giapraki.com

Λ. Τσικριτζής: Από το 2002 επισημαίναμε ότι η «φούσκα» της Ανώτατης Εκπαίδευσης αργά ή γρήγορα θα ξεφουσκώσει

Από το 2002 επισημαίναμε ότι η «φούσκα» της Ανώτατης Εκπαίδευσης αργά ή γρήγορα θα ξεφουσκώσει. 

Για του λόγου το αληθές παρατίθενται αποσπάσματα από ένα άρθρο του 2002, στο οποίο κρούονταν ο κώδωνας του κινδύνου από την αθρόα  και πρόχειρη ίδρυση νέων Τμημάτων ΤΕΙ και Πανεπιστημίων.

Λάθος η ίδρυση νέων Τμημάτων ΤΕΙ στη Δυτική Μακεδονία

Ανακυκλώνουν τον τοπικισμό και ομολογούν την αδυναμία της περιφέρειας να βρει άλλες διεξόδους ανάπτυξης

(Άρθρο Δεκεμβρίου 2002)

Ενός κακού μύρια έπονται. Το γνωστό ρητό επιβεβαιώνεται για μια ακόμη φορά στο χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης. Η πολιτική της κυβέρνησης να προχωρήσει με την «σύμφωνη γνώμη» των Πανεπιστημίων – ΤΕΙ σε αθρόες ιδρύσεις νέων Τμημάτων ώστε «να βολευτεί ο κάθε πικραμένος» δημιούργησε και δημιουργεί σοβαρές παρενέργειες στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση και στον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο.

Σταχυολογούμε μερικές:

Η Ελλάδα κατέχει το Ευρωπαϊκό ρεκόρ σε ποσοστό φοιτητών. Το 67% περίπου των νέων ηλικίας 18 – 21 ετών φοιτούν σε Ανώτερες και Ανώτατες σχολές (!) ενώ στην Δανία, μια πλήρως αναπτυγμένη χώρα, το ποσοστό είναι μόνο 17%. Η χώρα μας διαμορφώνει τελικά μια αντεστραμμένη παραγωγική πυραμίδα όπου οι .. στρατηγοί θα είναι περισσότεροι από τους στρατιώτες! Η Ελληνική κυβέρνηση, υποκύπτοντας μόνιμα σε λαϊκίστικες λογικές και τοπικιστικές πιέσεις, επωμίζεται την κύρια πολιτική ευθύνη για την κατάσταση αυτή, ενώ δεν απαλλάσσονται ευθυνών τα πολιτικά κόμματα (ποιος εναντιώνεται στις αποφάσεις των «τοπικών φορέων» ;), τα ίδια τα ΑΕΙ, αλλά και η ελληνική κοινωνία που έχει ταυτίσει την επαγγελματική αποκατάσταση των τέκνων της με την ψευδαίσθηση της απόκτησης ενός οποιουδήποτε χαρτιού.

Με αυτά τα δεδομένα οποιαδήποτε σκέψη για ίδρυση νέων Τμημάτων (σσ. χωρίς αξιόπιστες μελέτες βιωσιμότητας) όφειλε να εγκαταλειφθεί και μαζί της και κάθε φτηνή πολιτική για εμπορία των ονείρων των νέων παιδιών για μια θέση στο «λαμπερό κόσμο» της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Εκείνο που θα έπρεπε να γίνει ήταν μια αναδιάταξη της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με βάση τα ευρωπαϊκά ακαδημαϊκά standards και τις ανάγκες της οικονομίας – κοινωνίας. Η αναδιάταξη αυτή, βασισμένη σε αξιόπιστα στοιχεία, προφανώς θα οδηγήσει στην κατάργηση ορισμένων τμημάτων, στη μείωση των επικαλύψεων και σε εκτεταμένες τροποποιήσεις προγραμμάτων σπουδών, ώστε η τριτοβάθμια εκπαίδευση να λάβει υπόψη της τις ανάγκες της χώρας και όχι των πολιτικών. 

Τελικά όμως τον πρώτο λόγο έχουν οι πολιτικοί και οι αιρετοί. Με βασικό γνώμονα την εξυπηρέτηση της «πελατείας» τους πιέζουν προς κάθε κατεύθυνση προκειμένου να «ανωτατοποιήσουν» το Δήμο ή το νομό τους, ακυρώνοντας στην πράξη την όποια αυτοτέλεια των Ιδρυμάτων.

Εκτός τόπου και χρόνου η ίδρυση νέων Τμημάτων ΤΕΙ στη Δυτική Μακεδονία

     Ας έλθουμε όμως στα καθ’ ημάς, στη Δυτική Μακεδονία. Το ΤΕΙ προ πενταετίας είχε 5000 εγγεγραμμένους σπουδαστές και τώρα έχει περίπου 17000 (σσ. έτος 2002). Υπάρχει μια γενική ασφυξία σε όλα τα επίπεδα εντός και εκτός ΤΕΙ, με τα γνωστά σε όλους προβλήματα αιθουσών, εξοπλισμού, ποιότητας σπουδών, στέγασης (με απαράδεκτα υψηλά ενοίκια), κλπ.

