Στις 5 Απρίλη 1944 ο συνταγματάρχης Καρλ Σύμερς, επικεφαλής του 7ου Συντάγματος της 4ης Μεραρχίας Τεθωρακισμένων Γρεναδιέρων της Αστυνομίας των Ες Ες, ο οποίος είχε οδηγήσει το στράτευμά του στην Ελλάδα με σκοπό να καταπνίξει την αντιφασιστική Αντίσταση των Ελλήνων ασκώντας βία και τρομοκρατία στον άμαχο πληθυσμό, δίνει την εντολή της εκτέλεσης των κατοίκων της Κλεισούρας, της μικρής πόλης στην Καστοριά.
Το απόγευμα της ίδιας μέρας 280 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων νήπια, έγκυες γυναίκες, παιδιά, γέροντες και ανήμποροι κείτονται άταφοι στους δρόμους της αρχοντικής πόλης, σφαγιασμένοι από τις ξιφολόγχες των ανδρών του άτεγκτου συνταγματάρχη, του «τιμημένου» από τον ίδιο τον Χίτλερ με τον σιδηρούν σταυρό ανδρείας! Ναζιστικής δηλαδή βίας και απανθρωπιάς.
Αν και η Σφαγή της Κλεισούρας χαρακτηρίστηκε ακόμη και από ανώτερα πολιτικά κλιμάκια των Ναζί ως «λουτρό αίματος», ο Σύμερς δεν τιμωρήθηκε ποτέ γι’ αυτό.
Δύο μήνες μετά στις 10 Ιούνη 1944, οι άνδρες του εισέβαλαν στο Δίστομο και σφαγίασαν με απερίγραπτο σαδισμό 223 κατοίκους, αποδεικνύοντας ότι τα αποτρόπαια εγκλήματα κατά του άμαχου πληθυσμού ήταν προγραμματισμένες στρατιωτικές ενέργειες και όχι ‘’αυθόρμητες αντιδράσεις’’ στα πλαίσια των πολεμικών επιχειρήσεων, όπως μέχρι σήμερα κάποιοι διατείνονται.
Την Κλεισούρα και το Δίστομο ενώνουν οι δεσμοί του αίματος και της μνήμης. Του κοινού αίματος των αθώων που μαρτύρησαν κάτω από τη μάστιγα του ναζισμού, του αίματος που ζητάει Δικαίωση. Και της κοινής τραυματικής μνήμης του ναζιστικού εγκλήματος, αλλά και της δύσκολης επιβίωσης των κατοίκων.
Ως Δήμαρχος Διστόμου-Αράχωβας-Αντίκυρας, ως Αντιπρόεδρος του Δικτύου Μαρτυρικών Πόλεων και Χωριών της περιόδου 1940-1945, αλλά και ως μέλος του Εθνικού Συμβουλίου Διεκδίκησης Πολεμικών Οφειλών, καταθέτω στέφανο τιμής στη μνήμη των 280 θυμάτων και μεταφέρω ένα μήνυμα στον Δήμαρχο Καστοριάς, κ. Γιάννη Κορεντσίδη:
“Όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσοι διέπραξαν εγκλήματα κατά της Ανθρωπότητας πρέπει να πληρώσουν”.
Με τιμή,
Ο Δήμαρχος
Διστόμου Αράχωβας Αντίκυρας
Ιωάννης Σταθάς