Μπορεί η Ελλάδα να παραμείνει στην ευρωζώνη; Το ερώτημα αυτό βρίσκεται στο επίκεντρο μιας εκστρατείας με υπονοούμενα, απειλές και κόντρα απειλές, που εκτυλίσσεται σε όλη την Ευρώπη.
Πρόκειται για ένα επικίνδυνο παιχνίδι.
Το αριστερό κόμμα ΣΥΡΙΖΑ, που κατέλαβε την εξουσία στις κοινοβουλευτικές εκλογές, επιμένει ότι η λιτότητα πρέπει να λήξει και οι επίσημοι πιστωτές πρέπει να αποδεχτούν ότι η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να αποπληρώσει όλο το χρέος της.
Το μήνυμα αυτό βρήκε απήχηση στους εξουθενωμένους από την λιτότητα ψηφοφόρους. Εχει όμως προκαλέσει σκληρές αντιδράσεις από πολιτικούς στο Βερολίνο, τους επιτρόπους στις Βρυξέλλες και τους κεντρικούς τραπεζίτες στην Φρανκφούρτη, που δηλώνουν ότι τέτοιου είδους απαιτήσεις δεν συμπλέουν με την συμμετοχή στο ευρώ.
Ολοι επιμένουν ότι πρόκειται για μια διαμάχη που αφορά την στρατηγική, και όχι το μέλλον της Ελλάδας στο ευρώ. Αλλά οι κουβέντες για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, έχουν επιστρέψει στα πρωτοσέλιδα.
Την δυνατότητα των Ευρωπαίων να επικροτούν, και μάλιστα ενίοτε να υποδαυλίζουν, τις κουβέντες για Grexit, ενισχύουν τα σινιάλα από τις αγορές που δείχνουν ότι μια έξοδος από το ευρώ θα ζημιώσει την Αθήνα περισσότερο από όσο τους εταίρους της.
Οι τιμές των ενεργητικών έχουν βουλιάξει στην Ελλάδα, ενώ έχουν παραμείνει σταθερά στην υπόλοιπη ευρωζώνη. Η τραπεζική ενοποίηση έχει αρχίσει να σχηματοποιείται. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα υποσχέθηκε ποσοτική χαλάρωση, με την μορφή των αγορών κρατικών ομολόγων σε ευρεία κλίμακα. Και ο διοικητής της ΕΚΤ, Mario Draghi, έχει καταφέρει να προσφέρει ανακούφιση με την υπόσχεσή του ότι θα κάνει «ότι χρειαστεί» για να προστατεύσει το ενιαίο νόμισμα.
Η έξοδος της Ελλάδας δεν συμφέρει κανέναν. Για την Ελλάδα, την όποια λύτρωση θα μπορέσει να προσφέρει μια νέα και πιο αδύναμη δραχμή, θα ακολουθήσουν πολλά χρόνια στο «καθαρτήριο», με τραπεζικές καταρρεύσεις, προβληματικές οικονομικές σχέσεις, συσσωρευμένη κοινωνική οργή.
Για την Ευρώπη, αν σπάσει το ταμπού της εξόδου από το ευρώ, οι αγορές πιθανότατα θα αναθεωρήσουν την ήπια άποψη που έχουν για άλλες αδύναμες οικονομίες της ευρωζώνης και για το ρίσκο του «ντόμινο». Αν η Ελλάδα φύγει, οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να ξεχάσουν ότι θα ξεπληρωθούν τα δάνεια που έδωσαν, τα οποία θα είναι ακόμη πιο επίφοβα με την υποτιμημένη δραχμή.
Αλλά δεν επαρκεί η άρνηση της πιθανότητας Grexit. Χρειάζεται μια αξιόπιστη λύση για να μην γίνουν κακοί υπολογισμοί και ατυχήματα στο χείλος του γκρεμού.
