giapraki.com

Ο Νίκος Μάντζαρης για την Μεταλιγνιτική εποχή – Συνέντευξη στην Δήμητρα Καραγιάννη 

Ο Νίκος Μάντζαρης για την Μεταλιγνιτική εποχή: «Είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί εκείνο το επενδυτικό κλίμα στην περιοχή που θα προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία για τη Δυτική Μακεδονία»

     Η απολιγνιτοποίηση της χώρας είναι πια πολύ κοντά. Μέχρι το 2028, όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός, οι λιγνιτικές μονάδες θα κλείσουν και μια καινούρια εποχή θα αρχίσει. Πολλές συζητήσεις γίνονται πλέον για το καυτό αυτό θέμα. Όλοι μιλούν για μια δίκαιη μετάβαση και για μια ομαλή αλλαγή που θα διαμορφώσει τις κατάλληλες συνθήκες, ώστε να υπάρξουν εναλλακτικές για τις περιοχές που πλήττονται περισσότερο. Η αλλαγή αυτή δε σημαίνει μόνο αλλαγή στα οικονομικά δεδομένα ή στην απασχόληση και το παραγωγικό μοντέλο. Σημαίνει μια τεράστια αλλαγή στην κοινωνία, στον τρόπο σκέψης και ζωής. Η Δυτική Μακεδονία στήριξε για χρόνια την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Και τώρα βρίσκεται μπροστά σε μια νέα πραγματικότητα, την οποία καλείται να αντιμετωπίσει και να ξεπεράσει. 

     Το θέμα είναι πολυδιάστατο και αποτελεί αφορμή για βαθύ προβληματισμό. Ίσως είναι η πρώτη φορά που η περιοχή μας αναγκάζεται να ψάξει για άλλες λύσεις, να αναζητήσει άλλους τρόπους και να φανταστεί το αύριο με έναν τρόπο εντελώς διαφορετικό από αυτόν που έχει συνηθίσει.

     Ο Νίκος Μάντζαρης, Αναλυτής Πολιτικής, Εκπρόσωπος «The Green Tank», προσεγγίζει το θέμα σφαιρικά, δίνοντας ερμηνείες και κάνοντας μία εις βάθος ανάλυση του ζητήματος της μετάβασης στην Μεταλιγνιτική εποχή.

 

 

 

 

Νομίζω ότι, όποιος παρακολουθούσε τα στοιχεία και τις προβλέψεις για την εξέλιξη των οικονομικών μεγεθών που σχετίζονται με τη λιγνιτική βιομηχανία, το περίμενε. Οι τιμές του διοξειδίου του άνθρακα έχουν εκτοξευθεί σε δυσθεώρητα ύψη και κανένας σοβαρός αναλυτής δεν προβλέπει αντιστροφή της τάσης, ακριβώς γιατί η άνοδος αυτή είχε σχεδιαστεί πρακτικά από όλες τις πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο πλαίσιο της αναθεώρησης της σχετικής οδηγίας. Επίσης, οι ΑΠΕ ειδικά στη χώρα μας έχουν καταστεί εδώ και καιρό οικονομικά ανταγωνιστικότερες του λιγνίτη και επομένως η επιμονή στον λιγνίτη θα οδηγούσε σε άνοδο των τιμών της ηλεκτρικής ενέργειας για όλους τους Έλληνες πολίτες. Η κυβέρνηση είδε κατάματα αυτά τα δεδομένα και συνειδητοποίησε ότι η εξίσωση του λιγνίτη δεν λυνόταν πλέον, ειδικά υπό το πρίσμα της πολύ δύσκολης οικονομικής κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει η ΔΕΗ.  

