giapraki.com

Χαρίτων Καρανάσιος: Ποιος θα κλάψει σήμερα τη Ρωμιοσύνη;

Δεν θρηνώ τον Μίκη Θεοδωράκη, που έφυγε πλήρης ημερών αλλά και υπερπλήρης δράσης και ζωής. Χαρμολύπη είναι το συναίσθημα. Ποιος άλλος είναι ο σκοπός της ζωής μας; Να αφήσουμε έργο ευλογημένο πίσω μας, να έχουμε όλους στην καρδιά μας και να μας έχουν όλοι στην καρδιά τους. Και όλοι οι Έλληνες τον έχουμε στην καρδιά μας, όπως και ο ίδιος αγάπησε την Ελλάδα και τους Έλληνες. Ο Μίκης δεν έκανε πιο εύκολη τη ζωή μας, αντιθέτως μας δυσκόλεψε, γιατί η ζωή του είναι παράδειγμα αγώνα και δημιουργίας, όχι ζωή του καναπέ και του κομφορμισμού. Οπωσδήποτε όμως έκανε τη ζωή μας πιο όμορφη με τα τραγούδια και τη μουσική του. Αυτό εντέλει λείπει από την Ελλάδα μας, η ομορφιά και η προσφορά. Και ο Μίκης ήταν «ωραίος ως Έλλην» και άφησε πίσω του για πάντα μια μελωδική ομορφιά αλλά και εφηβική ζωντάνια. Ο Μίκης «ουκ έλαβεν επί ματαίω την ψυχήν αυτού», γι’ αυτό και «αναβήσεται εις το όρος Κυρίου».

Παρεξηγημένος πολιτικά, δεν χωρούσε πουθενά, αλλά μπορούσε να συνεργάζεται με όλους για το κοινό καλό. Οι επιλογές του έμοιαζαν πολλές φορές ανεξήγητες, προκλητικές, αιρετικές. Ο Μίκης όμως ήταν ρεαλιστής και αντιλαμβανόταν τις συγκυρίες χωρίς παρωπίδες, αλλά ταυτόχρονα ήταν ανεξάρτητο πνεύμα. Ένας πραγματικός καλλιτέχνης δεν μπορεί να περιοριστεί σε στεγανά και σε εντολές κανενός πολιτικού γραφείου. Ο Μίκης ήταν υπέρμαχος του ελληνοκεντρικού κομουνισμού, γι’ αυτό και μπορούσε να είναι αυθεντικά διεθνιστής. Δεν χωρούσε σε ένα κόμμα, ούτε καν στην Ελλάδα, μόνον στην αιωνιότητα.

Ο Μίκης ήταν κομουνιστής και πατριώτης, έννοιες που μετεμφυλιακά χρησιμοποιούνταν αντιθετικά και υποδήλωναν δύο διαφορετικούς συγκρουόμενους κόσμους. Και κομουνιστής και πατριώτης λοιπόν, χωρίς εισαγωγικά, και Έλληνας και διεθνιστής, μαχόμενος πολιτικά μουσικός αλλά όχι στρατευμένος. Γι’ αυτό και κανείς δεν τον ήθελε κοντά του, αλλά όλοι ήθελαν να επωφεληθούν από το κύρος του. Και όλοι άκουγαν τη μουσική του και τραγουδούσαν τα τραγούδια του, από τον «Επιτάφιο» μέχρι τη «Ρωμιοσύνη» και από το «Γελαστό παιδί» μέχρι το «Άξιον εστί».

Κάποτε υπήρχαν ιδέες και κάποιοι αγωνίζονταν γι’ αυτές, τις μετέτρεπαν σε βίωμα και νόημα ζωής. Κάποιοι πάσχιζαν για τους άλλους, πέθαιναν για τους άλλους. Μόνον που σήμερα οι έννοιες έχουν χάσει το νόημά τους, ακριβώς επειδή παραμένουν απλές έννοιες-φούσκες στην αποθήκη μαζί με τα αραχνιασμένα εργαλεία ή τροφοδοτούν το φαντασιακό μας. Ποιος θα ισχυριστεί σήμερα ότι είναι κομουνιστής, σοσιαλιστής, δημοκράτης, φιλελεύθερος, χριστιανός και πατριώτης; Όλοι ένα χρώμα, το χρώμα του χρήματος, όλοι μια ιδεολογία, η ιδεολογία του «δικού μου εγώ», του «δικαιώματός μου», της «δικής μου επιλογής».

Ο Μίκης ήταν ο τελευταίος αυθεντικός αγωνιστής και πατριώτης. Και ποιος θα κλάψει σήμερα τις χαμένες γενιές και τα καμένα όνειρά τους; Ποιος θα κλάψει τη νέα γενιά και τα αδιέξοδά της; Ποιος θα κάνει τον πόνο τού Έλληνα τραγούδι; Ποιος θα κάνει την ποίησή μας μουσική στα χείλη των Ελλήνων; Ποιος θα κλάψει σήμερα τη Ρωμιοσύνη; Να, για αυτά θρηνώ.

Exit mobile version