Απάντηση του WWF Ελλάς στο ΤΕΕ Δυτικής Μακεδονίας σχετικά με τη νέα λιγνιτική μονάδα Πτολεμαίδα V της ΔΕΗ

By on 14/05/2015

Καλωσορίζουμε την τοποθέτηση του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας ως μια ευκαιρία εποικοδομητικού διαλόγου γύρω από ζητήματα που δυστυχώς αντιμετωπίζονται συνήθως με ένταση, αφορισμούς και κραυγές. Το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας θίγει σημαντικά ζητήματα στα οποία θεωρούμε χρήσιμο να τοποθετηθούμε. Παρόλα αυτά δεν μπορούμε παρά να αναρωτηθούμε γιατί ενώ το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας αναφέρεται προφανέστατα στην πρόσφατη έκθεση του WWF Ελλάς «Καθαρές Εναλλακτικές στην Πτολεμαΐδα V”, εντούτοις απέφυγε να την κατονομάσει.

–  «Ολοκληρωμένη προσέγγιση της λειτουργίας του διασυνδεδεμένου δικτύου»

Η πρώτη παρατήρηση του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας αναφέρει ότι οι προτάσεις μας δεν προσεγγίζουν ολοκληρωμένα τη λειτουργία ολόκληρου του διασυνδεδεμένου δικτύου.

Καταρχάς ουδέποτε το WWF Ελλάς ισχυρίστηκε ότι εκπόνησε μια μελέτη επάρκειας ισχύος, όπως προτείνει (στην πράξη) το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας. Η μελέτη μας διερεύνησε την δυνατότητα υποκατάστασης της ηλεκτρικής ενέργειας που θα παρέχει μόνο η σχεδιαζόμενη λιγνιτική μονάδα “Πτολεμαΐδα V” κάθε ώρα του έτους, πραγματοποιώντας προσομοιώσεις με δεδομένα του ΑΔΜΗΕ τόσο για τις λιγνιτικές μονάδες όσο και για τις ΑΠΕ που είναι αυτή τη στιγμή διασυνδεδεμένες στο σύστημα, και έδειξε ότι υπάρχει εναλλακτική λύση που ουδέποτε διερευνήθηκε. Πιο συγκεκριμένα, οι υπολογισμοί έδειξαν ότι μια τέτοια υποκατάσταση είναι ενεργειακά εφικτή μέσω υβριδικών συνδυασμών αιολικών, φωτοβολταϊκών και αντλησιοταμιευτικών σταθμών. Μάλιστα αρκετοί από αυτούς του συνδυασμούς οδηγούν σε χαμηλότερο σταθμισμένο κόστος ενέργειας από τη χαμηλότερη εκτίμηση για το αντίστοιχο κόστος της  Πτολεμαΐδας V.

Επίσης, επισημαίνουμε ότι στην καλοδεχούμενη κριτική του τοποθέτηση, το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας θα έπρεπε να εφαρμόσει τα ίδια μέτρα και τα ίδια σταθμά. Πιο συγκεκριμένα, στο πνεύμα των παρατηρήσεων περί ολοκληρωμένης προσέγγισης της λειτουργίας του διασυνδεδεμένου δικτύου, δεν θα έπρεπε το ίδιο το ΤΕΕ να καταθέσει αντίστοιχες παρατηρήσεις/ερωτήσεις και για την Πτολεμαΐδα V; Για παράδειγμα, με βάση ποιες παραδοχές για τη διείσδυση των ΑΠΕ ή των μονάδων φυσικού αερίου στο ενεργειακό μίγμα της χώρας από το 2020 ως το 2050 και με ποια εκτίμηση κόστους CO2, η Πτολεμαΐδα V θα λειτουργεί 7000 ώρες ετησίως όπως αναφέρεται στη Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων; Υπάρχει κάποια τέτοια εμπεριστατωμένη ανάλυση από το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας ή οποιονδήποτε άλλο αρμόδιο φορέα που να αποδεικνύει την αναγκαιότητα και την οικονομική βιωσιμότητα της νέας μονάδας λαμβάνοντας υπόψη σενάρια για την εξέλιξη  της λειτουργίας ολόκληρου του διασυνδεδεμένου δικτύου;

