Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, μερικές μέρες μετά την είσοδο του απελευθερωτή ελληνικού στρατού στην Κοζάνη, οι κάτοικοι της πόλης μέσα στην ευδαιμονία και το μεθύσι της πολυπόθητης από αιώνες ελευθερίας τους, θα απολάμβαναν έκθαμβοι κι ένα άλλο επίτευγμα του 20ου αιώνα, που θα κατέφθανε μετά από λίγες μέρες.
Ήταν το ως τότε απίστευτο πτητικό μέσο, που μετά τον Ίκαρο, ο σύγχρονος άνθρωπος κατάφερε να ανυψώσει σαν το πουλί στον ουρανό, το περίφημο αεροπλάνο !
Στο άκουσμα του θορύβου της μηχανής του οι πιο θαρραλέοι έτρεξαν να το δουν από κοντά, την στιγμή που θα προσγειωνόταν.
Ο πρώτος άνθρωπος που θα έφτανε στην Κοζάνη, πετώντας με το ιπτάμενο «μέσο» που αποκαλούσαν αεροπλάνο, δεν ήταν άλλος από τον αεροπόρο Δημήτρη Καμπέρο.
Αεροπλάνο και αεροπόρος!
Δύο λέξεις «άγνωστες» και παράλληλα γνωστές, βγαλμένες μέσα από το μύθο και την ιστορία της ελληνικής φυλής.
Δυο λέξεις συνδεδεμένες, με οράματα και πόθους για την επίτευξη αυτού του κατορθώματος, που είχαν πετύχει ως τότε, ο Ίκαρος και ο Δαίδαλος, ξεσήκωναν την φαντασία των ανήσυχων ανθρώπων, όπως των αδελφών Ράιτ (Wright), των αδελφών Χένρυ Φαρμάν (H. Farman) , του Λουϊς Μπλεριώ ( L. Bleriot), του Βαρόνου Ζέπελιν κ.α. που το συνεπαρμένο μυαλό τους έκανε να πετάνε καλύτερα και ταχύτερα ακόμη κι από τον αετό.
Όμως πως και τι ήταν, αυτό το νέο κατασκεύασμα, που το αποκαλούσαν αεροπλάνο; Στην φαντασία των Κοζανιτών των αρχών του 20ου αιώνα, είχε σχήμα και μέγεθος πουλιού με φτερά και πέταγμα σαν του αϊτού, ή άλλων τεράστιων πτηνών. Πολύ περισσότερο δε που πάνω του κουβαλούσε και τον άνθρωπο!
Για την πόλη ήταν ΤΟ γεγονός, το δώρο, που μαζί με την απελευθέρωση της, ο ελληνικός στρατός έφερνε στην γη τους.
Κι ήταν μια αναπάντεχη πραγματικότητα.
Το πρώτο αεροπλάνο που έφτανε, θα έπεφτε στην κυριολεξία από τον ουρανό , κάνοντας ανώμαλη προσγείωση, έξω από την εκκλησία του Αγίου Αθανασίου, στα χωράφια της Κοζανίτικης γης.
Ας πάρουμε τα πράγματα με την ιστορική σειρά τους.
Πρώτα απ’ όλα πώς το αεροπλάνο της εποχής εκείνης, έγινε το σύγχρονο «όπλο» του ελληνικού στρατού;
Μετά το Κίνημα του 1909 στο Γουδί, την «επανάσταση», οι αξιωματικοί του ελληνικού στρατού, κατάφεραν να επιβάλλουν στην τότε κυβέρνηση και τον βασιλιά μεταξύ άλλων και έναν από τους ποιο σημαντικούς τους όρους. Αυτόν της μετάκλησης ξένων οργανωτών του ελληνικού στρατού, ώστε να τον καταστήσουν πιο αξιόμαχο και ετοιμοπόλεμο.
Ο Γεώργιος ο Α΄, εκ των πραγμάτων ήταν αναγκασμένος, να συμφωνήσει μ’ αυτό τον όρο των αξιωματικών, οι οποίοι είχαν ταπεινωθεί και καταρρακωθεί στον ατυχή πόλεμο του 1897, που τόσο και τόσα είχε κόστισε στην Ελλάδα, που με την ήττα της ανέδειξε το μεγάλο πρόβλημα της ανικανότητας διοίκησης του στρατεύματος, από τον τότε διάδοχο Κωνσταντίνο. Οι «κινηματίες» διέβλεπαν ότι, το πρόβλημα δεν λυνόταν με την απλή αποστολή κάποιων αξιωματικών στη Γαλλία, που αποφασίστηκε εκείνον τον καιρό κι ότι το μέτρο αυτό, δεν είχε ουσιαστική μεταβολή στη φιλοσοφία, την οργάνωση και την διαμόρφωση ενός αξιόμαχου στρατεύματος.