Για να μην γίνει αυτό, η Ευρώπη πρέπει να προσφέρει μια ουσιώδη ανακούφιση –μειώνοντας το ελληνικό χρέος στο ήμισυ και την απαιτούμενη δημοσιονομική προσαρμογή επίσης στο ήμισυ- σε αντάλλαγμα για μεταρρυθμίσεις.
Η υπό προϋποθέσεις και σταδιακή ανακούφιση, θα έχει στόχο να κατεβάσει το ελληνικό χρέος κοντά στον ευρωπαϊκό μέσο όρο, σε τρία χρόνια. Ετσι, θα εναρμονιστεί με ένα χρέος «αισθητά χαμηλότερο από το 110% του ΑΕΠ», που προώθησε το ΔΝΤ και συμφώνησαν οι υπουργοί της ευρωζώνης το 2012. Και δεν θα εξαρτάται από τις -υπεραισιόδοξες όπως αποδείχθηκαν- εκτιμήσεις για την ανάπτυξη, τον πληθωρισμό, την δημοσιονομική προσαρμογή και την κοινωνική συνοχή της Ελλάδας. (Οφείλω να αναλάβω το μερίδιο της ευθύνης μου σε αυτό το σημείο, καθώς συμμετείχα στις συνομιλίες της τρόικα μεταξύ 2010 και 2014).
Η Ελλάδα πρέπει να προσφερθεί να σταματήσει να «σέρνεται» στις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ, που απέχει από τις ελίτ ίσως αποδειχθεί πιο πρόθυμος από τους προκατόχους του στην προώθηση των μεταρρυθμίσεων.
Η προσπάθειά του θα ενισχυθεί αν υπάρξει ανακούφιση στο θέμα της λιτότητας και πολιτική ανάταση από την μείωση του χρέους. Το πρωτογενές πλεόνασμα της Ελλάδας βρίσκεται ήδη κοντά στο 2% του ΑΕΠ, το επίπεδο που χρειάζεται για να είναι βιώσιμη η οικονομική θέση της κυβέρνησης, εφόσον συμφωνηθεί η ανακούφιση από το χρέος. Ως κίνητρο για μεταρρυθμίσεις, τα περισσότερα έσοδα θα διατεθούν για κοινωνικές δαπάνες.
Η ανακούφιση από το χρέος θα είναι δύσκολη –αν μη τι άλλο επειδή θα πρέπει να προέλθει από κυβερνήσεις οι οποίες έχουν συνεισφέρει στα ευρωπαϊκά κεφάλαια διάσωσης (το χρέος προς τον ιδιωτικό τομέα υπέστη ήδη μεγάλο κούρεμα το 2012).
Τους επίσημους πιστωτές περιορίζει η ίδια η πολιτική τους: Είναι δύσκολο να πείσουν για την βοήθεια προς την Ελλάδα, η οποία προκάλεσε μόνη της την κρίση της με την δημοσιονομική της ασωτεία. Ομως η Ελλάδα έχει κάνει τεράστιες προσπάθειες και θυσίες, με πολύ λίγα ορατά αποτελέσματα. Η ανακούφιση από το χρέος προς τον επίσημο τομέα στο πλαίσιο ενός ισχυρού και αξιόπιστου προγράμματος, δεν είναι κάτι καινούργιο: Οι πραγματιστές την έχουν προτείνει από το 2012.
Η ευρωζώνη έχει ξεπεράσει τα ταμπού της για τις διασώσεις, την αναδιοργάνωση του ιδιωτικού χρέους και την τραπεζική ενοποίηση. Οπως ακριβώς ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να ξεπεράσει την απροθυμία της Ελλάδας για τις βαθιές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η Ευρώπη πρέπει να ξεπεράσει τα ταμπού της με την αναδιάρθρωση χρέους.
* Ο αρθρογράφος είναι αντιπρόεδρος διεθνών αγορών κεφαλαίου της Morgan Stanley και πρώην επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος του ΔΝΤ.
euro2dey.gr
0 comments