Οι αμερικανικές εκλογές – Γράφει ο Απόστολος Παπαδημητρίου

By on 02/12/2020

Στις πρόσφατες αμερικανικές εκλογές έστρεψαν την προσοχή τους και πολλοί πολίτες ευρωπαϊκών χωρών. Ίσως αυτό να οφείλεται στην ιδιαίτερη ενασχόληση και των ευρωπαϊκών μέσων ενημέρωσης με την προεκλογική κίνηση των υποψηφίων προέδρων. Άξιο παρατήρησης είναι ότι τα κατεστημένα μέσα των οικονομικά ισχυρών αλλά και των κυβερνήσεων σε συγχορδία υποστήριζαν τον ένα υποψήφιο. Από την άλλη πολλοί πολίτες τάχθηκαν με τον μη υποστηριζόμενο διαχέοντας την άποψη ότι αυτός μάχεται το κατεστημένο και, καθώς δίνει αγώνα κατά της παγκοσμιοποίησης, αποτελεί ελπίδα για τον πλανήτη μας! 

Εκείνο που εντυπωσιάζει στο πολιτικό προσκήνιο των ΗΠΑ είναι η διαχρονική σταθερότητα των δύο κομματικών σχηματισμών που εναλλάσσονται στην εξουσία και η παντελής αδυναμία σχηματισμού ενός τρίτου. Οι δύο αυτοί σχηματισμοί αποκαλούνται «δημοκρατικοί» χρησιμοποιώντας ο μεν την ελληνική λέξη δημοκρατία και ο άλλος τη λατινική (res publica). Και οι δύο λοιπόν αυτοπροβάλλονται ως προασπιστές των δημοκρατικών ιδεωδών και της ελευθερίας, την οποία οι Αμερικανοί των ΗΠΑ συμβολοποίησαν με το τεράστιο άγαλμα στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Στοιχειώδης ενασχόληση με τα συμβαίνοντα στην πολιτική σκηνή της χώρας αυτής, της μοναδικής πλέον πλανητικής δύναμης, είναι εύκολο να οδηγήσει σε συμπεράσματα, τα οποία καταρρίπτουν την καλλιεργούμενη ψευδαίσθηση περί σεβασμού της δημοκρατίας και της ελευθερίας στη χώρα αυτή. Κατ’ αρχήν ο προεκλογικός αγώνας απαιτεί τη διάθεση πακτωλού χρημάτων, τα οποία προσφέρουν σταθερά πανίσχυροι οικονομικοί παράγοντες. Ασφαλώς δεν νοιάζονται τόσο αυτοί να εκλεγεί από τους δύο ο προσφέρων περισσότερες εγγυήσεις σεβασμού στη δημοκρατία. Σταθερός στόχος τους διά βίου είναι η αύξηση των κερδών. Είναι λοιπόν ευνόητο ότι μετά την εκλογή οι υποστηρίξαντες οικονομικά τον σχηματισμό, που εξήλθε νικητής από την εκλογική μάχη, έχουν λόγο ακόμη και για τη σύνθεση της κυβέρνησης. Στοιχεία παρέμβασης στο επίπεδο αυτό έχουν διαρρεύσει κατά καιρούς. 

Τί συμβαίνει άραγε με τους οικονομικά ισχυρούς που στήριξαν τον αποτυχόντα συνδυασμό; Πέφτουν στη δυσμένεια, με συνέπεια να βλέπουν τα κέρδη τους κατά την πενταετία που ακολουθεί να μειώνονται. Κάποιοι συνεπαρμένοι ακόμη από το «αμερικανικό όνειρο» ίσως σπεύσουν να τονίσουν ότι υπό συνθήκες ελευθερίας και δημοκρατίας σε ανοικτή αγορά αυτό δεν συμβαίνει. Πλέον σημαντικό όμως είναι άλλο ερώτημα. Υπάρχει πράγματι σύγκρουση και μάλιστα σφοδρή μεταξύ των οικονομικά ισχυρών ή όλο το προεκλογικό σκηνικό έχει πολλά χαρακτηριστικά θεατρικής παράστασης; Αυτά τα διαφορετικά οικονομικά συμφέροντα, αν υπάρχουν, οδηγούν στη χάραξη και σαφώς διακριτών πολιτικών; Κάτι τέτοιο δεν είναι και πολύ ορατό.

