Η σημασία των αγαλμάτων είναι γνωστή. Είναι προφανές ότι μόνον η τεκμηριωμένη προσφορά κάποιου ευπατρίδη μπορεί να δικαιολογήσει την ανέγερση αγάλματος. Για τους περισσότερους «ήρωες» της πόλης γνωρίζουμε στέρεα στοιχεία, και θα ανέμενε κανείς να δει κάποια αγάλματα στην κεντρική πλατεία της πόλης. Όσον αφορά όμως τον μητροπολίτη Ιωακείμ, οι κρίσεις περί αυτού δεν συμφωνούν. Γι’ αυτόν υπάρχει ανέκδοτη διατριβή (Παν. Φίτζιος, ΑΠΘ 2018), μεταπτ. εργασία (Ιωάννα Γρηγοράκη, Πάτρα 2019), μονογραφία (Αλ. Πετρόπουλος 2009) κ.λπ. Η υπάρχουσα βιβλιογραφία ασχολείται κυρίως με την περίοδο 1941-44, η κρίση όμως περί του ανδρός πρέπει να λαμβάνει υπόψιν το σύνολο του βίου.
Η βιβλιογραφική και η δημόσια εικόνα του Ιωακείμ είναι μάλλον θετική, παρά τις ενστάσεις, βασίζεται όμως σε κάποιες ιδεολογικές επιλογές ή και σκοπιμότητες. Η Αριστερά επαινεί τον Ιωακείμ, καθώς ένας μητροπολίτης συντάχθηκε με την αντιστασιακή της δράση (αν και στην Εθνική Αντίσταση δεν συμμετείχε μόνον το ΚΚΕ), ενώ κύκλοι της Εκκλησίας θεωρούν ότι ο Ιωακείμ αποδεικνύει (επικοινωνιακά) ότι η Εκκλησία δεν είναι όργανο μιας συντηρητικής εξουσίας, αλλά είναι «προοδευτική» και «κοντά στον λαό». Αυτό που γνωρίζουν όλοι είναι ότι ο Ιωακείμ συμμετείχε στην Εθνική Αντίσταση ως «πνευματικός αρχηγός του ΕΑΜ»! Δεν γνωρίζω τι να σημαίνει αυτό.
Η προσωπική μου εντύπωση είναι ότι ο Ιωακείμ είναι όντως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, ενώ την ευθύνη γι’ αυτό φέρει ο ίδιος, καθώς οι πράξεις του δεν χαρακτηρίζονται από συνέπεια και σταθερότητα. Θα έτεινα λοιπόν προς κάποια αρνητική κρίση για τον άνδρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Ιωακείμ κατέλιπε τα υπάρχοντά του στον παλιό αθηναϊκό σύλλογο «Φίλοι του λαού», που δεν φημίζεται για «προοδευτικότητα». Σημειωτέον, ο Ιωακείμ διέμενε στη γειτονιά μου στο Παγκράτι (οδός Κρησίλα), ενώ κάποιος γνωστός μου υπερήλικας Αθηναίος της γειτονιάς τον θυμότανε και μου υπέδειξε την πολυκατοικία όπου εγκαταβίωνε ώς τον θάνατό του (1962).
Πριν λοιπόν από τη διαμάχη για τον χώρο τοποθέτησης του αγάλματος του Ιωακείμ, πρέπει να αναρωτηθεί κανείς γιατί πρέπει να στηθεί ανδριάντας του σε κάποιο σημείο της πόλης. Προσωπικά, θα πρότεινα να υπάρξει πρώτα σοβαρή συζήτηση περί του βίου και της εποχής του σε κάποια Ημερίδα. Ηρωικές μορφές βέβαια κατά την Κατοχή υπήρξαν στην Κοζάνη, όπως ο μαρτυρικός αρχιμ. Ιωακείμ Λιούλιας και ο αρχιμ. Αυγουστίνος Καντιώτης, που οργάνωνε συσσίτια. Αν πρέπει να τιμηθεί η μνήμη κάποιων ανδρών, είναι αυτή των δύο ανωτέρω (και άλλων), παρά του Ιωακείμ.