Επί της ουσίας συμφωνούμε με την πρόταση του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας. Η χώρα χρειάζεται μια νέα μελέτη επάρκειας ισχύος. Μια μελέτη όμως που δεν θα λαμβάνει ως δεδομένη την κατασκευή της Πτολεμαΐδας V ή της Μελίτης II, ούτε θα θεωρεί ως «ταβάνι» για τη διείσδυση αιολικών ως το 2020 τα 3000 MW, τη στιγμή μάλιστα που από το 2010 υπάρχει ΚΥΑ η οποία καθορίζει το μίγμα τεχνολογιών ΑΠΕ στην ηλεκτροπαραγωγή ως το 2020. Μια μελέτη που θα εξετάζει και σενάρια υψηλής διείσδυσης ΑΠΕ με μέγιστη αξιοποίηση των υπαρχόντων υδροηλεκτρικών σταθμών για τη χρήση της αντλησιοταμίευσης, σύμφωνα με την πρόσφατη μελέτη του ΕΜΠ. Μια μελέτη που θα εξετάζει και σενάρια μείωσης της ζήτησης από κεντρικές μονάδες ηλεκτροπαραγωγής λόγω αντίστοιχης αύξησης της χρήσης οικιακών φωτοβολταϊκών, είτε αυτή γίνει μέσω της εφαρμογής του μηχανισμού netmetering είτε σε συνδυασμό με μπαταρίες, το κόστος των οποίων προβλέπεται ότι θα μειωθεί ραγδαία μέσα στα επόμενα χρόνια.
– «Τηλεθέρμανση»

Η δεύτερη παρατήρηση του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας πάνω στη μελέτη του WWF Ελλάς είναι ότι δεν λαμβάνει υπόψη τον ρόλο της νέας μονάδας στην τηλεθέρμανση της Πτολεμαΐδας.  Ζητά μάλιστα από όλους να αναγνωρίσουν τον αναντικατάστατο ρόλο της νέας λιγνιτικής μονάδας στη λειτουργία της τηλεθέρμανσης. Κι όμως το 2012 το ίδιο το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας προσέγγισε το ζήτημα της τηλεθέρμανσης άλλων αστικών ή ημιαστικών κέντρων ως εντελώς διακριτό από την ηλεκτροπαραγωγή των ΑΗΣ του Λιγνιτικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας, προτείνοντας αποκεντρωμένες μονάδες αξιοποίησης ξηρού λιγνίτη με ελάχιστη τιμή χρέωσης στον καταναλωτή 54 €/MWh. Εκτιμούμε ότι η συζήτηση για την τηλεθέρμανση είναι ξεχωριστή από αυτή της ηλεκτροπαραγωγής και προτού γίνουν συστηματικές μελέτες που εξετάζουν ανοικτά όλες τις εναλλακτικές λύσεις για την τηλεθέρμανση, τίποτε δεν μπορεί, ούτε πρέπει να θεωρείται «αναντικατάστατο».

Από την παρούσα τοποθέτηση του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας θα υπέθετε κανείς ότι οι μόνες πηγές  ενέργειας για τη θέρμανση των κατοίκων της Δ. Μακεδονίας είναι ο λιγνίτης και το πετρέλαιο. Κάθε άλλο παρά ακριβές είναι αυτό. Ενδεικτικά αναφέρεται το παράδειγμα του Güssing της Αυστρίας, όπου οι κάτοικοι θερμαίνονται από την τοπικά παραγόμενη βιομάζα, και μάλιστα με πολύ οικονομικό τρόπο (30 €/ΜWh). Η Σουηδία επίσης είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αφού ήδη από τη δεκαετία του ‘90 άλλαξε το βασικό καύσιμο στην τηλεθέρμανση από κάρβουνο σε βιομάζα και συνεχίζει σε αυτόν τον δρόμο. Σε ημερίδα μάλιστα του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας παρουσιάστηκε η δυνατότητα παραγωγής θερμότητας από το βιοαέριο με πολλές διεσπαρμένες μονάδες, όπως συμβαίνει στη Γερμανία, που μπορεί να συνδυαστεί και με περιβαλλοντικά φιλικότερη διαχείριση των βιολογικών αποβλήτων.