Στην προηγούμενη προεκλογική αναμέτρηση είχε εξέλθει νικητής ο Τραμπ  αξιοποιώντας στοιχεία κατά της αντιπάλου του Κλίντον. Πολύς θόρυβος  είχε προκληθεί τότε με την καταγγελία των δημοκρατικών για ανάμειξη της Ρωσίας υπέρ του Τραμπ με τη διάθεση των στοιχείων εκείνων. Η κοινή γνώμη δεν στάθηκε στα στοιχεία καθ’ εαυτά, αν δηλαδή ήταν αληθινά ή ψεύτικα, αλλά στο ποιος τα έθεσε στη διάθεση του Τραμπ. Ασφαλώς ήταν αληθινά και έδειχναν το μέγεθος της διάβρωσης των «δημοκρατικών». Ας επισημανθεί ακόμη ότι οι «δημοκρατικοί» αποδείχθηκαν γεράκια του πολέμου. Από τον βομβαρδισμό της Σερβίας ξεκινώντας πέρασαν στη Μέση Ανατολή, την οποία ρήμαξαν. Ο Ομπάμα έλαβε το βραβείο Nobel ειρήνης με βάση τις διακηρύξεις του στην ανάληψη της προεδρίας και όχι με την παράδοση αυτής, για να φανεί ακόμη μια φορά ο ξεπεσμός της νορβηγικής επιτροπής της αρμόδιας για την αξιολόγηση των προτάσεων. Βέβαια και οι κομματικοί τους αντίπαλοι ρήμαξαν το Αφγανιστάν μετά από την αινιγματική κατάρρευση των διδύμων πύργων. 

Ο Τραμπ έδωσε πολλές ελπίδες σε αρκετούς όχι μόνο Αμερικανούς πολίτες, αλλά και άλλων χωρών. Πολλοί διείδαν προσέγγιση προς τη Ρωσία και το Ιράν και αποκλιμάκωση της διεθνούς έντασης. Αυτό δεν συνέβη. Κατά το καθιερωμένο επισκέφθηκε πρώτα τη Σαουδική Αραβία, την άκρως ολιγαρχική, πιστή σύμμαχο των «δημοκρατικών» ΗΠΑ. Έκαναν τον απολογισμό της κοινής δράσης τους για τη συντριβή του Άσαντ και ο Αμερικανός πρόεδρος επωφελήθηκε για μια νέα συμφωνία πώλησης στρατιωτικού εξοπλισμού. Άραγε οι βιομήχανοι οπλικών συστημάτων ανήκουν σταθερά στο ρεπουμπλικανικό κόμμα και παραμένουν με αναδουλειές, όταν κυβερνούν οι «δημοκρατικοί»; Και ποιοι τότε πούλησαν όπλα στους αντιμαχόμενους στους πολέμους που οι «δημοκρατικοί» προκάλεσαν; Θα μάθουμε ποτέ πόσο στοίχισε στη χώρα μας ο βομβαρδισμός της Σερβίας; Το δεύτερο ταξίδι πραγματοποίησε ο Τραμπ στο Ισραήλ. Έκπληξη όντως είναι ότι υπήρξε το δεύτερο και όχι το πρώτο! Ας μη περιμένουμε από τους βαθυστόχαστους αναλυτές να μας εξηγήσουν, γιατί ο κάθε Αμερικανός πρόεδρος θεωρεί υποχρέωση να αρχίζει τις διεθνείς επαφές του από αυτό το κρατίδιο, το γιγαντιαίο σε ισχύ. Πάντως ακολούθησε ευθύς η αλλαγή στη χρήσης διπλωματικών όρων. Η Ρωσία παρέμεινε χώρα, που τη χωρίζουν πολλά από τη Δύση, παρά την αλλαγή του καθεστώτος, και το Ιράν αποτελεί και για τον απερχόμενο πρόεδρο κίνδυνο για τη διεθνή ειρήνη. Πάντως νέο πόλεμο δεν προκάλεσε ο Τραμπ.

