Την ιστορία γράφουν οι ηγέτες. Οι λαοί απλά ακολουθούν αυτούς. Και όταν οι ηγέτες διακατέχονται από οράματα για το καλό των λαών τους και διακρίνονται για το πνεύμα θυσίας, οι λαοί γράφουν λαμπρές σελίδας δόξας. Όταν οι ηγέτες είναι ιδιοτελείς και γι’ αυτό και δουλοπρεπείς έναντι των ισχυρών, οι λαοί οδηγούνται σε ταπεινώσεις και συμφορές. Σε περιπτώσεις, την αδυναμία των ηγετών να αρθούν στο ύψος των δεινών περιστάσεων αναπληρώνουν άλλοι, που αποφασίζουν να θυσιαστούν αυτοί για το καλό του λαού. Αναλαμβάνουν να ηγηθούν του αγώνα, όταν άλλοι δειλιάζουν να αγωνιστούν, αποκαλώντας μάλιστα τη δειλία τους σύνεση.
Αυτές τις ημέρες πριν από 120 έτη άφηνε την τελευταία του πνοή ο Παύλος Μελάς, ο ελευθερωτής της Μακεδονίας. Θα καγχάσουν κάποιοι εθνομηδενιστές και θα τονίσουν ότι έπεσε «άκαπνος», αφού δεν είχε συμπληρώσει δύο μήνες στην περιοχή, όπου δινόταν σκληρός αγώνας μεταξύ Βουλγάρων και Ελλήνων για την επικράτηση, ενώ ακόμη αυτή στέναζε υπό τον οθωμανικό ζυγό δουλείας. Τότε δεν υπήρχε το έθνος των Μακεδόνων ούτε βέβαια έτος αργότερα, όταν διενεργήθηκε απογραφή στην οθωμανική αυτοκρατορία. Το «έθνος» σχηματίστηκε αργότερα, τεχνητά προς εξυπηρέτηση αθλίων σκοπιμοτήτων στα πλαίσια της κυριαρχίας στην περιοχή και στη βάση του ανθελληνικού πνεύματος των κατά καιρούς ισχυρών. «Άκαπνος» δεν υπήρξε ο Παύλος, καθώς είχε λάβει μέρος στον πόλεμο της ντροπής του 1897. Τον κατηγορούν κάποιοι ανθέλληνες κατά την ταυτότητα Έλληνες ότι είχε κινηθεί επιπόλαια και χωρίς άδεια της μονάδας του, να συνοδεύσει στα σύνορα το μεγάλο ανταρτικό σώμα (άνοιξη του 1897), που εισέβαλε, στη συνέχεια στο οθωμανικό έδαφος, προκάλεσε αναστάτωση στην παρακμασμένη αυτοκρατορία και έδωσε την αφορμή για την κήρυξη του τουρκοελληνικού πολέμου. Οι κρατούντες στη χώρα μας δεν ήθελαν μπελάδες στο κεφάλι τους, καθώς έγνοια τους ήταν η εξυπηρέτηση των απαιτήσεων των δανειστών, μετά την πτώχευση του 1893. Απογοητευμένος ο Παύλος από την εξέλιξη εκείνου του πολέμου, αλλά και τη γενική κατάσταση, έγραφε σε επιστολή του ότι σκεπτόταν να παραιτηθεί από το στράτευμα. Συνήλθε όμως και παρέμεινε μη σκεπτόμενος παρά μόνο τους υπόδουλους αδελφούς του. Σε αντίθεση με τους πλείστους συναδέλφους του, που στόχευαν πρωτίστως στην προσθήκη άστρων στις επωμίδες τους, ο Μελάς, λόγω της στάσης που τηρούσε, παρέμεινε στάσιμος στον βαθμό του ανθυπιλάρχου από την αποφοίτησή του από τη σχολή Ευελπίδων (1892) μέχρι τον θάνατό του (1904). Από τους συναδέλφους του στο στράτευμα το πολύ να διασώθηκαν κάποια στολή ή παράσημα πληθωριστικά, αν οι απόγονοί τους τα προσέφεραν σε κάποιο μουσείο. Τον Παύλο τον θρήνησε και τον τίμησε ο λαός με τραγούδια, με ονομασία οδών σε πολλές πόλεις και με προτομές του σε πλατείες αυτών.
