Mε απόφαση που εξέδωσε το Πολυμελές Πρωτοδικείο Ρόδου ανεστάλη η έκδοση απόφασης επι αιτήσεως συγγενών μιας 91χρονης, άκληρης, πρώην τραπεζικής υπαλλήλου, για την ακύρωση της διαθήκης της, μέχρι αμετακλήτου κρίσεως επί του ποινικού σκέλους της υπόθεσης.
Η ποινική δικογραφία εκκρεμεί ενώπιον της τακτικής Ανακρίτριας Ρόδου. Κατηγορούμενη για το αδίκημα της πλαστογράφησης της ιδιόχειρης διαθήκης της άκληρης υπερήλικης είναι μια κάτοικος Ρόδου μετά την υποβολή σχετικής μηνυτήριας αναφοράς ενός εκ των εξαδέλφων της εκλιπούσης, τέως αστυνομικού.
Σύμφωνα με την καταγγελία, το περιεχόμενο της οποίας θα ελεγχθεί ως προς την αλήθεια του αρμοδίως, η 91χρονη, πρώην τραπεζική υπάλληλος, άκληρη και κάτοχος μεγάλης ακίνητης περιουσίας αλλά και ρευστού σε τραπεζικούς λογαριασμούς, τα οποία απέκτησε και δια κληρονομιάς των αδελφών της, βρέθηκε, καθώς αντιμετώπιζε σοβαρά καρδιακά προβλήματα τρεις μέρες πριν το θάνατο της εκτός της κατοικίας της.
Προηγουμένως η καταγγελλόμενη, που είχε αναπτύξει σχέσεις συμπάθειας με την υπερήλικη, φέρεται να είχε απομονώσει από το περιβάλλον της τη σύζυγο του βαπτιστικού του, που τη φρόντιζε.
Σύμφωνα πάντα με τη μήνυση συγγενής της εκλιπούσης ενημερώθηκε από την τράπεζα που διατηρούσε τους λογαριασμούς της ότι κάποια κυρία άγνωστη στον διευθυντή ενδιαφέρθηκε για τους λογαριασμούς της και προσπάθησε να αποσπάσει πληροφορίες επικαλούμενη ότι είχε προς τούτο εξουσιοδότηση.
Η υπερήλικη απεβίωσε τον Μαάιο του 2010 και λίγες μέρες μετά το θάνατό της παρουσιάστηκε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου ιδιόγραφη διαθήκη με την οποία καθιστούσε την καταγγελλόμενη ως αποκλειστική κληρονόμο της περιουσίας της, που περιλαμβάνει πέραν των τραπεζικών λογαριασμών δύο κατοικίες στο κέντρο της πόλης της Ρόδου, συνολικού εμβαδού άνω των 200 τ.μ., ένα προνομιακό ακίνητο σε πανοραμική πλαγιά στις παρυφές της πόλεως Ρόδου και μια ακόμη κατοικία σε μια από τις κεντρικότερες συνοικίες της Αθήνας.
Εν πάση περιπτώσει ο εξάδελφος της αποθανούσης, αφού πληροφορήθηκε για την ύπαρξη της ιδιόχειρης διαθήκης προχώρησε σε σχετικό έλεγχο και διατείνεται ότι τόσο ο γραφικός χαρακτήρας με τον οποίο έχει γραφεί όσο και η υπογραφή που έχει τεθεί είναι εξ’ ολοκλήρου πλαστοί.
Προς τούτο έχει ήδη αναθέσει σχετική πραγματογνωμοσύνη σε γραφολόγο αν και όπως επισημαίνεται και από το νομικό του συμπαραστάτη η πλαστότητα της διαθήκης είναι οφθαλμοφανής.
Στους λίγους εναπομείναντες συγγενείς της υπερήλικης προκάλεσε πρόσθετη αίσθηση αλλά και εκνευρισμό το γεγονός ότι η φερόμενη ως αποκλειστική κληρονόμος της δεν εμφανίστηκε καν στην κηδεία της.