Ετσι το έτος 1911 και με τον Νόμο 3768 της 27ης Μαρτίου, θα φτάσει στην Αθήνα, μετά από συμφωνία της Κυβέρνησης του Ελευθέριου Βενιζέλου με την Γαλλική, η εξαμελής αντιπροσωπία των «έμπειρων και ειδικών αξιωματικών» με επικεφαλή, τον Υποστράτηγο Εντού (Eydoux).
Μέσα σ’ όλες τις προτάσεις που υπέβαλε, ήταν και η εφαρμογή ΝΕΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΣΤΡΑΤΟΥ, ο οποίος ήταν προσαρμοσμένος στα ευρωπαϊκά πρότυπα.
Στο 7ο άρθρο αυτού του κανονισμού, προτεινόταν: « Δύο συντάγματα μηχανικού. Το εν σύνταγμα απαρτίζεται εκ τάγματος σκαπανέων εκ δύο λόχων και εκ τάγματος γεφυροποιών εκ δύο επίσης λόχων. Το έτερον σύνταγμα απαρτίζεται εκ δύο ταγμάτων σκαπανέων εκ τριών λόχων και ενός τάγματος συγκοινωνιών, περιλαμβάνοντος δύο λόχους τηλεγραφητών, ένα λόχο σιδηροδρόμων και ένα λόχον ασυρμάτου τηλεγραφίας και αεροπλοΐας…»!
Για τον σκοπό αυτό ζητήθηκε από όλα τα σώματα του στρατού ξηράς να υποβληθούν αιτήσεις ενδιαφέροντος των αξιωματικών να αποτελέσουν αυτό τον λόχο και να εκπαιδευτούν ως αεροπόροι.
Αρχικά υποβλήθηκαν περίπου εξήντα (60) αιτήσεις από τους ποιο τολμηρούς αξιωματικούς, που φανταζόταν τον εαυτό τους να σχίζει τους αιθέρες, με -το ως τότε άγνωστο μέσο- το αεροπλάνο. Οι επιτροπή πρόκρινε αρχικά τέσσερις αξιωματικούς, έναν ανά ένα όπλο, εκ των οποίων οι πρώτοι που επιλέγηκαν ήταν οι εξής:
-Καμπέρος Δημήτρης υπολοχαγός του Πυροβολικού,
-Μουτούσης Μιχάλης, υπολοχαγός του Μηχανικού,
-Αδαμίδης Χρήστος, Ανθυπίλαρχος και
-Παπαλουκάς Λουκάς υπολοχαγός του Πεζικού.
Για την ιστορία ορθό είναι να διαβάσουμε απόσπασμα άρθρου που δημοσιεύθηκε στη εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» εκείνη την περίοδο:
«…η επιτροπή η οποία θα προέβαινεν εις την εκλογήν των αποσταλησομένων ευρέθη πρό σωρείας αιτήσεων και αξιώσεων. Προεκρίθησαν τελικώς τέσσερις αξιωματικοί, ανά εις από κάθε όπλον, οι εξής: Καμπέρος υπολοχαγός του Πυροβολικού, Μουτούσης, υπολοχαγός του Μηχανικού, Αδαμίδης υπίλαρχος, και Παπαλουκάς, υπολοχαγός του Πεζικού».
Για τον ακριβή αριθμό των αιτήσεων και το ενδιαφέρον των αξιωματικών τα παρακάτω στοιχεία, τα παίρνουμε από την ιστορία του Γ.Ε.Α. «Εξήντα περίπου υπέβαλαν αιτήσεις, από τους οποίους αρχικά μόνον τρεις κρίθηκαν κατάλληλοι και κατά τα μέσα Δεκεμβρίου του 1911 , αναχώρησαν για την Γαλλία. Αυτοί ήταν οι : Καμπέρος, Μουτούσης και Αδαμίδης. Λίγους μήνες αργότερα, τον Απρίλιο του 1912, προστέθηκαν στην ομάδα τρεις ακόμη αξιωματικοί, οι:
-Παπαλουκάς Λουκάς, Υπολοχαγός του Πεζικού,
-Δράκος Μάρκος, Υπολοχαγός του Πυροβολικού και
-Νοταράς Πανούτσος, Ανθυπίλαρχος».