Με το αντιηρωικό πνεύμα, που σαρώνει την παρακμασμένη κοινωνία μας, μπορεί να τεθεί το ερώτημα: Και τι κέρδισε ο ίδιος; Άφησε τις χαρές της οικογένειας, τα μέλη της οποίας υπεραγαπούσε, όπως συνάγεται από την πυκνότατη σύνταξη επιστολών προς τη γυναίκα του Ναταλία Δραγούμη και «έφαγε το κεφάλι του»! Και αν ο ποιητής έγραψε ότι «του αντρειωμένου ο θάνατος θάνατος δεν λογιέται», φαίνεται πως κατακτά με επέλαση έδαφος ο αντιηρωισμός, του ποιτή Αρχίλοχου (7ος αιώνας π.Χ.), που ρίχνοντας την ασπίδα του στο πεδίο μάχης, για να σωθεί, έγραψε αργότερα: «Ο Αρχίλοχος να είναι καλά και από ασπίδες…»!
Ο Παύλος δεν έπεσε σε διατεταγμένη υπηρεσία, όπως πολλοί άλλοι με βαθειά την αίσθηση του χρέους να «φυλάξουν Θερμοπύλες». Ήλθε εθελοντικά στη Μακεδονία, μετά την καλοκαιρινή του άδεια, παραιτούμενος ουσιαστικά από τη θέση του στο στράτευμα, αφού δεν είχε, κατά την τρίτη εδώ άφιξή του, σκοπό να επανέλθει, ώστε να μη χαρακτηριστεί λιποτάκτης. Τί επέτυχε λοιπόν με τη θυσία του; Έσωσε τη Μακεδονία, καθώς, όπως έγραψε ο εθνικός μας ποιητής Κωστής Παλαμάς, «την έφερε πιο κοντά». Αφύπνισε δηλαδή την κοιμισμένη συνείδηση ηγητόρων και λαού και έσπευσαν τότε όλοι να σώσουν τη Μακεδονία. Και την έσωσαν, αν και δεν είχαν την ηθική υποστήριξη ουδενός ισχυρού κράτους. Οι χώρες Αυστρία, Ρωσία και Ιταλία τηρούσαν ανθελληνική στάση, ακόμη και η Αγγλία, που είχε τη χώρα μας υπό την «προστασία» της (προτεκτοράτο).
Ο Παύλος Μελάς έδειξε το μεγαλείο της ψυχής του σε επιστολή, στην οποία περιγράφει την οδύνη του σε περίπτωση, που ήταν υποχρεωμένος εκ της κατάστασης να δώσει εντολή για την εκτέλεση εχθρού αιχμαλώτου! Αν όλοι διακατέχονταν από το ίδιο πνεύμα, δεν θα προκαλείτο η αιματοχυσία και μάλιστα τα ειδεχθή εγκλήματα των κομιτατζήδων. Οι Βούλγαροι έδειξαν και τότε και αργότερα, κατά τη βουλγαρική κατοχή στην Ανατολική Μακεδονία (1941-1944), τον διακαή πόθο τους καθόδου στην «Άσπρη θάλασσα» πάσει θυσία, θυσία αντιπάλων, ιδίως των σλαβοφώνων γκραικομάνων! Αχάριστοι έναντι της Ρωσίας, που τους ελευθέρωσε και συνετέλεσε στον σχηματισμό του κράτους τους, παραμένουν έκτοτε στο πλευρό των αντιπάλων της ελευθερώτριας χώρας με εξαίρεση την περίοδο 1945-1992, οπότε η Βουλγαρία παραχωρήθηκε, κατά τη μοιρασιά, στην ΕΣΣΔ. Πάντως σήμερα αγωνίζεται για τα δίκαιά της και πέρα από αυτά, εμποδίζοντας την πρόοδο της ενταξιακής διαδικασίας των γειτόνων μας των Σκοπίων στην ΕΕ. Γράφουμε και πέρα από αυτά, καθώς στη γειτονική μας χώρα υπάρχουν οπωσδήποτε σλαβόφωνοι πολίτες, που δεν έχουν βουλγαρική εθνική συνείδηση.
