Χρησιμοποιώντας την χιλιοειπωμένη και άνευ αξίας πλέον φράση «η λειτουργία μίας ακόμα λιγνιτικής μονάδας στην Ελλάδα, θα επιβαρύνει τους Έλληνες καταναλωτές και την οικονομία» οι οργανώσεις (με το σεγκόντο αυτή τη φορά και Γερμανικών ΜΚΟ), καταβάλουν απέλπιδα προσπάθεια να πείσουν ότι «ο λιγνίτης παγιδεύει το ενεργειακό μέλλον».
Την ίδια ώρα επιλέγουν να κλείνουν επιδεκτικά τα μάτια τους στην πραγματικότητα που δεν είναι άλλη από το γεγονός ότι τουλάχιστον κατά 150% θα ακριβύνει το ηλεκτρικό ρεύμα για οικιακούς καταναλωτές και τις επιχειρήσεις στην Ελλάδα εάν υιοθετηθούν οι προτάσεις των WWF Ελλάς και της Greenpeace για «εγκατάλειψη» της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής και μονομερή στροφή προς τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας.
Ήδη στη σημερινή εποχή, την εποχή της οικονομικής κρίσης οι, «εγγυημένες τιμές» και οι χωρίς κανένα επιχειρηματικό ρίσκο τιμές ρεύματος από ΑΠΕ είναι μέχρι και 350% πάνω από τις τιμές ρεύματος που πληρώνει ένας μέσος οικιακός καταναλωτής στην Ελλάδα.
Και όλα αυτά χωρίς να συνυπολογισθεί ο τεράστιος οικονομικός και εθνικός κίνδυνος του να υπάρξουν παρατεταμένα black-out από ένα μονομερή προσανατολισμό στις ΑΠΕ και «εγκατάλειψη» του «εθνικού πλούτου/ καυσίμου», δηλαδή του λιγνίτη που -ανεξαρτήτως οποιουδήποτε ισχυρισμού- είναι αποδεδειγμένα «ο πιο σίγουρος και πιο μεγάλος πλούτος της Ελλάδας».
Οι εν λόγω παρατηρήσεις/επισημάνσεις εγείρονται από τον ΣΠΑΡΤΑΚΟ εντελώς αυθόρμητα και άκρως δικαιολογημένα, στο άκουσμα των πρωτοφανών αντιαναπτυξιακών, αντικοινωνικών και προκλητικών απόψεων των WWF Ελλάς και της Greenpeace. Εξάλλου είναι προφανές ότι στην ευθεία «επίθεση» που εξαπολύουν κατά της μεγαλύτερης αναπτυξιακής επένδυσης που σχεδιάζεται στη χώρα από τη ΔΕΗ (μιας υπερσύγχρονης δηλαδή λιγνιτικής μονάδας αντιρρυπαντικής τεχνολογίας) διατυπώνονται απόψεις που όχι μόνο πλήρως ανακριβείς και ατεκμηρίωτες είναι, αλλά και δημιουργούν εύλογα ερωτήματα για τις «σκοπιμότητες» που μπορεί να εξυπηρετούν.
Πολύ δε περισσότερο όταν επιδιώκεται ο «τορπιλισμός της χρηματοδότησης» μιας τεράστιας επένδυσης η οποία τυγχάνει και η μεγαλύτερη επένδυση την τελευταία εικοσαετία. Μία επένδυση η οποία θα εξασφαλίσει:
Φθηνό ρεύμα σε εκατοντάδες χιλιάδες νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε περίοδο παρατεταμένης κρίσης.
Μεγάλες αναπτυξιακές επενδύσεις με μακροπρόθεσμες προοπτικές απασχόλησης σε τοπικό επίπεδο, σε μια περιοχή δηλαδή με ιδιαίτερα υψηλή ανεργία.
Αποτελεσματικότερη προστασία του Περιβάλλοντος κλπ.
