Η περιφέρεια μας μετά τις πρόσφατες ανακοινώσεις του πρωθυπουργού για το κλείσιμο όλων των λιγνιτικών μονάδων μέχρι το 2023 και της Πτολεμαίδα 5 μέχρι το 2028 υπέστη ένα σοκ από το οποίο ακόμα δεν έχει συνέλθει. Συζητήσεις επί συζητήσεων ακολούθησαν τις ανακοινώσεις, αντιδράσεις συνδικαλιστών και φορέων για τον “ξαφνικό θάνατο” , άρθρα και εκπομπες στο τοπικά ΜΜΕ αναλύουν με μελανά χρώματα το μέλλον που θα αντιμετωπίσει η περιοχή της Δυτ Μακεδονίας. Η αρνητική ψυχολογία έχει κυριαρχήσει και στην κοινωνία της περιοχής και αυτό αντανακλάται στην καθημερινότητα του πολίτη. Πολλές οι περιπτώσεις κατοίκων που μπαίνουν στη σκέψη να πουλήσουν τα υπάρχοντα τους, τα σπίτια τους και να μεταναστεύσουν σε άλλες περιοχές της χώρας ελπίζοντας σε ένα διαφορετικό μέλλον για την οικογένεια τους. Χαρακτηριστικό επίσης παράδειγμα η δραματική πτώση του τζίρου των καταστημάτων της περιοχής που εν πολλοίς οφείλεται στο αρνητικό οικονομικό κλίμα που επικρατεί.
Είναι σίγουρο ότι ένα μοντέλο που κυριάρχησε τα προηγούμενα εξήντα χρόνια και ομολογουμένως συνέβαλε στην μεγάλη οικονομική ανάπτυξη και την «ευμάρεια» των κατοίκων της περιοχής, με ένα βίαιο και ξαφνικό τρόπο φτάνει στο τέλος του.
Το ερώτημα είναι: Θα μπορούσε ή θα έπρεπε να γίνει κάτι διαφορετικό?
Το πρόβλημα είναι γνωστό εδώ και πολλά χρόνια. Δυστυχώς όμως όχι μόνο δεν προετοιμαστήκαμε κατάλληλα για την μεταλιγνιτικη εποχή αλλά τα τελευταια χρόνια, παρακολουθήσαμε κινήσεις και επενδυτικές αποφάσεις της ΔΕΗ (πχ Πτολεμαΐδα 5, Μετεγκαταστάσεις Οικισμών) με τις ευλογίες της πολιτικής και συνδικαλιστικής ηγεσίας, που “μπέρδευαν” το μήνυμα, δίνοντας την εντύπωση ότι δεν θα υπάρχει πρόβλημα για τα επόμενα 20-30 χρόνια. Όμως το διεθνές περιβάλλον άλλα προμήνυε. Οι αποφάσεις και η δραματικές εξελίξεις για την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις από την καύση των ορυκτών καυσίμων, η μαζική στροφή όλων των χωρών της δύσης και όχι μόνο, προς ποιό καθαρές και ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η μεγάλη πτώση του κόστους των επενδύσεων αυτών που βαίνει συνεχώς μειούμενη που με τη σειρά τους συμπαρασύρουν προς τα κάτω και τις τιμές του κόστους παραγωγής της Ηλεκτρικής Ενέργειας (στην Πορτογαλία πρόσφατα κατακυρώθηκε διαγωνισμός Φωτοβολταικού με 14,97 €/MWH), οι τεράστιες επενδύσεις που από καιρό έχουν ξεκινήσει στη εξεύρεση λύσεων για την αποθήκευση της ενέργειας, εξέπεμπαν εντελώς διαφορετικά μηνύματα, αλλά τόσο η πολιτική ηγεσία όσο και οι τοπικοί “παράγοντες” ως δέκτες τόχαν γυρισμένο σε άλλο κανάλι. Το Θέμα είναι ότι ακόμα και σήμερα που το πρόβλημα προβάλει ολόρθο μπροστά μας και κινδυνεύουμε να μας καταπιεί, ορισμένοι αρνούνται πεισματικά να αλλάξουν τροπάρι. Ακούγονται και γράφονται από ειδικούς και μη, όχι πάντα με κακή ή ιδιοτελή προαίρεση και μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις αρκετά ενδιαφέρουσες αναλύσεις κυρίως από πρώην στελέχη της ΔΕΗ, για το εθνικό μας καύσιμο που θέλουν κάποιοι να μας στερήσουν , για εξαιρέσεις και παρατάσεις που πέτυχαν άλλες χώρες, για τους “ξένους” που επιδιώκουν να μας “φορτώσουν” ντε και καλά τα φωτοβολταικά και τα αιολικά. Όλη αυτή η φιλολογία στην ουσία καταλήγει σε δυο συμπεράσματα: Πρώτο οτι επέρχεται η καταστροφή της περιοχής και δεύτερο οτι μοναδική διέξοδος είναι η παράταση λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων , εκπέμποντας ταυτόχρονα μηνύματα αντίστασης κι αγώνα και αποκρούοντας κάθε λογική για γρήγορη αλλαγή πλεύσης (Βλέπε απόφαση περιφ Συμβουλίου για την απόρριψη του ΕΣΕΚ)
