Αυτό το άρθρο ΔΕΝ είναι ένα βιωματικό άρθρο. Θα σας γράψουμε για όλα όσα έχουμε ακούσει από τρίτους, για ιστορίες που μας έχουν εκμυστηρευτεί κατά καιρούς διάφοροι γνωστοί και φίλοι.
Αφού ξεκαθαρίσαμε τα αυτονόητα, είμαστε έτοιμοι να πέσουμε με τα μούτρα στo μπαλαμούτι στην καταγραφή του φαινομένου εκείνου που ακούει στο όνομα Στριπτιτζάδικο, το οποίο παίζει να είναι η πιο διαδεδομένη επιχειρηματική κίνηση στο Ελλαδιστάν μετά τα σουβλατζίδικα και τις καφετέριες.
Δεν εξηγείται αλλιώς το γεγονός ότι και στην τελευταία επαρχιακή οδό που θα βρεθείς, είναι πιο πιθανό να πέσεις πάνω σε στριπ κλαμπ παρά σε λακκούβα. Ένα σύντομο πέρασμα στην εγκυρότερη πηγή γύρω από τη συγκεκριμένη θεματολογία, το bourdela.com, θα σε πείσει. (Μιας και το ρίξαμε στις παραπομπές, ρίξε μια ματιά και σε αυτήν εδώ. Θα σου χρειαστεί για την ομαλή ανάγνωση του άρθρου.)Το θέμα μας, όμως, δεν είναι τα μαγαζιά, αλλά οι θαμώνες του.
Οι κύριοι, δηλαδή, που θα δεις στην συνέχεια…
Δεν θα δυσκολευτείς να αναγνωρίσεις τον Φλόκια από τις στάμπες πάνω στο παντελόνι. Το δικό του ή των φίλων του. Αν δεν είναι στο παντελόνι, για καλό και για κακό ρίξε μια ματιά στον καναπέ πριν κάτσεις δίπλα του. Η εκσπερμάτωσή του συνήθως λαμβάνει χώρα προτού καν τον ακουμπήσει η στρίπερ, καθώς η λαιμαργία του για λευκή σάρκα είναι τέτοια που δεν μπορεί να συγκρατήσει τον εαυτό του. Η παρέα του συνήθως τον κράζει γιατί τα ποτά κουνιούνται πάνω στα τραπέζι σε ρυθμό “τον-παίζει-κρυφά-από-κάτω-ο-Φλόκιας”. Ξοδεύει το μισό μηνιάτικο σε πριβέ χορούς με την ελπίδα να πιάσουν κάποτε τόπο τα φλόκια του. Ανεπιτυχώς.
Εργάζεται ως μπογιατζής.
Ο Τάκης (από το «Ευεργετάκης») είναι ο άνθρωπος που έχει χρυσοπληρώσει το μαγαζί. Καθημερινός πελάτης, χτυπάει φιλικά την πλάτη του πορτιέρη που κανένας δεν τολμά να ακουμπήσει, και χαιρετά από μακριά τον DJ με το χέρι με την χρυσή αλυσίδα που κρατάει το πακέτο με τα Marlboro και τον αναπτήρα Hondos Center. Το στριπτιτζάδικο είναι το δεύτερό του σπίτι. Μόνος του σχεδόν πάντα, αράζει στη γωνία, πίνει Ηaig με έναν πάγο σε ψηλό ποτήρι και ψιλοτσεκάρει μήπως και γίνει καμιά μαλακία για να την καρφώσει στον πορτιέρη. Τα κορίτσια του κάνουν δύο χορούς και του χρεώνουν πάντα έναν, γιατί τους έχει φτιάξει περιουσία. Και το αξίζει.
Εργάζεται ως εισοδηματίας.
Θα ήθελε πολύ να είναι Ευεργέτης αλλά δεν μπορεί γιατί δεν έχει φράγκα. Προσπαθεί να γλείψει ό,τι προλάβει στο τσάμπα μέχρι να τον πάρουν χαμπάρι, τρώει πατατάκια, πίνει από τα ποτήρια των άλλων και χαϊδεύει την κοπέλα που κάθεται στα πόδια του φίλου του. Όταν έρθει ένα κορίτσι και κάτσει στα πόδια του, χουφτώνει σαν είναι η τελευταία φορά που πιάνει κώλο αλλά ποτέ ΜΑ ΠΟΤΕ δεν παίρνει χορό. Παλεύει κάθε φορά για να βγάλει στα μουλωχτά “φωτογραφία-γκρο πλαν-κωλόβυζο”, αλλά εγκαταλείπει την προσπάθεια μετά από την πρώτη φάπα του πορτιέρη.