Ο ισχυρισμός των Οργανώσεων: Κίνδυνοι για την ασφάλεια ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας… «Πώς μπορεί ένας γερμανικός τραπεζικός οργανισμός (σ.σ. δηλαδή η επενδυτική τράπεζα KfW) με πράσινο προφίλ να υποθηκεύσει το ενεργειακό μέλλον της Ελλάδας σε ένα μονοπάτι υπανάπτυξης για πολλές δεκαετίες;»
Η απάντηση του ΣΠΑΡΤΑΚΟΥ:
Όπως όλοι οι έλληνες γνωρίζουν, η αξιοποίηση των εγχώριων λιγνιτών υποκατέστησε τις ακριβές εισαγωγές πετρελαίου και στήριξε για δεκαετίες την εκβιομηχάνιση και οικονομική ανάπτυξη με τις χαμηλές τιμές ρεύματος.
Η υλοποίηση της μεγάλης επένδυσης στην Πτολεμαΐδα θα ενισχύσει αποφασιστικά την ασφάλεια του ενεργειακού εφοδιασμού της χώρας για αρκετές δεκαετίες.
Σε διαφορετική περίπτωση, σε περίπτωση που δεν υλοποιηθεί αυτή η μεγάλη επένδυση, θα αυξηθεί η εξάρτηση της χώρας σε εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας και σε ενεργειακές πρώτες ύλες.
Μεγαλύτερη ενεργειακή εξάρτηση – με εγκατάλειψη της λιγνιτικής ηλεκτροπαραγωγής – σημαίνει: αυξημένοι κίνδυνοι μεγάλων πληθωριστικών πιέσεων σε περιόδους έκρηξης των διεθνών ενεργειακών τιμών.
Επιπλέον, ο μονομερής προσανατολισμός της χώρας μόνο για νέες επενδύσεις ΑΠΕ, θα αυξήσει τους κινδύνους για μεγάλα ελλείμματα ηλεκτρικής ενέργειας, είτε σε περιόδους όπου επικρατούν νεφώσεις (οπότε δε δουλεύουν τα φωτοβολταϊκά) είτε σε περιόδους υψηλών θερμοκρασιών κατά της θερινούς μήνες, όταν επικρατεί πλήρης άπνοια (οπότε τα αιολικά πάρκα έχουν μηδενικές αποδόσεις).
Περαιτέρω, σε όλους τους έχοντες επιλεκτική μνήμη, να θυμίσουμε ότι: Όταν δύο φορές στα τελευταία χρόνια σταμάτησαν πλήρως οι εισαγωγές φυσικού αερίου στην Ελλάδα, οι λιγνιτικοί σταθμοί της ΔΕΗ ήσαν εκείνοι που κάλυψαν πλήρως τη συνολική ζήτηση.
Σε ότι έχει να κάνει με το σημείο της ανακοίνωσής στων δύο οργανώσεων όπου υποστηρίζουν οτι:
«Η υλοποίηση της μονάδας Πτολεμαΐδα V θα παρατείνει της καταστροφικές συνέπειες της καύσης λιγνίτη, τόσο στο περιβάλλον όσο και στην οικονομία, μιας και, κοινωνικοοικονομικά, αποτελεί το πιο ακριβό ορυκτό καύσιμο…», απαντάμε ευθέως:
Είναι παντελώς ατεκμηρίωτος ο σχετικός ισχυρισμός αφού: λόγω της μεγάλης λιγνιτικής παραγωγής η Ελλάδα εξακολουθεί – χάρη στους λιγνίτες της ΔΕΗ – να έχει της χαμηλότερες τιμές ρεύματος για οικιακούς καταναλωτές μεταξύ των «27» της Ευρωπαϊκής και της χαμηλότερες μεταξύ όλων των χωρών της ευρωζώνης.
Σύμφωνα με στοιχεία του Ιουλίου 2012 το ηλεκτρικό ρεύμα στην «πράσινη Δανία» – πρότυπο χώρας για ανάπτυξη των ΑΠΕ – ήταν ακριβότερο κατά 123% σε σχέση με την Ελλάδα.