Μάλιστα οι τέσσερις από αυτούς ( Καμπέρος, Μουτούσης, Αδαμίδης και Δράκος) δεν επιλέγηκαν τυχαία, αφού ήταν μέλη του «Στρατιωτικού Συνδέσμου» και πρωτεργάτες του Κινήματος στο Γουδί.
Ετσι από τα στοιχεία του Γ.Ε.Α. διαπιστώνουμε πως τελικά οι εκπαιδευόμενοι αξιωματικοί έφτασαν τους έξη(6). Η εκπαίδευση τους έγινε στη σχολή αεροπορίας των αδελφών Χένρυ Φάρμαν (H. Farman) στην πόλη Etampes, εκεί όπου ήταν και τα «εργοστάσια» των αεροπλάνων.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να σημειώσουμε πως, στην Γαλλία άλλος ένας πρωτοπόρος πιλότος και κατασκευαστής είχε μαζική παραγωγή αεροπλάνων για τον στρατό.
Δεν ήταν άλλος από τον Λουϊς Μπλεριώ ( L. Bleriot), ο οποίος ήταν κι πρώτος αεροπόρος που διέσχισε με αεροπλάνο, την Μάγχη και προσγειώθηκε στις Αγγλικές ακτές.
Το γιατί επιλέγηκαν τα διπλάνα αεροπλάνα των Αφων Φάρμαν αντί των μονοπλάνων Μπλεριώ, ίσως οφείλεται στην πρόταση των Γάλλων οργανωτών, κι ο ιστορικός μελετητής, θα μπορούσε να την χαρακτηρίσει ως την πρώτη «Αγορά του Αιώνα» για την ελληνική αεροπλοΐα!!!
Εν τέλει, στις 7 Ιανουαρίου του 1912, θα ψηφισθεί ο νέος οργανισμός του Στρατού και σε λίγο καιρό, στις 9 Απριλίου, θα φτάσουν ατμοπλοϊκώς από την Γαλλία στο λιμάνι του Πειραιά, τέσσερα ξύλινα κιβώτια, με τα πρώτα ελληνικά Henry Farman, που παρήγγειλε ο στρατός.
Στο μεταξύ όλο αυτό το διάστημα, ο Δημήτρης Καμπέρος, έχει πάρει το πτυχίο του πιλότου και μαζί με το Γάλλο μηχανικό Σεβώ (A. Chauveau), θα φτάσει στις αρχές Μαΐου στην Ελλάδα και στον τότε Ζωολογικό κήπο του Παλαιού Φαλήρου , σε ειδικά διαμορφωμένο χώρο, θα τα συναρμολογήσει.
Η 13η Μαΐου του 1912 είναι η ιστορική ημέρα για την πολεμική μας αεροπορία , αφού το απόγευμα εκείνης της ημέρας ο Δ. Καμπέρος κατάφερε να πετάξει το πρώτο στρατιωτικό αεροπλάνο, σε μία ολιγόλεπτης διάρκειας δοκιμαστική πτήση, στον Αττικό ουρανό.
Την Κυριακή 27ης Μαΐου, θα γίνει παρουσία πλήθους κόσμου, η επίσημη τελετή παραλαβής των αεροπλάνων και η «βάπτιση» τους από τον ίδιο τον Ελευθέριο Βενιζέλο, ο οποίος θα δώσει στα τέσσερα αεροπλάνα τα εξής ονόματα, σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας «ΕΜΠΡΟΣ» εκείνης της ημέρας «…Εις το πρώτον των στρατιωτικών αεροπλάνων δίδω το όνομα του πρώτου έλληνα αεροπόρου, του «Δαίδαλου», το δεύτερον το ονομάζω «Αετόν» και τα άλλα δύο τα βαπτίζω «Γύψ» και «Ιέραξ». Πέποιθα ότι τα σκάφη ταύτα του πρώτου εναερίου μας στόλου θα φέρωσιν υψηλά την εθνικήν ιδέαν. Πέποιθα επίσης ότι οι επ αισίοις οιωνοίς αρξάμενοι εθνικοί έρανοι προς κατασκευήν αεροπλάνων θα προσθέσωσιν εις την μοίραν του εναερίου στόλου μας και άλλας τοιαύτας. Ούτω δε όχι μόνον θα ενισχυθώσι μεγάλως αι πολεμικαί μας δυνάμεις, αλλά θα κατορθώσωμεν ίνα μη υστερήσωμεν εις την ευγενήν άμμιλαν προς κατάκτησιν του αέρος».
