του Αντιπεριφερειάρχη Αγροτικής Ανάπτυξης Κωνσταντίνου Καναβού
Ζώντας τα περισσότερα χρόνια της ζωής μου, σε έναν απομακρυσμένο νομό της Δυτικής Μακεδονίας, τον Νομό Γρεβενών και βιώνοντας από κοντά, τα προβλήματα και την αγωνία, όχι μόνο του αγροτικού και κτηνοτροφικού κόσμου, αλλά και όλων των κατοίκων της υπαίθρου, έχω την πρόθεση και την ευαισθησία, να στηρίξω με όλες μου τις δυνάμεις, τους αγρότες και τους κτηνοτρόφους της περιφέρειας.
Αναλαμβάνοντας τα νέα μου καθήκοντα, ενημερώθηκα και ενημερώνομαι από τους συνεργάτες μου, για τα δεδομένα που θα προκύψουν από την επόμενη χρονιά, με τη ΝΕΑ ΚΑΠ και το νέο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης.
Σ΄ αυτή την κατεύθυνση ήταν εξάλλου και οι προγραμματικές μας θέσεις που διατυπώσαμε με το πρόγραμμα μας, κατά την προεκλογική περίοδο σε συνεργασία με τον επικεφαλής του συνδυασμού και σημερινό περιφερειάρχη, Θεόδωρο Καρυπίδη και μια ομάδα έμπειρων γεωτεχνικών.
Με λύπη μου το λέω και αποτελεί κοινή διαπίστωση όλων, ότι τα προβλήματα του αγροτικού και κτηνοτροφικού κόσμου είναι πολλά και μεγάλα. Είναι όλα αυτά που ταλανίζουν τους αγρότες εδώ και δεκαετίες περιμένοντας μια λύση που δεν έρχεται από πουθενά και είναι και τα σημερινά προβλήματα που προέκυψαν ως απόρροια των άτολμων κυβερνητικών επιλογών και της οικονομικής κρίσης, που μαστίζει τη χώρα μας τα τελευταία χρόνια.
Το σοβαρότερο όμως πρόβλημα, και γι αυτό το αναφέρω ως πρώτο, έχει να κάνει με την αποδιάρθρωση του κοινωνικού ιστού της υπαίθρου και των χωριών και της αντίστοιχης αποδιάρθρωσης του παραγωγικού ιστού. Η συμμετοχή των αγροτών – κτηνοτρόφων στο συνολικό εργατικό δυναμικό της χώρας τα τελευταία τριάντα χρόνια μειώθηκε κατακόρυφα σε απογοητευτικά ποσοστά.
Οι αγροτικοί συνεταιρισμοί που για χρόνια στήριξαν την αγροτική παραγωγή και το εισόδημα των παραγωγών έχουν διαλυθεί, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων που αποτελούν και τα φωτεινά παραδείγματα, χωρίς να διαφαίνονται δυστυχώς κάποια ίχνη διάθεσης συνεργασίας, ως αποτέλεσμα του εναγκαλισμού των εκάστοτε κυβερνήσεων με το λεγόμενο συνεταιριστικό – συνδικαλιστικό κίνημα.
Η παραγωγή προϊόντων είναι σε αναντιστοιχία με την αγορά.
Οι υποδομές από ανύπαρκτες έως ελάχιστες. Ιδιαίτερα στον κτηνοτροφικό τομέα. Ως αποκορύφωμα της ελλιπούς στρατηγικής σ’ αυτό τον τομέα είναι το πρόβλημα που προέκυψε πρόσφατα με τη διαχείριση των βοσκοτόπων. Το πρόβλημα όμως δεν είναι σημερινό, είναι παλιό και συνοψίζεται σε δύο βασικές παραλήψεις του ελληνικού κράτους. Στην έλλειψη περιουσιολογίου και στην έλλειψη κτηματολογίου-δασολογίου.
Το κόστος παραγωγής σε όλα τα προϊόντα είναι τόσο υψηλό, σε σημείο που να καθιστά έως και απαγορευτική την παραγωγή. Η είσοδος νέων χωρών στην παγκόσμια αγορά καθιστά ίσως κάποιες από τις καλλιέργειες μας, μη βιώσιμες.