Εργάζεται ως ταξιτζής.
Ναι, αεφέ. Είναι αυτός που θα πάρει το αμόρε από το χέρι και αντί να πάει να φάει κάνα δίπιτο, θα την πάει να “απολαύσουν” παρέακι το lap dance της Σβετλάνας. Ανήκει σε μια περίεργη ομάδα ανθρώπων των οποίων η χρησιμότητα δεν έχει εξακριβωθεί ακόμη από τους επιστήμονες, ωστόσο φήμες αναφέρουν πως είναι τόσο προχώ που οι υπόλοιποι δεν μπορούν να τον νιώσουν. Στην ακραία του μορφή, συναντάται και σε στριπτιτζάδικα για γυναίκες να βαράει παλαμάκια όταν ο Μάκης Στριπάκης τρίβεται πάνω στο κορμί της δικιάς του. Στη δουλειά, στο σπίτι, στο δρόμο, οπουδήποτε τον πετύχετε, ΑΠΟΜΟΝΩΣΤΕ ΤΟΝ κι αν χρειαστεί ασκείστε και βία.
Εργάζεται σε φούρνο (τον άνοιξε από κοινού με τη γυναίκα του).
Δεν θέλει να πηδήξει. Θέλει να ερωτευτεί. Είναι αυτός που θα σταμπάρει μία κοπέλα από την στιγμή που θα μπει μέσα (όχι την πιο όμορφη, αλλά την πιο γλυκιά) και θα βάλει σκοπό της ζωής του να της σώσει τη ζωή. Αφού μάθει τα πάντα για εκείνη, τη χώρα της και την οικογένειά της, θα της δώσει το τηλέφωνό του για να βρεθούν και έξω για να σμπρώξει τζάμπα για να γνωριστούν καλύτερα. Δεν της αξίζει αυτή η δουλειά. Μπορούν να ζήσουν μαζί στο σπίτι του στο χωριό και να της μαγειρεύει τραχανά με τα χεράκια του. Σίγουρα θέλει, το κατάλαβε από το βλέμμα της.
Εργάζεται ως αστυνομικός.
Οκ, η εικόνα μπορεί να μην παραπέμπει επακριβώς στον τίτλο, αλλά καταλαβαίνετε για ποιον τύπο μιλάμε. Τι κι αν έχουν περάσει από το κορμί της τίμιας εργαζόμενης στο στριπτιτζάδικο 8 θύρες γηπέδου; Αυτός εκεί. Θα τη βγάλει τη γλωσσίτσα του. Και θα τη χρησιμοποιήσει κιόλα. Αν του δώσει και λίγο θάρρος η κυρία, το σάλιο που θα αφήσει πάνω της είναι αρκετό για να κάνει καλά τα γραμματόσημα όλου του κόσμου. Μετά το χορό κι αφού οι φίλοι του την πουν για τη λιγουρίαση που επέδειξε, συνήθως απαντά με ένα “αφού μύριζε ωραία αφού!” ή με το κλασικό “είχα θολώσει, ρε μαλάκες, δεν ήξερα τι έκανα. Τσιμουδιά στην Μαρία.“.
Εργάζεται ως ταχυδρόμος.
Η πιο κλασική φιγούρα των στριπτιζάδικων. Βρίσκεται σε bachelor party, που ΦΥΣΙΚΑ έχει περιγράψει στη μέλλουσα σύζυγο ως «χασαποταβέρνα». Πάντα κάποιος θα του φωνάξει «ΕΛΑ Ο,ΤΙ ΠΡΟΛΑΒΕΙΣ ΣΗΜΕΡΑ ΠΟΥ ΕΙΣΑΙ ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΑΚΟΜΑ» και έναςάλλος «Ε ΡΕ ΚΑΙ ΝΑ ΣΕ ΕΒΛΕΠΕ ΤΩΡΑ Η ΜΑΡΙΑ» κι εκείνος αν και ντροπαλός στην αρχή, θα αρχίσει να χαλαρώνει και να μπαλαμουτιάζει δίχως έλεος. Ο κουμπάρος θα του κάνει δώρο το ωραιότερο κορίτσι για πριβέ, αλλά θα είναι ήδη πολύ μεθυσμένος για να νιώσει.
Εργάζεται ως υπάλληλος στην εταιρεία του πεθερού. Ξύνουμε την κούτρα μας μήπως και ξεχάσαμε κανέναν… Τι λες;
trelokouneli.gr