Του Γιάννη Βλατή
Η σύγχρονη πραγματικότητα της ολοένα μεγαλύτερης οικονομικής ανάπτυξης απαιτεί πολύτιμους ενεργειακούς πόρους, αλλά και επενδύσεις ώστε να διασφαλιστεί η πορεία της χώρας στο διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον.
Η Ελλάδα εξασφάλισε τη μέχρι σήμερα ανάπτυξή της μέσω της παραγωγής φθηνής ενέργειας από τον λιγνίτη για όλες τις παραγωγικές δυνάμεις και τα νοικοκυριά της χώρας, ταυτόχρονα όμως συσσώρευσε και πάρα πολλά περιβαλλοντικά προβλήματα στην περιοχή μας.
Βασικός φορέας αυτής της ανάπτυξης ήταν και πρέπει να παραμείνει η ΔΕΗ, αφού απέκτησε πολύτιμη τεχνογνωσία τα τελευταία 50 χρόνια που επιβάλλεται να μην απαξιωθεί και χαθεί με μια αλλαγή πολιτικής, ενώ ο ρόλος της είναι απαραίτητο να διευρυνθεί. Η εισαγωγή και συμβολή του φυσικού αερίου σε αυτή την πορεία, αποτελεί αδήριτη αναγκαιότητα αφενός για τη διατήρηση και χρονική επιμήκυνση της χρήσης των λιγνιτικών μας αποθεμάτων και αφετέρου για τη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Για κανέναν λόγο όμως δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνει το όχημα με το οποίο θα «περάσουν» αυξήσεις τόσο για τους επαγγελματικούς, όσο πολύ περισσότερο και για τους οικιακούς καταναλωτές. Ωστόσο αυτό προϋποθέτει τη συμμετοχή της ΔΕΗ στην παραγωγή ενέργειας με φυσικό αέριο, ώστε να διασφαλιστούν αυτά τα χαμηλά τιμολόγια και να διασωθούν θέσεις εργασίας για την περιοχή του Λιγνιτικού Κέντρου Δυτικής Μακεδονίας.
Επειδή για τους ενεργειακούς πόρους και την εκμετάλλευσή τους ισχύει καθ’ ολοκληρία το γνωστό και πολλές φορές τετριμμένο πως, «δεν μας ανήκουν αλλά τους έχουμε δανειστεί από τις επόμενες γενιές», γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι γνώμονας και κοινή απαίτηση πρέπει να είναι η αειφορία και η προστασία του περιβάλλοντος.