Συμπερασματικά, το πολύ σημαντικό ζήτημα της τηλεθέρμανσης πρέπει να αντιμετωπιστεί με  συστηματικό τρόπο λαμβάνοντας υπόψη τόσο περιβαλλοντικά όσο και αμιγώς οικονομικά κριτήρια με στόχο την ελάχιστη δυνατή επιβάρυνση των κατοίκων της Δ. Μακεδονίας.

– «Προοπτικές αξιοποίησης του λιγνίτη ως εγχώρια πρωτογενή πηγή ενέργειας»

Η τρίτη παρατήρηση του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας αφορά στην ανάγκη διατύπωσης θέσεων για τις προοπτικές αξιοποίησης του λιγνίτη ως εγχώρια πηγή ενέργειας.  Και σε αυτό συμφωνούμε. Είναι απολύτως αναγκαίο να ξεκαθαριστεί το τοπίο σε ό,τι αφορά τη χρήση λιγνίτη σε βάθος χρόνου.  Δεν είναι όμως δυνατόν να μιλήσουμε για λιγνίτη χωρίς ταυτόχρονα να μιλήσουμε και για άλλες πηγές ενέργειας που συμμετέχουν στο ενεργειακό μίγμα ή για την εξέλιξη της ζήτησης και ειδικότερα αυτής που καλύπτεται από κεντρικές μονάδες παραγωγής ενέργειας. Κάτι τέτοιο προφανώς μπορεί και πρέπει να γίνει στα πλαίσια του νέου εθνικού ενεργειακού σχεδιασμού, που αναμένεται εδώ και πολύ καιρό από το αρμόδιο υπουργείο. Ο νέος ενεργειακός σχεδιασμός πρέπει να τεθεί σε ευρεία διαβούλευση με όλους τους φορείς και να λάβει πολύ σοβαρά υπόψη τις πρόσφατες εξελίξεις στην ευρωπαϊκή και παγκόσμια ενεργειακή και κλιματική πολιτική. Ειδικότερα:

Οι προοπτικές συνέχισης του λιγνιτικού μοντέλου ηλεκτροπαραγωγής θα πρέπει να εξεταστούν σε συνδυασμό με ρεαλιστικές εκτιμήσεις για την εξέλιξη των τιμών CO2 και την επίπτωσή τους στα τιμολόγια ηλεκτρικού ρεύματος, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατα αποφασισμένες αλλαγές στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (MarketStabilityReserve, αύξηση του συντελεστή μείωσης των διαθέσιμων δικαιωμάτων). Επίσης, δεν είναι δυνατόν να αγνοηθούν οι δεσμεύσεις της χώρας για τήρηση της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας για τις εκπομπές ρύπων καθώς και των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών για την κατασκευή νέων ανθρακικών μονάδων.  Είναι αυτονόητο για παράδειγμα, ότι δεν μπορούμε  να συνεχίσουμε να συζητάμε για τη λειτουργία της Πτολεμαΐδας III μετά το 2015, τη στιγμή που η προθεσμία υπαγωγής λιγνιτικών μονάδων σε καθεστώς παρέκκλισης περιορισμένης διάρκειας λειτουργίας ήταν η 1/1/2014, ενώ προϋπόθεση για την έκδοση Απόφασης ¸γκρισης Περιβαλλοντικών ¼ρων για τον ΑΗΣ Πτολεμαΐδας το 2011 ήταν η απόσυρσή του ως το τέλος του 2015. Παρομοίως δεν είναι δυνατόν να συνεχίσουμε να παραβιάζουμε το Εθνικό Σχέδιο Μείωσης Εκπομπών (ΕΣΜΕ) του 2008 ή να διανοηθούμε να συνεχίσουμε αυτή την πρακτική παραβιάσεων στο Μεταβατικό Εθνικό Σχέδιο Μείωσης Εκπομπών (ΜΕΣΜΕ) που θα αρχίσει να εφαρμόζεται σε λιγότερο από 8 μήνες. Οι αναγκαίες αναβαθμίσεις πρέπει οπωσδήποτε να προχωρήσουν και το κόστος τους να συνυπολογιστεί στη διαδικασία αξιολόγησης των προοπτικών αξιοποίησης του λιγνίτη στο ενεργειακό μίγμα της χώρας.