 

 

 

 

Απολιγνιτοποίηση σημαίνει πρακτικά την σταδιακή απόσυρση όλων των λιγνιτικών μονάδων ως το 2028. Πρώτα θα πρέπει να αποσυρθούν οι παλαιότερες λιγνιτικές μονάδες που έχουν τη χαμηλότερη απόδοση και το υψηλότερο κόστος ηλεκτροπαραγωγής, καθώς αυτές ζημιώνουν περισσότερο την ΔΕΗ. Κανονικά, οι πρώτοι σταθμοί που πρέπει να αποσυρθούν είναι αυτοί του Αμυνταίου και της Καρδιάς, οι οποίοι εκτός από την οικονομική διάσταση, συμπεριλαμβάνονται ανάμεσα στους πιο ρυπογόνους στην Ευρώπη, ενώ η συνέχιση της λειτουργίας τους σήμερα, μετά την εξάντληση των 17.500 ωρών λειτουργίας που δικαιούνταν, παραβιάζει και την Ευρωπαϊκή περιβαλλοντική νομοθεσία, όπως άλλωστε φαίνεται και από την προειδοποιητική επιστολή που έστειλε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη χώρα μας τον Ιούλιο. 

 

 

 

 

Η υπόθεση της μετάβασης στην μεταλιγνιτική περίοδο είναι καινούρια. Ό, τι έχει γίνει, οφείλεται στην επιμονή πολύ λίγων ανθρώπων που δραστηριοποιήθηκαν τόσο σε τοπικό, όσο και σε εθνικό ή πανευρωπαϊκό επίπεδο, και οι οποίοι επέλεξαν να αντιμετωπίσουν στα ίσα την πλειοψηφία η οποία επέμενε (και δυστυχώς εξακολουθεί να επιμένει)  στη διατήρηση του λιγνιτικού status quo, όταν όλο το σύμπαν έδειχνε πως η απολιγνιτοποίηση ήταν μονόδρομος. 

Σαν αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής, η Δυτική Μακεδονία έγινε μια από τις 4 πρώτες πιλοτικές περιφέρειες που εντάχθηκαν στη φιλόδοξη πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Coal Regions in Transition. Είναι, επίσης, μια από τις μόλις δύο λιγνιτικές περιφέρειες της ΕΕ που δέχεται την τεχνική βοήθεια της Παγκόσμιας Τράπεζας για την κατάρτιση ενός αναλυτικού οδικού χάρτη μετάβασης σε βιώσιμες οικονομικές δραστηριότητες. Επιπλέον, η Ελλάδα έγινε η πρώτη χωρά στην Ευρωπαϊκή Ένωση που εφάρμοσε στην πράξη την σχετική πρόβλεψη της οδηγίας για το χρηματιστήριο ρύπων, διοχετεύοντας τμήμα των δημοσίων εσόδων από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων διοξειδίου του άνθρακα στην δίκαιη μετάβαση των τριών λιγνιτικών περιφερειακών ενοτήτων της χωράς. Τέλος, η Ελλάδα είναι μία από τις πολύ λίγες χώρες στην ΕΕ που συμπεριέλαβε τη στροφή της οικονομίας των λιγνιτικών της περιοχών στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) με ορίζοντα το 2030. 

Προφανώς και βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή, καθώς ακόμα δεν έχει ξεκινήσει κανένα έργο στο πλαίσιο της μετάβασης, αλλά η πρόοδος που έχει γίνει σε πολιτικό επίπεδο τα τελευταία τρία χρόνια, είναι σημαντική.

 

 