Σε λίγους μήνες, τον Σεπτέμβριο του 1912, κι ενώ τα μαύρα σύννεφα του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου έχουν σκεπάσει ολόκληρη την βαλκανική χερσόνησο, ανακαλούνται από την σχολή της γαλλικής πόλης Etampes, όλοι οι αξιωματικοί ως εκπαιδευόμενοι πιλότοι, να αναλάβουν δράση για πρώτη φορά με την έναρξη του Ελληνοτουρκικού πολέμου την 5η Οκτωβρίου 1912.
Την πρώτη στρατιωτική αποστολή, μια αναγνωριστική πτήση, θα κάνει ο πρώτος όλων ο Δημ. Καμπέρος, απογειώνοντας το «Δαίδαλο» του, από το υποτυπώδες αεροδρόμιο της Λάρισας όπου είχε και την έδρα της η «Στρατιά Θεσσαλίας» με αρχηγό τον Αρχιστράτηγο διάδοχο Κωνσταντίνο.Θα πετάξει πάνω από τα σύνορα που χώριζαν την ελεύθερη Ελλάδα με την Τουρκία (Οθωμανικής Αυτοκρατορίας) στην θέση «Σκόμπεια», και κατασκοπεύοντας για μερικά λεπτά, θα προσγειωθεί και πάλι για να αναφέρει τις θέσεις του εχθρού.
Είναι γνωστή η νικηφόρα προέλαση, του αποφασισμένου για την απελευθέρωση των σκλαβωμένων αδελφών της μακεδονικής γης, ελληνικού στρατού.
Μέσα σε λίγες μέρες, μετά την αποφασιστική μάχη στα στενά του Σαρανταπόρου, θα καταλάβει αμαχητί την πόλη της Κοζάνης και θα μπει θριαμβευτής, μέσα σε αλαλαγμούς , ζητωκραυγές, δάκρυα χαράς και συγκίνησης των συγκεντρωμένων κατοίκων της, στις 4.40΄ το απόγευμα της Πέμπτης 11ης Οκτωβρίου 1912.
Την επόμενη μέρα θα φτάσει στην πόλη και ο στρατηλάτης διάδοχος Κωνσταντίνος με το επιτελείο του, το οποίο τις επόμενες μέρες θα εδρεύσει στην πόλη της Κοζάνης. Την 14η του ιδίου μηνός, θα μπει επευφημούμενος στην πόλη και ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α΄, όπου στον Μητροπολιτικό ναό του Αγίου Νικολάου, για πρώτη φορά στην ιστορία της πόλης, θα ψαλθεί το Πολυχρόνιο του Βασιλέα.
Από την Κοζάνη, ο διάδοχος θα στείλει στην Λάρισα τηλεγράφημα προς τον Καμπέρο, ο οποίος θα φτάσει στις 17 του Οκτώβρη, για να πραγματοποιήσει αναγνωριστικές πτήσεις, για τις θέσεις του εχθρού γύρω από την περιοχή, ώστε να χάραξη την πορεία του στρατεύματος.
Την επόμενη μέρα έντρομοι οι Κοζανίτες θα ακούσουν τον θόρυβο της μηχανής ετούτου του «παράξενου» τέρατος που σαν «χρυσαλίς» βόμβιζε πάνω από τα κεφάλια τους και ίπτατο διαγράφοντας κύκλους, ώσπου να προσγειωθεί ανώμαλα, λόγω μηχανικής βλάβης, σε ένα χωράφι εκείθε του ναού του Αγίου Αθανασίου.
Μαζί του ήταν και ο γάλλος μηχανικός Σεβώ ( A. Chauveau) , οι οποίοι τραυματίστηκαν ευτυχώς μόνο ελαφρά. Αμέσως οι κοζανίτες έτρεξαν να τους αγκαλιάσουν και να τους προσφέρουν τις πρώτες βοήθειες.