Για το ανέκδοτο βιβλίο: Παλαιότερα ο αείμνηστος Χρ. Μπέσας μου εμπιστεύθηκε την επιμέλεια έργου του, αναφερόμενου στην Κοζάνη της περιόδου 1920-46 (ως συνέχεια του «Χρονικού της Κοζάνης 1914-1919») και μόνον εν μέρει στον Ιωακείμ. Στο έργο παρατίθενται αποσπάσματα από τοπικές εφημερίδες σε χρονολογική ακολουθία, ενώ ενίοτε ο ερανιστής προβαίνει σε κάποιο σχόλιο. Η άποψη πάντως του συγγραφέα περί του Ιωακείμ είναι αρνητική, ενώ ο ίδιος θεωρεί ότι δεν δικαιολογείται απόδοση τιμής διά ανδριάντος. Αναφέρει χαρακτηριστικά στα συμπεράσματα: «O Ιωακείμ παρουσίασε σημαντικό κοινωνικό και εκκλησιαστικό έργο … όταν αντιμετώπιζε σκληρή κριτική και κινδύνευε, άλλαζε προσανατολισμό, ακόμη και κομματικό, ή δήλωνε έγγραφη μετάνοια … ήταν παρορμητικός και πολλές φορές προτιμούσε τη δίνη της κοσμικής ζωής από τη στερημένη ζωή ενός ειλικρινά θρησκευόμενου επισκόπου». Επίσης, για την Κοζάνη: «Tο όνειρό του ήταν να φύγει από αυτόν τον τόπο μιαν ώρα αρχύτερα. Eξάλλου, όλη η καθόλου ευκαταφρόνητη περιουσία του βρισκόταν στην Aθήνα. Tη διαμοίρασε με διαθήκη του σε φορείς και πρόσωπα, ενώ στην Kοζάνη άφησε μόνον μία από τις αρχιερατικές του στολές».
Δυστυχώς, ο αείμνηστος Χρ. Μπέσας δίστασε να προχωρήσει στην έκδοση του έργου, πιθανόν επειδή χρειαζόταν περαιτέρω επεξεργασία. Ειδικότερα, απαιτείται έλεγχος των παραθεμάτων, καθώς αρκετά δεν παραπέμπουν σε ονομασία εφημερίδας ή σε φύλλο, ενώ κάποια μεταγράφηκαν ελαφρώς τροποποιημένα. Προβλήματα αποτελούν ακόμη η δομή, οι βιβλιογραφικές παραπομπές, η έλλειψη Εισαγωγής, Εικόνων και Ευρετηρίου. Τέλος, στα συμπεράσματα ο συγγραφέας παραδόξως αναφέρεται στον Ιωακείμ, ενώ το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου αναφέρεται στην Κοζάνη του 1920-46. Παραλείπω άλλες ελάσσονες δυσκολίες. Το έργο του Χρ. Μπέσα, χωρίς να μπορεί να χαρακτηρισθεί επιστημονική ιστορική μελέτη, αποτελεί θησαυρό πληροφοριών, χρήσιμων στον μελετητή της τοπικής ιστορίας, αλλά και συναρπαστικό ανάγνωσμα, ενώ φωτίζει σημαντικά την προσωπικότητα του Ιωακείμ.
Διαφύλαξα το ηλεκτρονικό αρχείο εδώ και χρόνια, στην επεξεργασμένη και σελιδοποιημένη μορφή, έτοιμη προς έκδοσιν (500 σελ., με Πρόλογο, αλλά χωρίς Εισαγωγή, Εικόνες, Ευρετήριο), ενώ μου μετεφέρθη ότι υπάρχει και άλλο παρόμοιο αρχείο (δηλώνω πλήρη άγνοια). Προσωπικά, δεν δημοσίευσα τίποτε και ποτέ από την εργασία του ευπατρίδη Χρ. Μπέσα, τηρώντας απαρέγκλιτα τη συγγραφική δεοντολογία και τιμώντας τη μνήμη του συγγραφέα. Σημειωτέον ότι παλαιότερα κατεβλήθη προσπάθεια μέσω της «Εταιρείας Δυτικομακεδονικών Μελετών» να εκδοθεί το έργο σε συνεννόηση με τον Δήμο Κοζάνης και τους κληρονόμους, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το επεξεργασμένο αρχείο που κατέχω είναι στη διάθεση του Δήμου Κοζάνης και σήμερα.
Όσον αφορά τον ανδριάντα του Ιωακείμ, προσωπικά θεωρώ ότι δεν χρειάζεται να επανατοποθετηθεί. Αφού όμως στηθεί (προφανώς όχι στην κεντρική πλατεία), θα συμβολίζει την τραγική, ρευστή και αμφιλεγόμενη εποχή της Κατοχής, με όσα δεινά επέφερε.