Το ΤΕΙ επεκτάθηκε (κακώς ή βεβιασμένα) στην Κοζάνη αλλά και στην Καστοριά… Ίδρυση και μεταφορά Τμημάτων διεκδικούν τα Γρεβενά, το Τσοτύλι, τα Σέρβια κλπ. Τα δύο τελευταία βέβαια ελλείψει γηγενών υπουργών έχουν μικρές πιθανότητες «να αρπάξουν» κάτι.

Απ’ ότι φαίνεται τα ίδια πολύ «επιστημονικά» κριτήρια της εξυπηρέτησης των τοπικών αρχόντων, των κάθε είδους εργολάβων, ιδιοκτητών, σουβλατζήδων και λοιπών… φιλοπανεπιστημιακών πολιτών θα πρυτανεύσουν και πάλι προκειμένου να δικαιολογηθεί η επέκταση του ΤΕΙ σε πόλεις και κωμοπόλεις της Περιφέρειας.

Η συνταγή εξάλλου είναι πάγια και γνωστή σ’ όλη την Ελλάδα: 

  1. Στην αρχή το Δημοτικό ή /και Νομαρχιακό Συμβούλιο αποφασίζει ότι πρέπει να ιδρυθούν μία-δύο ειδικότητες ΤΕΙ στην περιοχή του.
  2. Στη συνέχεια επιστρατεύονται κάποια «στοιχεία» που να αποδεικνύουν ότι υπάρχει φοβερή έλλειψη της εν λόγω ειδικότητας. 
  3. Τέλος συγκροτείται «παλλαϊκή επιτροπή αγώνα» η οποία πιέζει προς κάθε κατεύθυνση για την επίτευξη του στόχου. Στο κοινό «μέτωπο» εντάσσονται και διάφοροι καθηγητές Πανεπιστημίων – ΤΕΙ συνήθως για προσωπικούς, τοπικιστικούς και σπανίως εκπαιδευτικούς λόγους. 

Στο σημείο αυτό επιθυμούμε να τονίσουμε, με βάση στοιχεία του Γραφείου Διασύνδεσης του ΤΕΙ, (σ.σ. δομής που παρακολουθεί την πορεία των αποφοίτων στην αγορά εργασίας), ότι σήμερα (το 2002) αξιόπιστες μελέτες για την επαγγελματική απορρόφηση των πτυχιούχων ΤΕΙ δεν υπάρχουν για τη συντριπτική πλειοψηφία των ειδικοτήτων του ΤΕΙ της χώρας

Η άνευ όρων χωροταξική διασπορά υποβαθμίζει την ποιότητα σπουδών

Υπάρχουν βέβαια και περιπτώσεις που η ίδρυση ενός νέου Τμήματος είναι όντως απαραίτητη. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι το Τμήμα πρέπει να εγκατασταθεί ως «Παράρτημα» σε μια άλλη πόλη, εκτός της έδρας του και της Σχολής που υπάγεται. Τέτοιες κινήσεις που υπαγορεύονται συνήθως από πολιτικάντικα κριτήρια είναι σε βάρος των φοιτητών και του μέλλοντος του νέου Τμήματος.

Πράγματι:

Σε καμιά περίπτωση δηλαδή η «εξακτίνωση» των ΤΕΙ και η μεγάλη διασπορά των Τμημάτων σε πόλεις-κωμοπόλεις δεν αποβαίνει υπέρ των σπουδαστών και των περιεχομένων σπουδών. Λειτουργεί μόνο υπέρ των στενών συμφερόντων του τόπου εγκατάστασης.

Ας αφήσουμε λοιπόν τις επιστημονικο-φανείς και περισπούδαστες αναλύσεις περί αναγκαιότητας νέων Τμημάτων κι ας ομολογήσουμε ότι επειδή αποτύχαμε να δώσουμε διεξόδους στις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας, τις εκτονώνουμε υποθηκεύοντας το μέλλον κάποιων νέων και τα βαλάντια των οικογενειών τους.

Στην Ελλάδα όμως την παλίρροια ακολουθεί πολύ γρήγορα η άμπωτη. Ότι φουσκώνει ξεφουσκώνει. Το χρηματιστήριο ήταν ένα χαρακτηριστικό και οδυνηρό παράδειγμα.

Την αφύσικη λοιπόν διόγκωση της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης, πρωτοφανή για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, θα ακολουθήσει η απότομη ύφεση.

Και τότε κάποιοι θα μείνουν με τις γκαρσονιέρες άδειες και τα κλειδιά στο χέρι…

Κοζάνη, Δεκέμβριος 2002

Λ.Ι. Τσικριτζής

Επίκουρος Καθηγητής ΤΕΙ  ΔΜ

Επιστημονικώς Υπεύθυνος του Γραφείου Διασύνδεσης

Σημ. Το άρθρο δημοσιεύτηκε το Δεκέμβριο του 2002 και έτυχε καλής αποδοχής και υποστήριξης κι από άλλους συναδέλφους των ΤΕΙ και των Γραφείων Διασύνδεσης.

Exit mobile version