Ο πολεμικός ανταποκριτής των βαλκανικών πολέμων, της Παρισινής εφημερίδας ILLUSTRATION, ο δημοσιογράφος και συγγραφέας JEAN LEUNE, μαζί με την γυναίκα του, ακολούθησε στην νικηφόρα πορεία του, τον Ελληνικό στρατό από την Λάρισα έως την Θεσσαλονίκη και πέρα από τις ανταποκρίσεις του, κατέγραψε ως αυτόπτης μάρτυς τις αναμνήσεις του στο βιβλίο «UNE REVANCHE, UNE ETAPE» (Μία ανταπόδοσις-Ένας σταθμός. PARIS 1914), το οποίο, δώρισε το 1938 στην Δημοτική βιβλιοθήκη Κοζάνης, ο Λ. Δ. ΔΗΜΟΞΕΝΟΥΣ.
Στην αναφορά του για την Κοζάνη ο δημοσιογράφος, περιγράφει στο παραπάνω βιβλίο και το γεγονός του Καμπέρου τον οποίο είδε:
«… Μπροστά στο μικρό καφενείο, καθημερινό κέντρο της Κοζάνης, οι πολίτες στέκουν γύρω από ένα σταματημένο αυτοκίνητο, μέσα στο οποίο βρίσκεται ένας τραυματίας αξιωματικός με το κεφάλι γεμάτο επιδέσμους, Με κατάπληξη αναγνωρίζουμε τον υποσμηναγό Καμπέρο, τον ίδιο που προχθές το βράδυ, στην Λάρισα, έπαιζε χαρτιά με τόση αμεριμνησία. Χτές έφυγε από κεί με σκοπό να έρθει εδώ και μάλιστα να προχωρήσει και μακρύτερα, αν μπορούσε. Με πολύ δυσκολία, γιατί τα φοβερά τραύματα στο κεφάλι του τον εμποδίζουν σχεδόν τελείως να μιλήσει, μας δίνει να καταλάβουμε πως μόλις απογειώθηκε συνάντησε τρομερά ρεύματα αέρα, που έκαμναν το ταξίδι του πάνω από τα βουνά εντελώς δύσκολο και επικίνδυνο. Φτάνοντας προς Κοζάνη, πετούσε σχεδόν στα 700 μέτρα. Έκανε διαβολεμένο κρύο εκεί πάνω και σχηματίστηκε πρώτα ατμός και ύστερα πάγος στον εξαεριστήρα του…
Καθώς κατέβαινε έλιωσε ο πάγος αυτός, μπήκε νερό μέσα στον εξαεριστήρα και η μηχανή σταμάτησε, προκαλώντας το άμεσο χαμήλωμα του αεροπλάνου. Ο υποσμηναγός Καμπέρος με πολλή ψυχραιμία κατάφερε παρ’ όλα αυτά να ανυψώσει το αεροπλάνο του, και η προσγείωση θα γινόταν αμέσως με ομαλές συνθήκες, ένα υψωματάκι όμως, που δεν το πρόσεξε, προξένησε υποχώρηση του εδάφους κάτω από το αεροπλάνο, που συντρίφτηκε στην κατωφέρεια που ήταν δίπλα του. Αλλά αυτό είναι ένα ασήμαντο περιστατικό, και ο υποσμηναγός Καμπέρος λογαριάζει, μόλις αναρρώσει από τα τραύματα του, να πετάξει ξανά!…
Παράλληλα θα φτάσει στην Κοζάνη με το αεροπλάνο του, τύπου Νιεπόρτ (Nieuport IVG), και ένας άλλος αεροπόρος, ο ιδιώτης Εμμανουήλ Αργυρόπουλος.
Με αυτό το αεροπλάνο, στις 8 Φεβρουαρίου 1912, έκανε την «παρθενική του πτήση» κι ο Ελ. Βενιζέλος, πάλι στο χώρο του Π. Φαλήρου, ανάμεσα σε πλήθους κόσμου περιέργων, που είχαν καταφθάσει για να δουν αεροπλάνο κι αεροπόρο να πετάει. Μετά την πτήση, ο Βενιζέλος βάπτισε το αεροπλάνο του Αργυρόπουλου, με το όνομα «Αλκυών».