Πέρα από τις εκκεντρικότητες ενός κακομαθημένου πολυεκατομμυριούχου είδαμε και κάποιες κινήσεις, οι οποίες θα ερμηνευτούν ίσως στο μέλλον. Η επιθετικότητα κατά της Γερμανίας αλλά και της Κίνας, την οποία ο Τραμπ ενοχοποίησε για τον κορονοϊό δείχνουν διάθεση άμυνας στον τομέα του εμπορίου. Οι υπέρμαχοι μέχρι τώρα της ελεύθερης αγοράς, δηλαδή της ασυδοσίας των οικονομικά ισχυρών, αναδιπλώνονται προκειμένου να ισχυροποιήσουν παρεμβατικά την οικονομία της χώρας τους, που δοκιμάζεται από τον τεράστιο όγκο εισαγωγών, παρά την ανεξέλεγκτη κυκλοφορία δολαρίων και τον εξαναγκασμό πολλών χωρών να διενεργούν τις διεθνείς συναλλαγές σ’ αυτό το νόμισμα. Σύγκρουση οικονομικών συμφερόντων ή μία ακόμη θεατρική παράσταση προς διασπορά σύγχυσης; Πάντως και οι ΗΠΑ δοκιμάζουν παρόμοιο πρόβλημα με την ΕΕ, καθώς μεγάλος αριθμός επιχειρήσεων έχουν μεταφερθεί στο Μεξικό για τους ίδιους λόγους. Η ΕΕ, πιο «δημοκρατική», ακόμη καθεύδει. Από τις κινήσεις αυτές του Τραμπ μέχρι του να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι πολεμά την παγκοσμιοποίηση η απόσταση είναι τεράστια. Και όμως οι πολλοί οπαδοί του ακόμη και εκτός ΗΠΑ τον προβάλλουν ως ελπίδα για τον πλανήτη, ελπίδα για την επιβίωση των εθνών από τη λαίλαπα της νέας τάξης πραγμάτων. 

Τελικά ο Τραμπ φαίνεται να έχασε τις εκλογές. Νοθεία, όπως αυτός υποστηρίζει; Δεν αποκλείεται. Και στο παρελθόν υπήρξαν παρόμοιες καταγγελίες, εν πολλοίς βάσιμες. Βλέπετε η δημοκρατία δεν είναι και πολύ σεβαστή σ’ αυτόν τον πλανήτη. Αλλά γιατί τον ανέτρεψαν οι ισχυροί; Μήπως, λόγω της ιδιορρυθμίας του, δεν υπήρξε τόσο υπάκουος; Πιθανόν. Πάντως όλοι οι του «δημοκρατικού» χώρου εκτός ΗΠΑ θα κληθούν να εξηγήσουν την προτίμησή τους. Οι υπερασπιστές του Τραμπ ίσως δεν κατέχουν τόσο πολύ το πολιτικό παρασκήνιο όσο οι υπέρμαχοι των «δημοκρατικών» υποψηφίων. Μήπως η νορβηγική επιτροπή ετοιμάζει νέο βραβείο και για τον Μπάιντεν. Βέβαια υπήρξαν και κάποιοι στη χώρα μας, που εναντιώθηκαν στον Τραμπ, λόγω των στενών σχέσεών του με τον Ερντογάν και έσπευσαν να ταχθούν με τον Μπάιντεν. Θεωρώ σχεδόν βέβαιο ότι θα μετανιώσουν σύντομα. ΟΙ Αμερικανοί πρόεδροι εκλέγονται για να εφαρμόσουν πολιτική που υπαγορεύουν κάποια κέντρα εξουσίας καλυμμένα στο απυρόβλητο.

«ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗΣ»                   

Σχολιάστε αυτό το άρθρο!

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

%d bloggers like this: