Οι προτεινόμενες συγχωνεύσεις δεν εδράζονται σε τεκμηριωμένη προσέγγιση με βάση μια ολοκληρωμένη οικολογική διαχειριστική πρακτική, αλλά αναδεικνύουν μια ισχυρή συγκεντρωτική τάση, η οποία ουδόλως εγγυάται την επιτυχία του εγχειρήματος.
Επιπλέον, τελεί υπό αμφισβήτηση το επιχείρημα της εξοικονόμησης οικονομικών πόρων δεδομένου ότι τα διοικητικά συμβούλια των εν λόγω φορέων είναι μη αμειβόμενα, ενώ οι περισσότερες δράσεις τους χρηματοδοτούνται από Επιχειρησιακά ή ανταγωνιστικά Προγράμματα και δεν δεσμεύουν πόρους από τον τακτικό προϋπολογισμό.
Ιδιαίτερα για τη Δυτική Μακεδονία, μια περιφέρεια με σημαντικότατο οικολογικό απόθεμα, οι προαναφερόμενες εξελίξεις καταγράφονται με αρνητικό πρόσημο, τόσο στην κατεύθυνση της αξιοποίησης των συγκριτικών μας αναπτυξιακών πλεονεκτημάτων, όσο και της εμπέδωσης μιας ισχυρής περιβαλλοντικής διαχειριστικής δομής σε επίπεδο αιρετής περιφέρειας.
Πρωτίστως οι δράσεις ανάδειξης, προστασίας και αξιοποίησης του οικολογικού πλούτου απαιτούν τη συνδρομή και κινητοποίηση του συνολικού Κοινωνικού Κεφαλαίου της περιοχής αναφοράς. Αυτούς αφορά και σε αυτούς απευθύνεται. Οι τοπικές κοινωνίες πρέπει να έχουν τον πρώτο λόγο σε θέματα που σχετίζονται και αφορούν στη διαχείριση του φυσικού περιβάλλοντος, κυρίαρχα όταν το φυσικό περιβάλλον αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο μιας συλλογικής, ιστορικής και πολιτιστικής ταυτότητας.
Εν κατακλείδι, όσον αφορά στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας προτείνουμε οι Εθνικοί της Δρυμοί και οι Υγρότοποί της, (Εθνικός Δρυμός Πίνδου, Εθνικός Δρυμός Πρεσπών, Υγροβιότοπος Λίμνης Καστοριάς), να αποτελέσουν έναν φορέα διαχείρισης, του οποίου οι διαχειριστικές αρμοδιότητες να εκχωρηθούν στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας, που είναι και ο φυσικός τους χώρος, με ξεκάθαρους στόχους και οριοθετημένες ευθύνες για την αποτελεσματικότερη και καλύτερη διαχείρισή τους.
O Περιφερειάρχης Δυτικής Μακεδονίας
Γεώργιος Κ. Δακής