Όμως δεν πρέπει να σταθούμε στα προβλήματα με μεμψιμοιρία και πεσιμισμό . Ο λαός της Δυτικής Μακεδονίας μας όρισε, για τα επόμενα πέντε χρόνια, να προσπαθήσουμε όλοι μαζί, ο αρμόδιος Αντιπεριφερειάρχης, ο εντεταλμένος σύμβουλος, ο ίδιος ο Περιφερειάρχης με τον οποίο θέσαμε τους στόχους και τη στρατηγική μας, αλλά και ολόκληρο το Περιφερειακό Συμβούλιο, να βγάλουμε τον τόπο μας από την υπανάπτυξη με αιχμή την πρωτογενή παραγωγή. Εξάλλου η περιφέρειά μας είναι κατεξοχήν αγροτική, τόσο ως προς την ύπαρξη διαθέσιμων φυσικών πόρων, όσο και ως προς το ποσοστό απασχόλησης των κατοίκων.
Η Δυτική Μακεδονία έχει το προνόμιο να διαθέτει ιδιαίτερους φυσικούς και κλιματικούς παράγοντες σε σχέση με την υπόλοιπη χώρα, που την καθιστά μοναδική για την παραγωγή ορισμένων παραδοσιακών και μάλιστα ποιοτικών αγροτικών προϊόντων.
Εδώ παράγονται τα πιο ποιοτικά οπωροκηπευτικά προϊόντα, με κύριους εκπροσώπους τα μήλα ΠΟΠ Καστοριάς και Κοζάνης και τα ροδάκινα ΠΟΠ Βελβεντού.
Τα εξαιρετικής ποιότητας φασόλια (Καστοριάς, Πρεσπών και Σισανίου) λόγω του υψόμετρου και του ιδιαίτερου μικροκλίματος που επικρατεί σε κάθε σπιθαμή της γης, καθώς επίσης και η πατάτα Φλώρινας, Καστοριάς, Πολύμύλου και Καστανιάς Κοζάνης. Τά περιζήτητα μανιτάρια μας που δυστυχώς ακόμη να φτιάξουμε ένα θεσμικό πλαίσιο πιστοποίησης του προϊόντος.
Ιδιαίτερη σημασία όμως έχουν τα πρωτογενή κτηνοτροφικά προϊόντα (γάλα και κρέας) και τα μεταποιημένα ΠΟΠ προϊόντα (τυρί φέτα, μπάτζιος, ανεβατό, κεφαλογραβιέρα και μανούρι). Για τα οποία όμως απαιτείται στήριξη τόσο από μας ως περιφερειακή αρχή, όσο και από το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και τροφίμων.
Σε ορισμένες περιοχές ακόμα, παράγονται εξαιρετικά κρασιά με πραγματικούς όρους ποιότητας που προσδιορίζεται και από την πιστοποίηση αυτών (Σιάτιστας, Αμυνταίου, Βελβεντού).
Στόχος και συγχρόνως δέσμευσή μας αποτελεί η στήριξη όλων αυτών των προϊόντων η βιώσιμη και οικονομική συνέχιση της λειτουργίας των αγροτικών και κτηνοτροφικών εκμεταλλεύσεων.
Θα προσπαθήσουμε να θέσουμε τις προϋποθέσεις για την προσέλκυση νέων ανθρώπων, με τη δημιουργία δομών επικοινωνίας, κατάρτισης, τεχνικής στήριξης, χρηματοδοτικών εργαλείων, προώθησης της παραγωγής τους, αλλά κυρίως της οργάνωσης αυτών σε συλλογικότητες (ομάδες παραγωγών).
Με βασικό εργαλείο τη νέα ΚΑΠ και το νέο πρόγραμμα αγροτικής ανάπτυξης, αλλά και με τη συνδρομή όλων των παραγωγών πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε.
Γνωρίζουμε τέλος ότι εκτός από τη παραγωγή προϊόντων, το εισόδημα και την οικονομική ανάπτυξη, προέχει ο παράγοντας άνθρωπος και η παραμονή του στην ύπαιθρο. Η ποιότητα της ζωής των κατοίκων της υπαίθρου αποτελεί για μας ίση προτεραιότητα με τα παραπάνω.
Είμαι σίγουρος ότι με την κινητοποίηση όλων των κατοίκων, των υπηρεσιακών παραγόντων και των φορέων που σχετίζονται με την αγροτική ανάπτυξη και την ανασυγκρότηση της υπαίθρου, θα τα καταφέρουμε.
Κλείνοντας ένα μήνυμα προς τους άμεσους συνεργάτες μας, τους υπηρεσιακούς παράγοντες, γενικούς διευθυντές, διευθυντές, τμηματάρχες, όλους τους υπαλλήλους.
Να μην αποτελέσει δικαιολογία χαλάρωσης, τα άδικα οικονομικά μέτρα που υφίστανται.
Η ανάπτυξη θα έλθει μόνο από εμάς τους ίδιους, και το μέλλον θα είναι καλύτερο, αν σχεδιαστεί σωστά, χωρίς τις παθογένειες του παρελθόντος.
Κωνσταντίνος Καναβός