– «Βαθμός απόδοσης»

Είναι επίσης ενδιαφέρον ότι το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας αναφέρεται στην πρόοδο της τεχνολογίας που θα αυξήσει στο μέλλον τον βαθμό απόδοσης των νέων λιγνιτικών μονάδων πάνω από το 40%, τη στιγμή που οι ισχύουσες (από το 2006) Βέλτιστες Διαθέσιμες Τεχνικές σε Ευρωπαϊκό επίπεδο θέτουν ως κάτω όριο για τις νέες λιγνιτικές μονάδες το 42%. Υπενθυμίζουμε ότι η Πτολεμαΐδα V σχεδιάζεται ώστε να έχει βαθμό απόδοσης κάτω από αυτό το όριο (41,5%), ενώ εντός 2015 θα ολοκληρωθεί η διαδικασία «της Σεβίλλης» για την αναθεώρηση των Βέλτιστων Διαθέσιμων Τεχνικών με το ενδεχόμενο το κάτω όριο για το βαθμό απόδοσης να γίνει ακόμα μεγαλύτερο. Επιπλέον, ο βαθμός απόδοσης της Πτολεμαΐδας V βρίσκεται κάτω και από το ελάχιστο όριο του 43% που πρόσφατα έθεσε η Γερμανική κυβέρνηση για τη χρηματοδότηση νέων ανθρακικών μονάδων σε τρίτες χώρες μέσω της Γερμανικής Τράπεζας KfW. Σημειώνεται ότι η KfW αποτελεί  ως τώρα τη μόνη πηγή χρηματοδότησης της Πτολεμαΐδας V μέσω ομολογιακού δανείου προς τη ΔΕΗ που θα χρησιμοποιηθεί για την αγορά μηχανημάτων για την σχεδιαζόμενη μονάδα, από τη Γερμανική κυρίως βιομηχανία.

Αλλά ακόμα και ο υψηλότερος βαθμός απόδοσης δεν εξασφαλίζει την οικονομική βιωσιμότητα μιας νέας λιγνιτικής μονάδας στις μέρες μας. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της μονάδας TES6 στο Sostanj της Σλοβενίας παρόμοιου μεγέθους (600 MW) αλλά πιο αποδοτικής από την Πτολεμαΐδα V (46% vs 41,5%), πρέπει να ληφθεί πολύ σοβαρά υπόψη όσο υπάρχει ακόμα καιρός: 70-80 εκ. ευρώ ετήσιες ζημιές που θα επιβαρύνουν τους Σλοβένους πολίτες, 225 θέσεις εργασίας αντί για τις πολλαπλάσιες που υπόσχονταν, κόστος εγκατάστασης 1,4 δις ευρώ αντί για 0,6 δις ευρώ που αρχικά προϋπολογιζόταν.

– «Πτολεμαΐδα V σε συνδυασμό με σύστημα δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα»

Το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας ισχυρίζεται επίσης ότι η εξέταση σεναρίων θα πρέπει να περιλαμβάνει και την επιλογή της λειτουργίας της Πτολεμαΐδας V σε συνδυασμό με σύστημα δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα. Εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι η ΔΕΗ έχει καταθέσει μια σχετική μελέτη, μαζί με την ΜΠΕ της μονάδας, στην οποία ερευνά δυο σενάρια, της αποθήκευσης στην λεκάνη της δυτικής Θεσσαλονίκης και της μεταφοράς με πλοία σε άγνωστο μέχρι στιγμής προορισμό. Το κόστος εφαρμογής του πρώτου σεναρίου ανέρχεται στα €41,58/tn, επιβαρύνει δηλαδή το ετήσιο κόστος λειτουργίας της μονάδας κατά περίπου €200 εκ. Το δεύτερο σενάριο δεν έχει κοστολογηθεί καθώς είναι εξαιρετικά ασαφές. Η έκθεση καταλήγει στο συμπέρασμα πως το εγχείρημα δεν είναι οικονομικά ελκυστικό. Σε κάθε περίπτωση, και εφόσον προχωρήσει η εφαρμογή της τεχνολογίας CCS, η ΔΕΗ εκτιμά πως η απόδοση της μονάδας θα πέσει από 41,5% στο 30,1%, δηλαδή όσο περίπου των λιγνιτικών μονάδων που θα υποκαταστήσει η Πτολεμαΐδα V για να κάνει πιο αποδοτική  τη  χρήση του λιγνίτη, όπως ισχυρίζεται το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας.