Επισημαίνεται εξάλλου στην ίδια αναφορά ότι δεν ανέλαβε καν τα έξοδα της κηδείας τα οποία πληρώθηκαν από την τράπεζα και τον ίδιο.
Ο μηνυτής ισχυρίζεται παραπέρα ότι τρεις μέρες πριν το θάνατο της υπερήλικης συγγενούς του η μηνυόμενη μαζί με μια ευτραφή μελαχρινή κυρία την κατέβασαν από τον τρίτο όροφο της κατοικίας της και τη μετέφεραν σε άλλη οικία με το πρόσχημα ότι έπρεπε να κάνουν απολύμανση στο σπίτι της για κουνούπια και κατσαρίδες.
Εκφράζει απορίες σχετικά με τις συνθήκες του θανάτου της εκτός της οικίας της, ενώ υποστηρίζει ότι η οικία λεηλατήθηκε από έγγραφα και προσωπικά της αντικείμενα.
Δύο οικείοι της εκλιπούσης προσέφυγαν ενώπιον των αστικών και ποινικών δικαστηρίων κατά της κατηγορούμενης προσβάλλοντας την ιδιόχειρη διαθήκη της ως πλαστή.
Το Μονομελές Πρωτοδικείο Ρόδου, που έχει επιληφθεί της υποθέσεως, έχει διορίσει τους δύο οικείους της εκλιπούσης ως μεσεγγυούχους 4 ακινήτων της. Τους παρείχε την άδεια να ενεργήσουν τυχόν επείγουσες διαχειριστικές πράξεις προς αποτροπή της μείωσης της αξίας των κληρονομιαίων και ταυτόχρονα απαγόρευσε προσωρινά την ανάληψη από τον οποιονδήποτε χρημάτων από 4 τραπεζικούς λογαριασμούς της!
Το δικαστήριο πέραν των άλλων είχε πιθανολογήσει ότι το έτος 2007 η θανούσα δεν είχε κάποια ιδιαίτερη σχέση με την καταγγελλόμενη, ώστε να δικαιολογείται η ενέργειά της να της αφήσει όλη την περιουσία της «γιατί ήταν πάντα δίπλα της και τη φρόντιζε», καθώς στη συγκεκριμένη χρονική περίοδο την φρόντιζε η σύζυγος του βαπτιστικού της.
Πιθανολογήθηκε περαιτέρω ότι η καταγγελλόμενη αμέσως μετά την έκδοση του κληρονομητηρίου, προέβη σε αναλήψεις μετρητών από τους λογαριασμούς που διατηρούσε στην Αγροτική Τράπεζα της Ελλάδος η εκλιπούσα, ενώ έχει καταλάβει την μέχρι πρότινος οικία της τελευταίας στην οποία τοποθέτησε νέες κλειδαριές.
Η γνησιότητα της διαθήκης αποτέλεσε αντικείμενο γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης, ειδικού γραφολόγου.
Η γραφολογική εξέταση που διενεργήθηκε καταλήγει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν ενδείξεις ότι η γραφή και η ημερομηνία επί της διαθήκης δεν έχουν γραφεί από την ίδια, ενώ τονίζεται ότι για λόγους επιστημονικής δεοντολογίας το συμπέρασμα αυτό εξάγεται με την επιφύλαξη εξέτασης ποσοτικά κατάλληλων πρωτοτύπων εγγράφων με αδιαμφισβήτητης γνησιότητας γραφή της εκλιπούσης ενώ τηρείται και επιφύλαξη εξέτασης και του πρωτοτύπου μιας εξουσιοδότησης.
Την υπόθεση χειρίζονται οι δικηγόροι κ.κ. Αν. Αλεξάνδρου – Καντίτο και Ν. Μπόλκας, ενώ την κατηγορούμενη εκπροσωπεί ο δικηγόρος κ. Λ. Περίδης.
dimokratiki.gr