δυνατή, να ονειρευτώ πάλι στις παραλίες σου, να αγαντέψω το γαλάζιο σου από ένα μπαλκόνι στο Αιγαίο, να σε καμαρώσω για τα παιδιά σου που μπορούν τα πάντα, να βάλω και τη δικιά μου υπογραφή στο συμβόλαιό σου με το Θεό, που από μικρός μου έλεγαν ότι ειναι Έλληνας – γιατί με διώχνεις;
Κώστας Βαλσαμάκης , 35 χρ. , Αττική