Ας δεχτούμε για τις ανάγκες της συζήτησης οτι οι απόψεις αυτές είναι σωστές, Οτι κάποιοι αποφάσισαν να μας “στερήσουν” το εθνικό μας καύσιμο, επιβαρύνοντας το με ακριβά τέλη ρύπων, για να μας φορτώσουν τα δική τους τεχνολογία των ΑΠΕ. Αυτό όμως δεν αλλάζει τα δεδομένα. Η παγκόσμια κατεύθυνση προς τις ΑΠΕ ανεξαρτήτως του λόγου για τον οποίο έγινε και ανεξάρτητα από τα αποθέματα ορυκτών καυσίμων που διαθέτει η κάθε χώρα, αποτελεί πλέον μια πραγματικότητα. Η λίθινη εποχή δεν τελείωσε επειδή τελείωσαν οι πέτρες. Η παγκόσμια κοινή γνώμη ακολουθεί και επηρεάζεται από τις πρωτοβουλίες της νεαρής ακτιβίστριας “Greta Thunberg” με εκατομμύρια followers και όχι από αυτές, του δυναμικού μεν αλλά περιορισμένης κλίμακας θέσεις, προέδρου της ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ . Πως θα μπορούσε λοιπόν να σταθεί ανταγωνιστικά η ΔΕΗ σε ένα τέτοιο αρνητικό διεθνές περιβάλλον, με τόσο υψηλό κόστος παραγωγής, λόγω και της επιβάρυνσης των ρύπων, που φτάνει τα 90€ τη Μwh. Δεν είδαμε τις αλλεπάλληλες προσπάθειες για την πώληση κάποιων λιγνιτικών μονάδων όπου όλοι οι διαγωνισμοί απέβησαν άκαρποι λόγω έλλειψης επενδυτικού ενδιαφέροντος; Αυτό και μόνο το γεγονός δεν αποτελεί σοβαρή προειδοποίηση ότι πρέπει το συντομότερο να γίνει αλλαγή πλεύσης; Περιμέναμε τον πρωθυπουργό να μας το πει;
Στο νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) υπάρχει μια ολόκληρη παράγραφος για την απολιγνιτοποίηση που κινείται στο πλαίσιο των ανακοινώσεων του πρωθυπουργού και ταυτόχρονα περιγράφεται ένα σχέδιο στήριξης της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης που πλήττονται από αυτή την εξέλιξη. Δλδ εκφράζεται με τον πιο επίσημο τρόπο και μέσα από ένα ψηφισμένο εθνικό σχέδιο η πρόθεση της πολιτείας να συμβάλει με κάθε τρόπο στην γρήγορη αλλαγή του μοντέλου ανάπτυξης για μια συγκεκριμένη περιφέρεια που κατονομάζεται (Δυτ Μακεδονια).
Να το πούμε και κάπως διαφορετικά Αν ως περιοχή μας έθεταν το δίλημμα να διαλέξουμε :
ΠΡΩΤΟΝ τη συνέχιση της λειτουργιάς των μονάδων για άλλα πχ τριάντα χρόνια με κάποια μορφή διεκδίκησης εξαιρέσεων από τους ρύπους, χωρίς όμως σίγουρα και δεδομένα αποτελέσματα, αφήνοντας στην ουσία τη ΔΕΗ με υψηλά κοστολόγια , πεπαλαιωμένο και ρυπογόνο εξοπλισμό, έρμαιο του διεθνούς ανταγωνισμού , που θα την οδηγούσε όχι σε “ξαφνικό” αλλά σε αργό και βασανιστικό μαρασμό. Η ΔΕΥΤΕΡΟ το γρήγορο κλείσιμο των ρυπογόνων και κοστοβορων λιγνιτικων μονάδων μέσα από ένα ολοκληρωμένο σχέδιο βιωσιμότητας της ΔΕΗ που την εντάσσει στη νέα εποχή της τεχνολογίας των ΑΠΕ και της αποθήκευσης ενέργειας. Ταυτόχρονα ένα γενναίο αναπτυξιακό σχέδιο για την περιοχή μας που πλήττεται άμεσα από αυτή την αλλαγή, συνοδευόμενο από ένα μεγάλο χρηματοδοτικό καλάθι κοινοτικών και εθνικών πόρων που καλά σχεδιασμένο θα μας οδηγούσε σχετικά γρήγορα σε ένα νέο διαφορετικό πολυποίκιλο μοντέλο ανάπτυξης. Τι λέτε να διαλέγαμε Το ΠΡΩΤΟ ή το ΔΕΥΤΕΡΟ. Η απάντηση νομίζω είναι προφανής.
