Δάσος-φιλέτο στη Βεγορίτιδα, έκτασης περίπου 900 στρεμμάτων, ενταγμένο μάλιστα στο δίκτυο Natura 2000, βαφτίστηκε το 2005 οικισμός με τις ευλογίες ανώτερων υπαλλήλων του Yπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης.
Πηγή:makthes.gr
Αποκαλυπτικό είναι το βούλευμα του Συμβουλίου Εφετών Θεσσαλονίκης, με το οποίο παραπέμπονται σε δίκη η γραμματέας του πρώην υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Αλέξανδρου Κοντού, μία υπάλληλος του Yπουργείου, ένας υπάλληλος της νομαρχίας Πέλλας, μία τοπογράφος και τρεις ιδιώτες.
Η απόφαση του υφυπουργού ελήφθη στις 31 Μαρτίου 2005, ύστερα από αίτηση που υπέβαλαν τρεις ιδιώτες για τη διανομή των εκτάσεων του οικισμού Πάτημα στη Βεγορίτιδα. Με τον τρόπο αυτό οργανώθηκε η οικιστική αξιοποίηση ενός παλιού οικισμού που βρίσκεται στην ευρύτερη περιοχή του χιονοδρομικού κέντρου του Καϊμακτσαλάν, για να μετατραπεί σε χειμερινό προορισμό.
Όπως επισημαίνεται στο βούλευμα, ο υφυπουργός παραπλανήθηκε από τους υπαλλήλους και τους ιδιώτες χωρίς να γνωρίζει ότι η έκταση που εμφανιζόταν σαν “παλιός οικισμός Πατήματος” ουσιαστικά ήταν στο μεγαλύτερο τμήμα του (80%) δάσος, και στα σχετικά δικαιολογητικά δεν υπήρχε ούτε σχετικό έγγραφο της δασικής υπηρεσίας για τον χαρακτηρισμό της.
Τελικά η παραχώρηση δεν έγινε, αφού η απόφαση του Yφυπουργού ανακλήθηκε το 2008, ύστερα από την προσφυγή και άλλων ιδιωτών, που εμφανίζονται επίσης ως δικαιούχοι, στο Συμβούλιο της Επικρατείας.
Με το βούλευμα επιρρίπτονται σοβαρές ευθύνες στην πρώην γραμματέα του υφυπουργού, η οποία, σύμφωνα με το κατηγορητήριο, οργάνωσε μέχρι και σύσκεψη στην Έδεσσα, προκειμένου να πείσει τους άλλους συνδικαιούχους να μην προσφύγουν για την ακύρωση της απόφασης, με την υπόσχεση “να τους παραχωρηθούν άλλες εκτάσεις με άλλη υπουργική απόφαση”, όπως αναφέρεται.
“Προκύπτει ανεπίτρεπτη παρέμβασή της”, επισημαίνεται χαρακτηριστικά στην πρόταση του εισαγγελέα εφετών Θεσσαλονίκης Αργύρη Δημόπουλου προς το συμβούλιο. Το δικαστικό συμβούλιο παρέπεμψε σε δίκη στο Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Θεσσαλονίκης τους τρεις ιδιώτες για απάτη κατά συναυτουργία σε βάρος του δημοσίου με τις επιβαρυντικές διατάξεις του νόμου 1608 περί καταχραστών του δημοσίου, την τοπογράφο για απλή συνέργεια στην απάτη, τον υπάλληλο της νομαρχίας Πέλλας και τις δύο υπαλλήλους του υπουργείου για ψευδή βεβαίωση σε βάρος του δημοσίου με τις ίδιες επιβαρυντικές διατάξεις.
Όπως προσδιορίζεται, η ζημία του δημοσίου φτάνει τα 3.000.000 ευρώ, αφού το τετραγωνικό μέτρο υπολογίστηκε ότι αξίζει 3 ευρώ!
Μήλον της έριδος ήταν η έκταση που περιέκλειε τον παλιό οικισμό Πάτημα, η οποία, σύμφωνα με τις αποφάσεις που αναφέρονται στο βούλευμα, ήταν “δασόκτημα, συνιδιόκτητη έκταση που ανήκει κατά ποσοστό 59,36% στο δημόσιο και ποσοστό 40,64% σε ιδιώτες”, με την έννοια όμως ότι μπορούν να εκμεταλλεύονται την υλοτομία, τα βοσκοτόπια και τις καλλιέργειές της. “Οι κάτοικοι του πρώην συνοικισμού Πατήματος καλλιεργούν τα χωράφια που κατέχουν, χωρίς όμως να μπορούν να τα οριοθετήσουν λόγω της εξ αδιαιρέτου κυριότητας με το δημόσιο, να γίνει ο διαχωρισμός της ιδιωτικής από τη δημόσια έκταση, ώστε στη συνέχεια να καταστεί δυνατή η αποτύπωση των ιδιωτικών εκτάσεων”, υπογραμμίζεται σε αναφορά που συνέταξε τον Νοέμβριο του 2003 ο τότε νομάρχης Πέλλας.