Είναι γεγονός ότι η εξάρτηση της περιφερειακής οικονομίας στην Δ. Μακεδονία από τη λιγνιτική δραστηριότητα είναι πολύ μεγάλη. Έχουν κατατεθεί διάφορες προτάσεις κατά καιρούς για την ανάπτυξη εναλλακτικών οικονομικών δραστηριοτήτων με στόχο τη διαφοροποίηση και την άμβλυνση αυτής της εξάρτησης. Οι πιο πρόσφατες είναι από την ΑΝΚΟ, αλλά και το WWF Ελλάς το 2016, το οποίο σε συνεργασία με το Πάντειο Πανεπιστήμιο, πρότεινε την ανάπτυξη 12 βιώσιμων οικονομικών δραστηριοτήτων σε βάθος δεκαπενταετίας που κατά καιρούς είχαν προτείνει και τοπικοί φορείς. Ανάμεσά τους, οι ΑΠΕ, η εξοικονόμηση ενέργειας, η ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα, η διαχείριση απορριμμάτων, η ενίσχυση της καινοτομίας και της έρευνας στα πανεπιστήμια και τα ερευνητικά κέντρα κλπ. Η μελέτη αυτή έδειξε, επίσης, ότι με επένδυση 2,35 δις (λιγότερο, δηλαδή, από το κόστος εγκατάστασης των δύο νέων λιγνιτικών μονάδων της Πτολεμαΐδας 5 και της Μελίτης 2 που σχεδιάζονταν τότε) είναι δυνατόν να δημιουργηθούν σχεδόν διπλάσιες θέσεις εργασίας και περισσότερο από διπλάσιο τοπικό εισόδημα σε σχέση με αυτά που θα χαθούν από την προγραμματισμένη απόσυρση λιγνιτικών μονάδων στην περιοχή.  Τέλος, ιδιαίτερο ενδιαφέρον και δυναμική παρουσιάζουν οι τεχνολογίες αποθήκευσης ενέργειας οι οποίες μπορούν να αξιοποιηθούν για τη μετατροπή των λιγνιτικών μονάδων σε αποθήκες ηλεκτρικής ενέργειας, διατηρώντας έτσι και σημαντικό αριθμό εργαζομένων της περιοχής στον ενεργειακό τομέα.        

 

 

Υπάρχουν διάφορα παραδείγματα μετάβασης στη μεταλιγνιτική εποχή, τόσο στην Ευρώπη, όσο και πέρα από αυτή. Το πιο μεγάλης κλίμακας πετυχημένο παράδειγμα είναι αυτό στην περιοχή του Ρουρ στην Δυτική Γερμανία, όπου το τελευταίο ορυχείο λιθάνθρακα έκλεισε οριστικά τον Δεκέμβριο του 2018 με βάση απόφαση της κυβέρνησης που λήφθηκε 7 χρόνια πριν. Παρά τις έντονες διαφωνίες πολλών φορέων και ιδιαίτερα των εργαζομένων, μέσα από συντεταγμένο διάλογο φορέων, κυβέρνησης, εταιρίας διαμορφώθηκε σχέδιο, το οποίο διασφάλισε ότι κανείς δεν έμεινε πίσω. Στον αντίποδα βρίσκεται η περιοχή του Μπόμποβ Ντολ στη Βουλγαρία, όπου η μετάβαση συντελέστηκε ήδη, αλλά με πολύ βίαιο τρόπο καθώς κανείς δεν σχεδίασε εγκαίρως με αποτέλεσμα να βρεθεί η τοπική κοινωνία παντελώς απροετοίμαστη για την νέα πραγματικότητα.   

 

 

Το Εθνικό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης θεσπίστηκε το 2018 ενώ με Κοινή Υπουργική Απόφαση που υπεγράφη τον Απρίλιο του 2019, διοχετεύτηκε το 6% των δημοσίων εσόδων από τη δημοπράτηση δικαιωμάτων εκπομπών CO2 στην ανάπτυξη άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων στην Κοζάνη, την Φλώρινα και την Αρκαδία. Για το 2018 μόνο, το αντίστοιχο ποσό είναι 30 εκ. ευρώ. Όμως 6 μήνες μετά τη θέσπιση αυτού του ταμείου, δεν έχει ακόμα εκταμιευτεί τίποτε. 