Ενδεικτικό των οικονομοτεχνικών δυσκολιών που έχει η εφαρμογή του CCS στον τομέα της ηλεκτροπαραγωγής είναι η απόφαση, μόλις πριν από λίγες εβδομάδες, 4 ευρωπαϊκών επιχειρήσεων ενέργειας (Vattenfall, RWE, EDF και GasNaturalFenosa) να εγκαταλείψουν το συμβουλευτικό σώμα της ΕΕ για το CCS, ZeroEmissionPlatform, με το επιχείρημα πως η τεχνολογία είναι εξαιρετικά ακριβή.  Ενδεικτικό επίσης του προβλήματος είναι το γεγονός ότι στην Ευρώπη υπάρχει μόνο μια τέτοια μονάδα εγκατεστημένη στην Νορβηγία παρά το ότι η συζήτηση για την τεχνολογία δέσμευσης άνθρακα έχει ξεκινήσει στην πράξη εδώ και 25 χρόνια. Επιπλέον, η πρώτη οικονομική ανάλυση για το σύστημα δέσμευσης άνθρακα στο BoundaryDam του Καναδά τον περασμένο μήνα δείχνει ότι δημιούργησε ζημιές της τάξης του 1 δις δολαρίων, που επιβαρύνουν τους καταναλωτές ηλεκτρικής ενέργειας.

-«Απασχόληση»

Το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας θέτει επίσης το καίριο ζήτημα των θέσεων εργασίας αναφέροντας ότι η νέα μονάδα θα δημιουργήσει 250 άμεσες και 820 έμμεσες θέσεις εργασίας. Ομως θέσεις εργασίας δεν δημιουργούνται μόνο μέσω της αξιοποίησης του λιγνίτη. Υπάρχουν πολλές μελέτες που αποδεικνύουν ότι η ένταση εργασίας στον κλάδο των ΑΠΕ είναι μεγαλύτερη από αυτή στον κλάδο των ορυκτών καυσίμων. Σε αυτή άλλωστε τη λογική βασίστηκε και η πρόταση που κατατέθηκε το 2009 για τη δημιουργία 3000 θέσεων εργασίας  για πράσινο ενεργειακό εξοπλισμό  στην περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας.

Επίσης, η περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας έχει ως γνωστόν τη θλιβερή πρωτιά στην ανεργία για χρόνια. Είναι λοιπόν καιρός να εξεταστεί το αντίστροφο σενάριο, δηλαδή η υπονόμευση των δυνατοτήτων της ταλαιπωρημένης αυτής Περιφέρειας για βιώσιμες, εναλλακτικές οικονομικές δραστηριότητες, λόγω ακριβώς της σοβαρής υποβάθμισης που προκαλεί στους φυσικούς πόρους και τη δημόσια υγεία η «μονοκαλλιέργεια» του λιγνίτη. Για το λόγο αυτό εκτιμούμε ότι είναι απαραίτητη η εκπόνηση ενός συνεκτικού, κοστολογημένου σχεδίου για τη μεταλιγνιτική περίοδο που θα αξιοποιήσει με βιώσιμο τρόπο όλα τα συγκριτικά πλεονεκτήματα της περιοχής.

Κλείνοντας, ας μας επιτραπεί να θέσουμε με τη σειρά μας ορισμένα ερωτήματα στο ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας σχετικά με τη σχεδιαζόμενη λιγνιτική μονάδα την κατασκευή της οποίας υπερασπίζεται.

