Ο Μακρυγιάννης, που κατά τον Γιώργο Σεφέρη, « ήταν μια από τις πιο μορφωμένες ψυχές του ελληνισμού», διατυπώνει την αιτία της ελληνικής επανάστασης και του ολέθρου των τυράννων με μια λέξη στο στόμα ενός αντιπάλου: «Θα χαθούμε γιατί αδικήσαμε. »
Ο αντίπαλος είναι ένας μπέης, που στο ξέσπασμα της επανάστασης στην Άρτα, μιλά στους φίλους του με τα παρακάτω λόγια: «Πασάδες και μπέηδες, θα χαθούμε! Θα χαθούμε!… Ότι ετούτος ο πόλεμος δεν είναι μήτε με το Μόσκοβο, μήτε με τον Εγγλέζο, μήτε με τον Φραντσέζο. Αδικήσαμε το ραγιά και από πλούτη και από τιμή και τον αφανίσαμε. Και μαύρισαν τα μάτια του και μας σήκωσε ντουφέκι. Και ο Σουλτάνος το γομάρι δεν ξέρει τι του γίνεται, τον γελάνε εκείνοι που τον τρογυρίζουν…»
Δανείστηκα τις παραπάνω αναφορές – σχεδόν αυτούσιες- από τις Δοκιμές του Σεφέρη, γιατί ετούτες τις μέρες γίνεται συνειδητή προσπάθεια από Έλληνες πολιτικούς και πολίτες, «ένθεν και ένθεν», να αποδειχθεί ο πατριωτισμός μας.
Ο πατριωτισμός μας όμως, αποτελεί στάση ζωής και αποδεικνύεται καθημερινά με τις πράξεις μας. Ως εκ τούτου, η συμμετοχή μας σε ένα συλλαλητήριο και η χωρίς κόστος διακήρυξη της ελληνικότητας της Μακεδονίας, δεν μας καθιστούν αυτοδικαίως πατριώτες.
Γιατί πατριώτης πολιτικός είναι αυτός, που- αποδεδειγμένα- δεν καταδέχεται σε μια περίοδο που ο λαός του πάσχει, ο ίδιος να ευημερεί, και πατριώτης πολίτης είναι αυτός που δεν επιδιώκει- με κάθε τρόπο- την ικανοποίηση του ατομικού του συμφέροντος σε βάρος του συλλογικού.
Αληθινός πατριώτης είναι ο άνθρωπος που αντέχει να είναι ελεύθερος, δίκαιος, ειλικρινής, φιλότιμος, αγωνιστής, ταπεινός, απαλλαγμένος από προσωπικές ιδιοτέλειες και φιλοδοξίες. Όσο δεν είμαστε όλα αυτά μαζί, ας μην οικειοποιούμαστε τον όρο του πατριώτη. Δεν μας τιμά!