Εμείς στα πλαίσια της υποταγής, των αστών στους «προστάτες» μας, των κομμουνιστών στο ιδεολόγημα του διεθνισμού, εγκαταλείψαμε την ιστορία της Μακεδονίας έρμαιο στις επιδιώξεις των κατά καιρούς σκοπούντων να επεκτείνουν την επιρροή τους στην περιοχή. Πολλοί κομμουνιστές υποτάχθηκαν στη θέληση του Στάλιν να σχηματιστεί έθνος Μακεδόνων. Είναι χαρακτηριστική η απάντηση εκείνου στην αντίρρηση του Βουλγάρου Δημητρώφ, που του επισήμανε ότι δεν υπάρχει έθνος Μακεδόνων: «Και αν δεν υπάρχει θα το κάνουμε»! Δεν τα κατάφερε εκείνος, αλλά την σκυτάλη του ιδεολογήματος παρέλαβε ο Τίτο, ο επίδοξος ηγέτης πάσης Βαλκανικής! Και η Βαρντάρσκα μετονομάστηκε σε Μακεδονία. Θεώρησαν ανιστόρητη τη μεταβολή οι νέοι «προστάτες» μας, οι των ΗΠΑ. Η αντίρρησή τους όμως υπήρξε βραχύβια. Μετά τη ρήξη των σχέσεων Τίτο και Στάλιν, μας διέταξαν να σιωπήσουμε. Είχαν φροντίσει όλοι οι ισχυροί να μας ωθήσουν σε εμφύλιο πόλεμο. Εφησυχάσαμε επί δεκαετίες με την σκέψη ότι το θέμα είναι εσωτερικό του κράτους της Γιουγκοσλαβίας. Αλλά το τεχνητό αυτό μόρφωμα των νικητών του Α΄ μεγάλου πολέμου του 20ου αιώνα όχι μόνο διαλύθηκε, με την κατάρρευση του κομμουνισμού, αλλά και οι λαοί του αιματοκυλίστηκαν. Τότε το θέμα Μακεδονία έπαψε να είναι εσωτερικό γειτονικής χώρας, καθώς σχηματίστηκε ανεξάρτητο κράτος.
Οργανώθηκαν τότε μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας στις μεγαλουπόλεις μας. Ήταν η τελευταία αναλαμπή, πριν η χώρα μας βυθιστεί στο σκοτάδι. Λίγοι γνωρίζουμε ότι σύσσωμος ο ευρωπαϊκός τύπος επικροτούσε την κλοπή της ιστορίας μας και κατηγορούσε τη χώρα μας για εθνικιστική εμμονή. Αντιλήφθηκαν ασφαλώς οι κρατούντες ότι θέληση των ισχυρών ήταν να υποκύψουμε για μία ακόμη φορά. Αυτοπαρηγορήθηκε κάποιος από αυτούς τονίζοντας ότι το θέμα θα λησμονηθεί μετά από δέκα έτη! Ποιος όμως θα αναλάμβανε όχι μόνο το πολιτικό, αλλά το εθνικό κόστος; Κύλισαν κάποιες δεκαετίες. Καθώς νέο είδος ψυχρού πολέμου άρχισε, με την επέκταση του ΝΑΤΟ προς την ανατολική Ευρώπη, η εκκρεμότητα έπρεπε να τερματιστεί. Τα δύο κόμματα εξουσίας στη χώρα μας είχαν οδηγήσει τον λαό μας σε αγανάκτηση και οι προστάτες μας βρήκαν ως λύση να ανεβάσουν στην εξουσία «αριστερό» κόμμα! Αυτό συνεπές προς τον διεθνισμό του και μόνο, που κατά καιρούς εξέφραζε, και αδύναμο να αντιταχθεί στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των ΗΠΑ στην περιοχή ήταν το καταλληλότερο για την επίτευξη του σχεδίου εκποίησης κεφαλαίου της ιστορίας μας. Εξάμηνο πριν από την υπογραφή της συμφωνίας των Πρεσπών, το ΝΑΤΟ είχε ορίσει καταληκτική ημερομηνία. Οι ισχυροί της ΕΕ έσπευσαν να πείσουν τους γείτονες να αποδεχθούν την προσθήκη «Βόρεια». Στις συνάξεις διαμαρτυρίας, που προηγήθηκαν της υπογραφής της συμφωνίας, οι συναγμένοι ήταν ετερόκλητοι και χωρίς τον αρχικό παλμό. Η κυβέρνηση «αξιοποίησε» τα δακρυγόνα, κάποια από τα οποία είχαν λήξει, και σε κλίμα ευωχίας υπογράφηκε η συνθήκη. Επανήλθε στην εξουσία καθαρόαιμο αστικό κόμμα και δικαιολογήθηκε ότι υπάρχει συνέχεια του Κράτους και ό,τι έγινε έγινε. Ακόμη και τώρα που οι ηγέτες της γείτονος προκαλούν με τη σαφή καταπάτηση όρων της συμφωνίας, η χώρα μας δεν αντιδρά. Έτσι θέλουν οι «προστάτες» μας!
Στην ιστορία «τα πάντα ρει», κατά τον Ηράκλειτο. Η ατιμωτική συμφωνία κάποτε, και ίσως σύντομα, θα ακυρωθεί. Η αλήθεια θα λάμψει. Το αίμα των ηρώων δεν χύνεται μάταια, ανυψώνει το έθνος από την παρακμή και το καθιστά και πάλι λαμπρό.
«Μακρυγιάννης»