-. Γνωρίζει τις δρομολογημένες αλλαγές στο Ευρωπαϊκό Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (MarketStabilityReserve, αύξηση του συντελεστή μείωσης των διαθέσιμων δικαιωμάτων); Διαθέτει ποσοτική εκτίμηση του πώς αυτές οι αλλαγές θα επηρεάσουν το κόστος ηλεκτροπαραγωγής της Πτολεμαΐδας V κατά την περίοδο λειτουργίας της;

– Γνωρίζει τους υπολογισμούς της ίδιας της ΔΕΗ σύμφωνα με τους οποίους η Πτολεμαΐδα V θα εκτοπίζεται από μονάδες φυσικού αερίου στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας για τιμές CO2 που υπερβαίνουν τα 30 €/τόνο; Θεωρεί ότι για κάποιο λόγο οι τιμές του CO2 δεν θα φτάσουν σε αυτά τα επίπεδα; Αν ναι, σε ποια μελέτη στηρίζει την εκτίμησή του;

– Αν από την άλλη, οι τιμές CO2 ξεπεράσουν το όριο των 30 €/τόνο και η νέα μονάδα παρουσιάσει ζημιές, πώς εκτιμά ότι θα επηρεαστεί η ΔΕΗ, τα τιμολόγια του ρεύματος αλλά και η τοπική οικονομία; Πώς θα διασφαλιστούν  οι 1000 θέσεις  εργασίας που σύμφωνα με το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας θα προκύψουν από τη σχεδιαζόμενη μονάδα;
– Ανεξαρτήτως του αν τελικά θα προχωρήσει η κατασκευή ή όχι της σχεδιαζόμενης λιγνιτικής μονάδας, υπάρχει κανένας  λόγος για τον οποίο η ΔΕΗ δεν θα έπρεπε να προχωρήσει στην μετατροπή υφιστάμενων ζευγών υδροηλεκτρικών σταθμών της σε αντλησιοταμιευτικούς με στόχο να αποκτήσει η εταιρία στρατηγικό ρόλο στην αυξημένη διείσδυση των ΑΠΕ στο μέλλον;

– Δεδομένου ότι το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας στηρίζει και την κατασκευή της Μελίτης ΙΙ, έχει κάνει υπολογισμούς για την βιωσιμότητα 2 μονάδων για τα επόμενα 30 χρόνια και με βάση ποιες τεχνικοοικονομικές παραδοχές;

– Πότε τοποθετεί το ΤΕΕ ΔΜ την επίτευξη ενός συστήματος ηλεκτροπαραγωγής μηδενικών εκπομπών;

Το WWF Ελλάς θα στηρίξει όλες τις θετικές πρωτοβουλίες που κατά καιρούς έχει αναλάβει το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας όπως η θέσπιση ειδικών κριτηρίων στο «Εξοικονομώ κατ’ οίκον» ανάλογα με την κλιματική ζώνη ενός κτιρίου, στην θέσπιση κινήτρων για θέρμανση με ΑΠΕ, στη δημιουργία παρατηρητήριου αποκατάστασης εδαφών, ή στην ανάδειξη βιομηχανικής κληρονομίας της περιφέρειας. Αναμένουμε επίσης με ενδιαφέρον τα αποτελέσματα της μελέτης που προανήγγειλε το ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας για την εκτίμηση του εξωτερικού κόστους της εκμετάλλευσης λιγνίτη, που αποτελεί άλλωστε πάγιο αίτημα του οικολογικού χώρου εδώ και δεκαετίες.

Η παρέμβαση του ΤΕΕ Δ. Μακεδονίας στην οποία απαντάμε, βρίσκεται εδώ: https://tdm.tee.gr/wp-content/uploads/2015/04/paremvasi-tee-tdm-anaforika-me-tin-kataskeyi-tis-monadas-ptolemaida-v.pdf

Πηγη: Εφ Χρόνος

Σχολιάστε αυτό το άρθρο!

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

%d bloggers like this: