Στην «αγελάδα» των ακινήτων εναποθέτει πλέον τις τελευταίες της ελπίδες η κυβέρνηση για να καλύψει την προδιαγεγραμμένη υστέρηση των εσόδων, η οποία έγινε αντιληπτή από τον πρώτο μήνα του έτους, λόγω κυρίως της αδυναμίας των φορολογουμένων να αντεπεξέλθουν στην καταιγίδα φόρων και χαρατσιών που ακόμη δεν έχει τελειώσει.
Το σοκ που θα υποστούν οι ιδιοκτήτες ακινήτων θα είναι μεγάλο αφού, με βάση τους κρυφούς σχεδιασμούς των παραγόντων του υπουργείου Οικονομικών, ο συνολικός λογαριασμός που θα κληθούν να πληρώσουν φέτος δεν είναι, όπως διατείνεται το οικονομικό επιτελείο, 3,2 δισ. ευρώ, αλλά ανέρχεται στο ιλιγγιώδες ποσό των 4,4 δισ. ευρώ!
Συγκεκριμένα, οι ιδιοκτήτες θα πρέπει να καταβάλουν στην εφορία:
• 1,2 δισ. ευρώ από τον ΦΑΠ του 2011 και 2012, ο οποίος υπολογίζεται ότι αφορά περίπου 650.000 φορολογούμενους η αντικειμενική αξία της περιουσίας των οποίων ξεπερνά τα 200.000 ευρώ. Μάλιστα, στο υπουργείο σχεδιάζουν να αρχίσουν την αποστολή των συγκεκριμένων εκκαθαριστικών από τον τρέχοντα μήνα. Και για να μη δημιουργηθεί «πανικός» από την «καταιγίδα» των εκκαθαριστικών μελετούν να συγκεντρωθούν οι φόροι σε ένα σημείωμα, το οποίο θα πρέπει να εξοφληθεί σε τρεις δόσεις.
• 1,1 δισ. ευρώ από τις υπόλοιπες τρεις δόσεις του ειδικού τέλους που εισπράττεται μέσω των λογαριασμών της ΔΕΗ, με την τελευταία να αναμένεται τον Ιούνιο.
• 2,1 δισ. ευρώ από τον νέο ενιαίο φόρο ακινήτων που θα θεσπιστεί μέχρι το τέλος του πρώτου εξαμήνου, ώστε η πρώτη δόση να καταφθάσει το Σεπτέμβριο. Αξίζει να σημειωθεί ότι το οικονομικό επιτελείο προσδοκά έσοδα 3,2 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, όμως για φέτος υπολογίζεται ότι δεν θα αποδώσει το «μέγιστο», καθώς τα χρονικά περιθώρια θα είναι περιορισμένα και έτσι σημαντικό μέρος του ποσού θα εισπραχθεί το επόμενο έτος.
Ο «γρίφος» του νέου φόρου
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι, με βάση τους υπολογισμούς που έχουν κάνει τα στελέχη του υπουργείου, το ανωτέρω ποσό θα καλυφθεί κατά 500 εκατ. ευρώ από τα αγροτεμάχια, 500 εκατ. ευρώ από ακίνητα νομικών προσώπων (από 280 εκατ. ευρώ που απέδιδε ο ΦΑΠ) και κατά 1 δισ. ευρώ από ακίνητα, πλην αγροτεμαχίων, των φυσικών προσώπων.
Εντός της εβδομάδος, πάντως, αναμένεται και νέα συνάντηση των εκπροσώπων των κομμάτων της συγκυβέρνησης, προκειμένου να επιχειρήσουν να λύσουν τον «γρίφο» του νέου φόρου, η επιβολή του οποίου έχει ήδη δημιουργήσει «κόντρες» τόσο εντός όσο και εκτός του κυβερνητικού σχήματος, σε μια περίοδο που το Μέγαρο Μαξίμου επιθυμεί να μην ανοίξει άλλα μέτωπα, καθώς πρωταρχικός στόχος παραμένει η υλοποίηση των μνημονιακών δεσμεύσεων.
Πάντως, η διακομματική δεν ξεκινά από μηδενική βάση, αφού οι συμμετέχοντες φαίνεται ότι συγκλίνουν στα εξής:
• Το αφορολόγητο όριο να οριστεί στα 50.000 ευρώ.
• Θα υπολογίζεται ατομικά για κάθε φυσικό πρόσωπο, με αποτέλεσμα το αφορολόγητο όριο για ζευγάρι να ανέρχεται σε 100.000 ευρώ.
• Ο φόρος να καταβάλλεται σε πέντε δόσεις.
• Οι συντελεστές να κυμαίνονται από 0,1% έως και 2%, για ακίνητα όμως υψηλής αντικειμενικής αξίας ίσως, ενώ θα υπάρχει κλίμακα με 6-8 κλιμάκια.
• Ο νέος φόρος θα επιβάλλεται σε κτίσματα και εντός σχεδίου πόλεως οικόπεδα.
• Τα ακίνητα των νομικών προσώπων θα φορολογούνται με τέσσερις συντελεστές (0,1%, 0,2%, 0,3% και 0,4%) χωρίς τον υπολογισμό αφορολογήτου ορίου, ενώ χαμηλοί συντελεστές θα εφαρμόζονται για τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα και τα γήπεδα των ξενοδοχειακών μονάδων.
• Από τον φόρο δεν θα εξαιρούνται οι κατ’ επάγγελμα αγρότες, όμως θα καθοριστεί αφορολόγητο όριο το οποίο θα συνδέεται με την έκταση και την αξία της γης.
Σε κάθε περίπτωση, θα υπάρξει διαχωρισμός μεταξύ αγροτικής γης και μη, αλλά και μεταξύ των κατ’ επάγγελμα αγροτών και των υπόλοιπων φορολογουμένων.
Αντικειμενικές τιμές
Μεγάλη σημασία για τις τελικές αποφάσεις της διακομματικής αναμένεται να έχει το πόρισμα που πρέπει να παραδώσει έως και τις 28 Φεβρουαρίου στο οικονομικό επιτελείο η ειδική επιτροπή που έχει συγκροτηθεί για την αναπροσαρμογή των αντικειμενικών τιμών των ακινήτων, με στόχο να υπάρξει σύγκλιση με τις αγοραίες τιμές τους, οι οποίες, σε ένα πολύ μεγάλο ποσοστό σήμερα, βρίσκονται σε χαμηλότερα επίπεδα λόγω της κρίσης.
Τα στελέχη του υπουργείου Οικονομικών υποστηρίζουν, μάλιστα, ότι στις περισσότερες περιπτώσεις η αναπροσαρμογή θα οδηγήσει σε μείωση των σημερινών αντικειμενικών τιμών των ακινήτων στα χαμηλότερα επίπεδα των εμπορικών τιμών τους, με αποτέλεσμα στις περιοχές αυτές να προσαρμοστούν ανάλογα και οι φόροι.