 

 

Τα 30 εκ. ευρώ είναι και για τις 3 λιγνιτικές περιοχές της χώρας και μόνο για το 2018. Είναι προφανές ότι αυτά τα χρήματα, ακόμα και αν υπάρξει δέσμευση να καταβάλλονται κάθε χρόνο ως το 2028 που θα ολοκληρωθεί η απολιγνιτοποίηση, δεν επαρκούν για να αντιμετωπίσουν την πρόκληση του μετασχηματισμού των τοπικών οικονομιών. Πρέπει απαραιτήτως να συμπληρωθούν με πόρους  από το νέο ΕΣΠΑ 2021-2028 και φυσικά από το υπό διαμόρφωση Ευρωπαϊκό Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης. Η Ελλάδα είναι η πρώτη χώρα από τις λιγνιτοπαραγωγές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που δεσμεύτηκε για πλήρη απολιγνιτοποίηση και, επομένως, δικαιούται κεφάλαια για να κάνει τη δέσμευση πράξη. Αλλά πέρα από τους ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους, είναι απαραίτητο να δημιουργηθεί εκείνο το επενδυτικό κλίμα στην περιοχή που θα προσελκύσει ιδιωτικές επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία για τη Δυτική Μακεδονία.  

 

 

Είναι σαφές ότι η πρόκληση είναι μεγάλη, αλλά όχι ανυπέρβλητη. Με σχέδιο, όραμα και πόρους η περιοχή μπορεί να μεγαλουργήσει και να γίνει πρότυπο αλλαγής και μετασχηματισμού, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και την ευρύτερη περιοχή των Βαλκανίων και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.  

 

 

Όχι ένας φορέας, αλλά πολλοί. Το κλειδί βρίσκεται στην πολυσυμμετοχικότητα, όχι μόνο σε τοπικό επίπεδο, αλλά και σε εθνικό. Ως Green Tank προτείναμε την ίδρυση μιας επιτροπής στην οποία θα συμμετέχουν εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης, των υπουργείων, των εργαζομένων, της κοινωνίας των πολιτών, της επιστημονικής κοινότητας, της ΔΕΗ και των τοπικών κοινωνιών, η οποία θα επιφορτιστεί με την κατάρτιση και υλοποίηση αναλυτικού σχεδίου για την επόμενη μέρα των λιγνιτικών περιοχών της χώρας.  

 

 

Η Παγκόσμια Τράπεζα έχει προσληφθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την πρωτοβουλία της Coal Regions in Transition για να εκπονήσει αναλυτικό σχέδιο για τη μετάβαση της Δ. Μακεδονίας στη μεταλιγνιτική περίοδο, που περιλαμβάνει προτάσεις για αποκατάσταση των εδαφών, την ανάπτυξη εναλλακτικών οικονομικών δραστηριοτήτων και συστήματος διακυβέρνησης της διαδικασίας μετάβασης. Η διάρκεια του έργου είναι 1,5 χρόνος και θα ολοκληρωθεί τον Ιούνιο του 2020.   

 

 

Το θέμα είναι περίπλοκο και πρέπει γι’ αυτό να αποφανθούν οι ειδικοί επιστήμονες, αλλά σαφώς ο τρόπος αντικατάστασης και αξιοποίησης των εδαφών θα πρέπει να είναι ισχυρή συνάρτηση του μίγματος των οικονομικών δραστηριοτήτων που θα αναπτυχθούν στην περιοχή. Για παράδειγμα, άλλη διαδικασία αποκατάστασης απαιτείται για καλλιεργήσιμη γη και άλλη για εγκατάσταση φωτοβολταϊκών.   

 

 

Είμαι αισιόδοξος, με την προϋπόθεση ότι δεν χαθεί θα επιπλέον χρόνος από τους τοπικούς φορείς στην άρνηση της πραγματικότητας και της προσπάθειας αντιστροφής μιας ειλημμένης απόφασης, αλλά αντιθέτως θα υπάρξει εστίαση στο σχέδιο για την επόμενη μέρα και στην υλοποίησή του στο πλαίσιο δομημένου διαλόγου υπό την αιγίδα της κυβέρνησης. 

 

(Αναδημοσίευση από την εφημ. «Θάρρος»)

 

Exit mobile version