Τις συγκεκριμένες εκτάσεις διεκδίκησαν δύο διαφορετικοί σύλλογοι, αλλά, όπως αναφέρεται στο βούλευμα, οι αιτήσεις της μίας πλευράς (17 ιδιωτών) αγνοήθηκαν από τις υπηρεσίες. Τελικά αυτοί προσέφυγαν στη δικαιοσύνη υποβάλλοντας μηνύσεις και προσφυγή στο ΣτΕ, η οποία τελεσφόρησε με την ανάκληση της υπουργικής απόφασης τον Σεπτέμβριο του 2008.
Αντίθετα, στην αίτηση που έκαναν τρεις ιδιώτες, οι οποίοι κατέληξαν κατηγορούμενοι, εκπροσωπώντας όμως και άλλους, κατατέθηκαν τοπογραφικά διαγράμματα που παρουσίαζαν “εικονική πραγματικότητα” της έκτασης, όπως αναφέρεται στο βούλευμα. “Σε κτηματολογικό πίνακα αναφερόταν ανακριβώς ότι η έκταση των 892 στρεμμάτων είναι υφιστάμενος οικισμός με πολεοδομική συγκρότηση, δηλαδή με οικοδομικά τετράγωνα, με αυτοτελή οικόπεδα, με δρόμους, πλατείες και κοινόχρηστους χώρους, ενώ στην πραγματικότητα είναι σε ποσοστό μεγαλύτερο του 80% δασοσκεπής και περιλαμβάνει δασικές εκτάσεις και δάση οξιάς και δρυός και έκταση μόνον 208 στρεμμάτων είτε από καλλιεργήσιμες εκτάσεις, είτε από εγκαταλειμμένους αγρούς, είτε από εκτάσεις με ερείπια παλιού οικισμού. Ο οικισμός Πάτημα είναι στην πραγματικότητα ανύπαρκτος”, τονίζεται στο βούλευμα.
“Μεθόδευση” είδε ο εισαγγελέας
Το δικαστικό συμβούλιο και ο εισαγγελέας στην πρότασή του καταλήγουν πως υπήρχε μεθόδευση για την παραχώρηση των εκτάσεων αυτών, όπως τελικά έγινε αρχικά με την απόφαση Κοντού το 2005, η οποία στη συνέχεια ανακλήθηκε. Είναι ενδεικτικό πως τα τοπογραφικά διαγράμματα που παραδόθηκαν από τους ιδιώτες εγκρίθηκαν αμέσως από τον αρμόδιο υπάλληλο της νομαρχίας Πέλλας και στη συνέχεια έγινε η εισήγηση της διεύθυνσης Πολιτικής Γης του υπουργείου προς τον υφυπουργό που ενέκρινε την αίτηση των ενδιαφερομένων ιδιωτών.
Μάλιστα η υπόθεση κινήθηκε με τέτοια προχειρότητα, την οποία επισημαίνουν οι δικαστές του εφετείου, υπογραμμίζοντας ότι σε ορισμένα έγγραφα ο νομός Πέλλας αναφέρεται μέχρι και σαν νομός… Έδεσσας!
“Είχαν προειλημμένη απόφαση να παραχωρήσουν την έκταση των 892 στρεμμάτων του δασοκτήματος Πάτημα, ενώ γνώριζαν πολύ καλά ότι επρόκειτο για συνιδιόκτητο δασόκτημα και ότι υπήρχαν και άλλοι συνιδιοκτήτες, τους οποίους αγνόησαν. Ακόμη έλαβαν υπόψη τους τοπογραφικό σχεδιάγραμμα ιδιώτη τοπογράφου, χωρίς να φέρουν τη θεώρηση αρμόδιας αρχής, η οποία με τέχνασμα παρακάμφθηκε”, σημειώνεται στο βούλευμα, περιγράφοντας τις ενέργειες για τις οποίες κατηγορούνται οι υπάλληλοι. Η κατάσταση άλλαξε όταν έγινε η προσφυγή των άλλων ιδιωτών στο ΣτΕ και τότε ζητήθηκε από την ίδια υπηρεσία του υπουργείου έγγραφο της διεύθυνσης Δασών Κεντρικής Μακεδονίας, από την πλευρά της οποίας διαβεβαιώνεται ότι πρόκειται στο μεγαλύτερο μέρος της για δασική έκταση, η οποία “σχεδόν εξολοκλήρου είχε ενταχθεί στο δίκτυο Natura 2000”.
Το δικαστικό συμβούλιο δεν έκανε δεκτούς τους ισχυρισμούς των υπαλλήλων, οι οποίοι υποστήριξαν πως λειτούργησαν βάσει των εγγράφων που έλαβαν από τη νομαρχία Πέλλας. Άλλωστε στην απολογία της η κατηγορούμενη τοπογράφος αποκάλυψε πως η γραμματέας του υφυπουργού είχε συνεχείς επικοινωνίες τόσο με την ίδια όσο και με τους ενδιαφερόμενους ιδιώτες.