Μήπως τελικά όλος αυτός ο “Ξαφνικός Θάνατος” είναι μια μοναδική ευκαιρία να ταρακουνηθούμε , να ξυπνήσουμε από τον χρόνιο λήθαργο της δημόσιας προστασίας και σιγουριάς. Να αφήσουμε πίσω τις μεμψιμοιρίες, τα δάκρυα για τις επερχόμενες καταστροφές και να ανασκουμπωθούμε . Μήπως την επερχόμενη απειλή πρέπει να τη δούμε ως ευκαιρία Μήπως ο νέος “Σεισμός” πρέπει τώρα επιτέλους να γίνει Σωσμός . Αυτό κατά τη γνώμη μου πρέπει να είναι το σωστό δίλημμα και εκεί πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας.
Αποτελεί τεράστιο λάθος , με τις θέσεις και τις απόψεις μας στο δημόσιο διάλογο, να συμβάλουμε στην ουσία, ενδεχομένως και άθελά μας, στη διάχυση της αρνητικής ψυχολογίας. Μειώνουμε τον τόπο μας, ακυρώνουμε κάθε μικρή η μεγάλη σκέψη για επενδυτικές πρωτοβουλίες, απαξιώνουμε το βιος μας, τις μικρές και μεγάλες “περιουσίες” που με κόπο όλοι δημιουργήσαμε , οδηγούμε τα παιδία μας στη φυγή δίχως γυρισμό. Όλο αυτό το κλίμα πρέπει να αλλάξει. Η ευθύνη κυρίως βαρύνει τις κεφαλές, τους τοπικούς φορείς ,την αυτοδιοίκηση, τα επαγγελματικά και επιστημονικά επιμελητήρια και ιδιαίτερα την περιφερειακή αρχή. Ο περιφερειάρχης οφείλει να συντονίσει την όλη προσπάθεια μιας και θεσμικά συμμετέχει στη διυπουργική επιτροπή που συγκροτήθηκε για την εκπόνηση ενός ολοκληρωμένου σχεδίου για την δίκαιη μετάβαση της Δυτικής Μακεδονίας στη Νέα εποχή.
Αποτελεί γεγονός πρωταρχικής – ζωτικής θα έλεγα σημασίας, να επικρατήσει στην περιοχή μας ένας άνεμος αισιοδοξίας και δημιουργίας. Οτι πλέον είμαστε αποφασισμένοι να ξεκινήσουμε μια νέα εποχή διαφορετική Να φτιάξουμε ένα νέο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης που θα στηρίζεται στον άνθρωπο και τις αξίες του, σε ένα καθαρό και υγιές περιβάλλον. Να φτιάξουμε συνθήκες βιωσιμότητας και ασφάλειας για τους νέους που θα τους δίνουν προοπτική να μείνουν και να δουλέψουν, να οργανώσουν τη ζωή τους, να δημιουργήσουν οικογένειες , να αγαπήσουν την περιοχή,
Η όποιας μορφής αγωνιστική δράση και διεκδίκηση πρέπει να στοχεύει αποκλειστικά προς την κατεύθυνση της γρήγορης εκπόνησης ενός ολοκληρωμένου σχεδίου και της εξασφάλισης των απαραίτητων πόρων για την απρόσκοπτη χρηματοδότηση του. Μέσα από αυτό το σχέδιο, κατά τη γνώμη μου, ολόκληρη η περιφέρεια της Δυτ Μακεδονίας πρέπει να χαρακτηριστεί ως Ειδική Οικονομική Ζώνη (ΕΟΖ) με όλα τα χαρακτηριστικά και τα κίνητρα που μπορεί να εμπεριέχει αυτό ο όρος. Υπάρχουν αρκετά επιτυχημένα παραδείγματα σε όλο τον κόσμο από τα οποία μπορούμε να αντλήσουμε ιδέες.
Το τι συγκεκριμένες πρωτοβουλίες θα αναληφθούν, το ποιές αναπτυξιακές προτεραιότητες θα δοθούν, το πως θα εξειδικευτεί αυτό το νέο αναπτυξιακό σχέδιο, είναι μια συζήτηση που θα έχουμε τη δυνατότητα να την αναπτύξουμε. Ο διάλογος και σχεδιασμός αυτός δεν πρέπει να μείνουν στα στενά όρια κάποιων γραφείων και «ειδικών». Πρέπει να κινητοποιηθεί και να συμμετέχει το πλούσιο δυναμικό της περιοχής, όλη η τοπική κοινωνία, με έξυπνες ιδέες, δημιουργικές προτάσεις και καινοτόμες πρωτοβουλίες. Αυτό που προέχει όμως σήμερα είναι η αλλαγή του κλίματος. Η μετάλλαξη της γενικευμένης απαισιοδοξίας και του αρνητισμού σε ένα κύμα δημιουργικής αισιοδοξίας Να ξεκινήσει η «Δ/Μακεδονική Άνοιξη» Η περιφέρεια μας απέδειξε σε ποιο δύσκολες εποχές οτι βρίσκει τον τρόπο να επιβιώσει, να δημιουργήσει και να μεγαλουργήσει Στο χέρι μας είναι και τώρα να το πετύχουμε.
***Οικονομολόγου-Λογιστη