Ο λόγος που έγινε αυτό ήταν πρακτικός για την ελληνική αεροπλοΐα εκείνης της εποχής. Ο Βενιζέλος ήθελε να εντάξει στους κόλπους της και τα αεροπλάνα των λίγων ιδιωτών, που με δικά τους έξοδα, για «χόμπι», τα είχαν φέρει από την Ευρώπη.
Στις 22 Οκτώβρη του 1912, θα δημοσιευθεί στην εφημερίδα της Κυβερνήσεως ο νόμος 4116, που ήταν νόμος «φωτογραφία» για την ουσιαστική ένταξη του Εμ. Αργυρόπουλου με το αεροπλάνο του, στις ένοπλες δυνάμεις με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού.
Σχετικά στο φύλλο της Τετάρτης 24/10/1912 η εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» θα γράψει την παρακάτω είδηση:
«Η κατάταξις του αεροπόρου Αργυρόπουλου.
Δια Β. Διατάγματος δημοσιευθέντος εις την Εφημερίδα της Κυβερνήσεως κατετάγη εις το Αεροπορικόν σώμα του στρατού με τον βαθμόν του ανθυπολοχαγού ο αεροπόρος Εμ. Αργυρόπουλος».
Για την πτήση των αεροπλάνων και την άφιξη των αεροπόρων, στην Κοζάνη, έχουμε κι άλλη γραπτή μαρτυρία.
Να πως περιγράφουν το γεγονός, δύο κοζανιτοπούλες σε επιστολή τους, η οποία δημοσιεύτηκε ολόκληρη το 1988, από τον ιατρό Στράτο Ηλιαδέλη στο περιοδικό «ΕΛΙΜΕΙΑΚΑ», που εκδίδει κάθε εξάμηνο ο Σύλλογος Κοζανιτών Θεσσαλονίκης « ο Άγιος Νικόλαος», σε ένα αφιέρωμα που έκανε για την απελευθέρωση της Κοζάνης το 1912.
Η επιστολή είναι γραμμένη( 24η Δεκεμβρίου 1912) από τις αδελφές Αικατερίνη και Χρυσάνθη Μάνου, της οικογενείας Γ. ΕΜ. ΜΑΝΟΥ, Δημάρχου της Κοζάνης, και έχει αποσταλεί στην Φλώρινα στις εκεί διαμένουσες εξαδέλφες τους, για να τις πληροφορήσουν το χαρμόσυνο γεγονός της απελευθέρωσης της πόλης αλλά και της πτήσης του αεροπλάνου. Στην επιστολή γίνεται περιγραφή του γεγονότος και αποτελεί μοναδικό ντοκουμέντο, γιατί έχει περισσότερο στοιχεία μιας πετυχημένης ανταπόκρισης δημοσιογράφου που καλύπτει το ρεπορτάζ.
Παραθέτω το μικρό απόσπασμα για την λεπτομέρεια του γεγονότος:
«…Εκτός τούτου είχομεν την τύχην να ίδωμεν και δύο αεροπλάνα, το πρώτον του Καμπέρου κατά δυστυχίαν έπεσεν εις τινα λάκον και υπέστη αρκετήν βλάβην προσέτι δε επληγώθη και ο είς των αεροπόρων αλλ’ ευτυχώς ελαφρώς, το δεύτερον του Αργυρόπουλου έφθασεν σώον και αβλαβές, τούτο ίδωμεν και την πτήσιν, ήτο έκτακτον θέαμα καθ’ ότι το αεροπλάνον είχε σχήμα χρυσαλίδος και κατά την πτήσιν, εκίνει τας πτέρυγας απαράλακτα όπως όταν πετά η χρυσαλίς, έκαμεν δε συνάμα και έναν κρότον αρκετά δυνατόν…»
Αυτή ήταν η πρώτη πτήση αεροπλάνου πάνω από την Κοζάνη μπροστά στα έκπληκτα μάτια των απελευθερωμένων Κοζανιτών, που είδαν την ελευθερία να τους φέρνει όλα τα αγαθά του πολιτισμού και της ειρήνης απ’ τον ουρανό, με φτερά μηχανοκίνητου πουλιού, που έμελλε τελικά, στην αρχή του 20ου αιώνα, να ξεπεράσει την πρώτη πτήση του ανθρώπου, από τον μύθο στην πραγματικότητα.