Τον ίδιο μήνα, Ισπανία και Πορτογαλία – χώρες που αντιμετωπίζουν αντίστοιχα με τα δικά μας οικονομικά προβλήματα – είχαν ακριβότερο ρεύμα για οικιακούς καταναλωτές κατά 60% και 58% (αντίστοιχα) σε σχέση με την Ελλάδα που στηρίζεται σημαντικά στο λιγνίτη. Να υπενθυμίσουμε με την ευκαιρία ότι στην Ισπανία περιορίσθηκαν οι πανάκριβες «εγγυημένες τιμές» για τις ΑΠΕ, όπως και στη Βρετανία αλλά και αλλού.
Στο σημείο αυτό δε μπορούμε παρά να διερωτηθούμε:
Γιατί αφού ο λιγνίτης είναι «το πιο ακριβό ορυκτό καύσιμο» – όπως ισχυρίζονται οι δύο οργανώσεις – «τρώνε τα σωθικά τους» ιδιώτες και Τρόικα για την ιδιωτικοποίηση λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ;
Γιατί επιβλήθηκε ειδικός φόρος στον εγχώριο λιγνίτη προκειμένου να ανέβει το κόστος παραγωγής ρεύματος και να γίνουν πιο ανταγωνιστικά τα εργοστάσια παραγωγής ρεύματος των ιδιωτών που καίνε εισαγόμενο φυσικό αέριο;
Ατεκμηρίωτες απόψεις…
Οι δύο οργανώσεις υποστηρίζουν ακόμα ότι με την προώθηση της σχετικής επένδυσής θα υπάρξουν «…δυσμενείς επιπτώσεις στο Περιβάλλον και στην Δημόσια Υγεία…»
Καλό θα ήταν λοιπόν να γνωρίζουν ότι:
Η νέα μονάδα θα περιλαμβάνει την πλέον σύγχρονη και πιο φιλική προς το περιβάλλον τεχνολογία – αντίστοιχη με αυτήν που εξασφαλίζουν οι πλέον οικονομικά προηγμένες χώρες – με πολύ υψηλές θερμικές αποδόσεις, εξασφαλίζοντας παράλληλα ιδιαίτερα χαμηλό κόστος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε τελικό όφελος όλων των Ελλήνων οικιακών καταναλωτών και των επιχειρήσεων της χώρας.
Από πουθενά και από καμία επίσημη επιστημονική έρευνα δεν έχει προκύψει μέχρι σήμερα ότι, οι λιγνιτικές μονάδες προκαλούν προβλήματα στην υγεία.
Πολύ προηγμένες χώρες όπως είναι οι ΗΠΑ, η Γερμανία κ.λ.π, που αναπτύσσουν λιθανθρακικές και λιγνιτικές μονάδες δεν ενδιαφέρονται για την προστασία της υγείας των κατοίκων τους;
Δεν ενδιαφέρονται οι κυβερνήσεις στην «πράσινη Δανία» για την υγεία των πολιτών τους, όταν το 48,6% της ηλεκτροπαραγωγής τους στηρίζεται σε εισαγωγές άνθρακα έναντι 55,3% που είναι για την Ελλάδα;
Πάγια τακτική
Μόλις προ εξαμήνου η Greenpeace -με καταχώρηση στην ιστοσελίδα της- είχε ισχυριστεί ότι «η χρήση λιγνίτη στην ηλεκτροπαραγωγή, μόνο για το 2009, προκάλεσε το θάνατο περισσότερων από 500 συμπολιτών μας και επιβάρυνε την εθνική οικονομία έως και 3,9 δις».
Όπως τότε έτσι και τώρα ο ΣΠΑΡΤΑΚΟΣ καταδικάζει την πάγια τακτική της οργάνωσης να βάλλει κατά του λιγνίτη και να προσπαθεί απροκάλυπτα να αγγίξει ευαίσθητες χορδές της κοινωνίας με στόχο τον αποπροσανατολισμό και τη δημιουργία ψευδαισθήσεων μέσα από αυθαίρετους συσχετισμούς και αμφίβολα στοιχεία.
Είναι καιρός πια να καταλάβουν ότι ΔΕΝ πείθουν.