Η συγκλονιστική ιστορία του πυρηνικού ατυχήματος του Τσερνόμπιλ.
Ήταν 26 Απριλίου του 1986 όταν μια σειρά εκρήξεων επέφερε καταστροφή σε παγκόσμια εμβέλεια με έναν αόρατο εχθρό που λέγεται ραδιενέργεια. Ο πυρηνικός σταθμός του Τσέρνομπιλ έμελλε να είναι το σύμβολο της μεγαλύτερης τεχνολογικής καταστροφής του 20ου αιώνα.
Υπήρξαν πολλοί αυτόπτες μάρτυρες της εποχής που παρακολουθούσαν με έκσταση την έκρηξη, καθώς προσέφερε ένα θέαμα εξαιρετικό και πρωτόγνωρο. Κάποιοι πρόλαβαν να το φωτογραφήσουν. Παιδιά με ποδήλατα και οικογένειες περπατούσαν εκείνη την ώρα στη γύρω περιοχή και έζησαν την έκρηξη. Κανείς δεν περίμενε πως μια νέα αποχή φρίκης θα ξεκινούσε για όλους τους κατοίκους της περιοχής και μια νέα παγκόσμια καταστροφή είχε αρχίσει.
Οι Σοβιετικές αρχές ζήτησαν την εκκένωση της περιοχής, κυρίως του Πριπιάτ. Στην αρχή ανέφεραν πως αυτό θα γίνει για λίγες ημέρες. Η πρώτη αίσθηση ήταν πως θα κατασκήνωναν στο δάσος, και οι κάτοικοι το θεώρησαν ευκαιρία για εκδρομή.
Μέσα στον αντιδραστήρα βρισκόταν την ώρα της έκρηξης οχτώ εργάτες, έξι συν δύο που πέθαναν επιτόπου ο ένας κάτω από τα συντρίμμια και δεύτερος ο εικονολήπτης Σισενόκ,ο οποίος πέθανε την επόμενη ημέρα .Οι υπόλοιποι έξι άνδρες, λιώνοντας, σε λίγες ημέρες πέθαναν όλοι τους . Την ημέρα εκείνη θεωρήθηκε πως ήταν τα μοναδικά θύματα.
Αργότερα τα μέτρα έγιναν σκληρά. Όσοι έμεναν στο Τσέρνομπιλ είχαν σίγουρο ραντεβού με το θάνατο . Κανείς δεν ήθελε να εγκαταλείψει το σπίτι του και τα πράγματά του. Απαγορεύτηκε να πάρουν μαζί τους το οτιδήποτε, ούτε ζώα ούτε τρόφιμα ούτε αντικείμενα. Αργότερα μάλιστα στάλθηκαν ομάδες κυνηγών, για να σκοτώσουν τα γατιά και τα σκυλιά στην περιοχή. Οι άνθρωποι δεν αντιλαμβανόταν τον νέο αόρατο εχθρό και το θεώρησαν μια διπλωματική κίνηση ενός ψυχρού πολέμου από την κυβέρνηση.
Οι κάτοικοι που είχαν ζήσει τον πρόσφατο πόλεμο πίστευαν πως τίποτα δεν θα ήταν πιο σκληρό και τίποτα πιο δύσκολο να ξεπεραστεί μετά τον αποτροπιασμό του ανθρώπινου είδους στις πολεμικές διαμάχες. Το «Τσέρνομπιλ» τους επιβεβαίωσε πως το μέλλον δεν φέρνει πάντα τα καλύτερα, πως τα καλύτερα μπορεί να είναι αυτά που ζούμε τώρα. Τίποτα δεν μπορεί να σε προστατεύσει από τις επιπτώσεις της ραδιενέργειας.
Πολλοί κάτοικοι ξαναγύριζαν στην περιοχή, δεν είχαν και που αλλού να πάνε. Στις πόλεις που τους έστελναν δεν τους ήθελαν, η ραδιενέργεια ενυπήρχε μέσα τους και ήταν μεταδιδόταν· ήταν κολλητική. Μέχρι και τους νεκρούς τους έθαβαν σε άλλα κοιμητήρια και με ειδικές προφυλάξεις. Ήταν εγκλεισμένοι από παντού. Πήγαιναν στα σπίτια τους στην γύρω περιοχή τα βράδια και στα κρυφά. Η αστυνομία τους εντόπιζε και τους γύριζε πίσω.
Ένα πυρηνικό εργοστάσιο μέσα σε κατοικημένες περιοχές δεν έχει δικαιολογία ύπαρξης. Λένε πως η σκεπή του εργοστασίου έγινε με πρώτης ποιότητας υλικά ασφαλείας και έλιωσαν. Λένε πως οι στρατιωτικοί το γνώριζαν αρκετό καιρό και θα μπορούσαν να ειδοποιήσουν τον κόσμο αλλά ήταν άκρως απόρρητο, όπως καταγράφει στο βιβλίο «Τσέρνομπιλ» η Σβελτάνα Αλεξίαβιτς.
Η ραδιενεργό διαρροή προκάλεσε κίνδυνο σε όλον τον κόσμο και τα θύματά τους υπήρξαν και υπάρχουν πολλά. Μολύνθηκαν τα τρία τέταρτα του πλανήτη.
Ο τελευταίος αντιδραστήρας του πυρηνικού εργοστασίου συνέχισε να λειτουργεί μέχρι και το 2000, όπου σηματοδοτεί το τέλος της δραστηριότητας του Τσέρνομπιλ. Όχι, όμως, και το τέλος του εφιάλτη όσων παλεύουν με τις επιπτώσεις της ραδιενέργειας στη ζωή τους.
Μια καταστροφή έχει αρχή αλλά δεν έχει τέλος. Οι επιπτώσεις προσαυξάνονται.
Της Λαμπροπούλου Βάιας