Με βάση τις προγραμματικές δηλώσεις του Πρωθυπουργού, η Κυβέρνηση στον κρίσιμο τομέα της ενέργειας συνεχίζει στον ίδιο δρόμο, όπου βαδίζει εδώ και τέσσερα χρόνια, με επιλογές που δεν αρμόζουν σε μια δημοκρατική ευρωπαϊκή χώρα.
Το υφιστάμενο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (Ε.Σ.Ε.Κ.) είναι ένα μονομερές σχέδιο εισαγωγής αερίου σε αντικατάσταση του λιγνίτη, χωρίς πραγματική σχέση με την κλιματική αλλαγή, χωρίς ουδεμία αναφορά σε εξοικονόμηση ενέργειας, ούτε στη μείωση των εκπομπών στον κρίσιμο τομέα των μεταφορών ούτε στο σιδηρόδρομο με ηλεκτροκίνηση, στις ράγες του οποίου βαδίζει ολόκληρη η Ευρώπη.
Του Πάρι Κουκουλόπουλου, Βουλευτής Κοζάνης και Υπεύθυνος KTE Οικονομικών του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ
Ενεργειακά είμαστε η πιο εξαρτημένη Χώρα της Ε.Ε., εκτός από την Κύπρο και τη Μάλτα, με την εξάρτησή μας στα χρόνια της Ν.Δ. να έχει πλέον ξεπεράσει το 80%, εξαιτίας της πρόσδεσης της Χώρας στο φυσικό αέριο. Η αντικατάσταση λιγνιτικών μονάδων με φυσικό αέριο στερείται λογικής. Το εισαγόμενο φυσικό αέριο επιβαρύνει δραματικά το έλλειμμα ισοζυγίου εξωτερικών συναλλαγών καθώς τα εισαγόμενα καύσιμα συμμετέχουν σταθερά στο εν λόγω έλλειμα με διψήφιο ποσοστό.
Η εμμονή και ιδεοληψία της Κυβέρνησης με το φυσικό αέριο δεν είναι τυχαία. Προστατεύει ένα ολιγοπώλιο ενέργειας. Το ίδιο ολιγοπώλιο που προστάτευσε, αρνούμενη πεισματικά επί ένα χρόνο το πλαφόν στη λιανική τιμή του ηλεκτρικού ρεύματος. Το ίδιο ολιγοπώλιο που προστάτευσε, μη αναβαθμίζοντας τις γραμμές διασύνδεσης της Ελλάδας με άλλες Χώρες, ώστε να μην ανοίξει τον ανταγωνισμό. Το ίδιο ολιγοπώλιο που προστατεύει, μη αναβαθμίζοντας τις γραμμές μεσαίας και χαμηλής τάσης, με αποτέλεσμα να μην μπορεί κάθε πολίτης, κάθε Δήμος, κάθε επιχείρηση να προχωρήσει σε εγκατάσταση φωτοβολταϊκών. Στις 12 Αυγούστου 2022, η Κυβέρνηση έκλεισε τον ηλεκτρικό χώρο, δίνοντάς αυτόν στο ίδιο ολιγοπώλιο ενέργειας, στερώντας με έναν πρωτοφανή τρόπο τη δυνατότητα παραγωγής από ΑΠΕ σε χιλιάδες μικρομεσαίους επενδυτές, μεταξύ των οποίων ΤΟΕΒ και Συνεταιρισμοί με χιλιάδες μέλη. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι οι κυβερνητικές επιλογές έχουν προκαλέσει πρωτοφανή ύφεση στη Δυτική Μακεδονία, μια περιφέρεια που συνορεύει με δυο γειτονικές χώρες και συρρικνώνεται ραγδαία.
Είναι προφανές ότι οι επιλογές αυτές πρέπει να αλλάξουν ριζικά και να εναρμονιστούν, αν μη τι άλλο, με το ευρωπαϊκό πλαίσιο υπηρετώντας παράλληλα τη σταδιακή μείωση της ενεργειακής μας εξάρτησης που είναι εθνικός στόχος.
Η αναγκαιότητα μετατόπισης του ασφυκτικού χρονοδιαγράμματος απόσυρσης λιγνιτικών μονάδων, η επένδυση στην αντλησιοταμίευση και η ριζική αλλαγή της πολιτικής στις ΑΠΕ που θα επιτρέψει την ταχύτερη διείσδυση τους στο ενεργειακό μείγμα είναι βασικές επιλογές που ανοίγουν το δρόμο στην ενεργειακή δημοκρατία.
Ενεργειακή Δημοκρατία σημαίνει αναβάθμιση όλων των δικτύων, υποχρέωση χωροθέτησης των εγκαταστάσεων ΑΠΕ από όλους τους Δήμους για την ισόρροπη ανάπτυξή τους, με τον όρο τουλάχιστον το 50% του δυναμικού των ΑΠΕ που θα αναπτύσσεται σε κάθε Δήμο, να εξυπηρετεί τις δικές του ανάγκες και των δημοτικών επιχειρήσεών του (όπως των Δ.Ε.Υ.Α. που σήμερα βρίσκονται στα πρόθυρα της χρεοκοπίας), καθώς και των αγροτών, των ευάλωτων συμπολιτών μας, των ενεργειακών κοινοτήτων και των μικρομεσαίων επενδυτών.
Σε ό,τι αφορά το υπόλοιπο 50%, χρειάζεται να ληφθεί μέριμνα για την ελληνική βιομηχανία, δεν είναι δυνατόν τα διμερή συμβόλαια να μην έχουν προχωρήσει όλα αυτά τα χρόνια και να μένει απροστάτευτη στην κρίση όση βιομηχανία μας έχει απομείνει. Το ΠΑΣΟΚ δίνει τη μάχη για την Ενεργειακή Δημοκρατία, η οποία αποτελεί μια ολοκληρωμένη και πειστική απάντηση στην κλιματική αλλαγή και τις ανισότητες, δηλαδή στα δύο κορυφαία ζητούμενα της εποχής, που όλοι καλούμαστε να απαντήσουμε.