«Αφόντας ανταμώθηκαν το ψέμα κι η αλήθεια,
Στης γης τη σφαίρα επλήθυναν
τα τόσα παραμύθια.» Βηλαράς.
Μια φορά κι έναν καιρό, έναν παλιό καιρό, όταν ο άνθρωπος άρθρωσε νοήμονα λόγο, λένε πως γεννήθηκε ο πρώτος παραμυθάς και το πρώτο μυθολόγημα.
( να’ταν μύθος; Να’τανε παραμύθι;). ..
«Κόκκινη κλωστή δεμένη…» ή «Μια φορά κι έναν καιρό…» είναι τα λόγια με τα οποία τα παραμύθια μας εισάγουν σε άλλους τόπους και χρόνους. Η λέξη παραμύθι, από το παρά+ μύθος, ετυμολογικά συνδέεται με το αρχαίο ρήμα παραμυθοῦμαι, που σημαίνει: δίνω θάρρος,προτρέπω, συμβουλεύω, παρηγορώ.
Το παραμύθι αποτελεί αφήγηση γεγονότων φανταστικών, απίθανων και έχει σκοπό να τέρψει και να διεγείρει τη φαντασία. Γι’ αυτό αποτελεί άριστη τροφή των μικρών παιδιών. Δεν αποτελεί αληθινή ιστορία και κανείς δεν απαιτεί να γίνει πιστευτό. Κινείται στη σφαίρα του ονείρου και του παραλόγου. Τον 12ο αιώνα η διάδοση ήταν προφορική. Σιγά σιγά δημιουργείται και γραπτή παράδοση. Τον 16ο αιώνα στην Αγγλία τυπώνονται οι Μύθοι του Αισώπου, οι ιστορίες του Βασιλιά Αρθούρου. Τον 19ο αιώνα ο Χάνς Κρίστιαν Άντερσεν, ένας κλασικός παραμυθάς ενίσχυσε σημαντικά την καταγραφή των παραμυθιών στην Ευρώπη.
Σήμερα, σε μια εποχή μεγάλων κοινωνικών και πολιτικών ανακατατάξεων, που οδηγούν στην αναδιάρθρωση των ευρωπαϊκών κρατών και ζώντας με μια υλιστική νοοτροπία, η συνοχή του λαού μας επιβάλλεται να στηρίζεται στις παραδόσεις, στα παραμύθια, στα τραγούδια μας. Αυτά είναι τα στοιχεία που προσδιορίζουν την εθνική ταυτότητα και ενότητα. Ίσως ένα παραμύθι να έχει υπέρμετρη απλοϊκότητα, να καταγίνεται με ευτράπελες ιστορίες, φυτά και ζώα ανθρωποποιημένα, να αναφέρεται σε γοργόνες, νεραϊδες, δράκους, σε πεντάμορφες βασιλοπούλες και βασιλόπουλα, σε μεταμορφώσεις των ανθρώπων σε ζώα, σε πύργους με φαντάσματα, όμως το νόημα του βρίσκεται πίσω από τις λέξεις, εκεί που σου κλείνει το μάτι και σου λέει: «Αυτό που ακούς δεν είναι αυτό που θέλω να σου πω. Συμφωνήσαμε πως θα πούμε ψέματα. Μάντεψε, όμως, ψάξε, βρες τι κρύβεται από πίσω…»
Στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε θεωρείται επιτακτική ανάγκη τα παιδιά να στραφούν στην ανάγνωση παραμυθιών γιατί είναι ένας τρόπος φυγής και ισορροπίας. Το παιδί μπορεί να ξεπεράσει πολλά από τα προβλήματά του. Λέγεται ότι κάποια μητέρα ανήσυχη ρώτησε τον Άλμπερτ Αινσταϊν τι θα’ πρεπε να διαβάσει ο γιός της για να γίνει μεγάλος επιστήμονας. Ο Αινσταϊν απάντησε: «Παραμύθια».Ξαναρώτησε η μητέρα: «Πολύ ωραία κι έπειτα;» Η απάντηση ήταν: «Κι άλλα παραμύθια». «Και μετά απ’ αυτά;» Ξαναρώτησε η μητέρα. «Ακόμα κι άλλα παραμύθια», της απάντησε σταθερά ο μεγάλος σοφός. Ας επιδιώξουμε τα παιδιά να μην προσκολλούνται ήδη από πολύ μικρή ηλικία στην οθόνη ενός υπολογιστή, παίζοντας παιχνίδια μέσα από το διαδίκτυο. Την επικίνδυνη αυτή εξάρτηση ας καταπολεμήσουν και οι ενήλικες και ας στραφούν στην ανάγνωση παραμυθιών και βιβλίων,στοιχεία του ανθρώπινου πολιτισμού όπου εμπεριέχεται όλη η γνώση. Θα υπήρχε στασιμότητα σε όλες τις επιστήμες και στις τέχνες δίχως την αχαλίνωτη φαντασία δημιουργικών ανθρώπων, που επηρεάστηκαν διαβάζοντας παραμύθια στην παιδική τους ηλικία.Στην πορεία της ζωής μας, όταν βιώνουμε μια μεγάλη αλλαγή(υπαρξιακή αναζήτηση, εργασιακή αβεβαιότητα, χωρισμούς, πορεία απεξάρτησης, διαδικασία πένθους) το παραμύθι μας λέει ότι δεν είμαστε μόνοι. Μας πλαισιώνουν τα πανανθρώπινα αρχέτυπα, οι ήρωες των παραμυθιών δηλαδή, που μειώνοντας τους φόβους μας, μας παρηγορούν για την περίοδο της ζωής που αποχαιρετάμε και μας παρακινούν να γιορτάσουμε αυτό που έρχεται.
Τα παραμύθια μας λυτρώνουν απ’ότι μας πλήγωσε, μας διδάσκουν να έχουμε ενεργητική στάση απέναντι στη ζωή, να γευόμαστε την κάθε στιγμή χωρίς φόβο, να είμαστε αισιόδοξοι. Αυτό άλλωστε επιδιώκει και η στερεότυπη κατακλείδα του παραμυθιού:
Και ζήσανε αυτοί καλά… Κι εμείς; Καλύτερα!…
ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ ΠΑΠΑΣΥΝΝΕΦΑΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