ΑΡΧΙΜ. ΠΑΪΣΙΟΥ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΑΓΙΟΥ ΓΡΗΓΟΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΑΛΑΜΑ ΦΙΛΩΤΑ
II. Τί πραγματικά θέλουμε οι αληθινά Ορθόδοξοι σήμερα;
B. ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΑΛΗΘΙΝΑ ΘΕΛΟΥΜΕ ΦΑΝΕΡΩΝΕΤΑΙ ΜΕ ΤΙ ΧΑΙΡΟΜΑΣΤΕ ΚΑΙ ΜΕ ΤΙ ΛΥΠΟΥΜΑΣΤΕ
Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος και μαθητής της αγάπης, που μας διασώζει την Αρχιερατική προσευχή του Κυρίου στην κατέθεση μαρτυρίας που δίνει με το Ευαγγέλιό του, λίγο πριν από το Πάθος, μας αφήνει ως υψίστη παρακαταθήκη την βασική προϋπόθεση για να είμαστε ενωμένοι με τον Θεάνθρωπο Ιησού Χριστό και, συνεπώς, με την Εκκλησία Του που είναι το Σώμα Του. Για να είναι κανείς στο Σώμα του Χριστού, άρα εντός της Εκκλησίας και όχι εκτός αυτής, όπως θέλουν να ισχυρίζονται οι φιλο-Οικουμενιστές χρειάζεται να βρίσκεται σε κοινωνία με τους αδελφούς του, που έχουν την αυτή αποκλυφθείσα Πίστη. Ο Κύριος, πριν να συλληφθεί από τους άνομους Γραμματείς και Φαρισαίους τους υποκριτές που έφεραν την Ρωμαϊκή σπείρα για να μην αναμειχθούν στο έγκλημα της σταυρικής καταδίκης εις θάνατον, προσεύχεται στον Θεό Πατέρα λέγοντας: “Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς”Πατέρα ἅγιε, φύλαξέ τους μὲ τὴν δύναμιν τοῦ ὀνόματός σου ποὺ μοῦ ἔδωκες, διὰ νὰ εἶναι ἕνα ὅπως εἴμεθα ἐμεῖς. (Ιω, 17,11). Δεν υπάρχει περίπτωση να είναι κανείς στο Σώμα του Χριστού και να μην είναι ενωμένος με τα άλλα μέλη του Θεανθρώπου, τα μέλη της Εκκλησίας, όχι βέβαια της θεσμικής, αν δεν είναι στην αληθινή Πίστη.
Ο Άγιος Χρυσόστομος σε υπόμνημά του στην Προς Εφεσίους Επιστολή του[1], στα εδάφια: “Ἓν σῶμα καὶ ἓν πνεῦμα, καθὼς καὶ ἐκλήθητε ἐν μιᾷ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν· εἷς Κύριος, μία πίστις, ἓν βάπτισμα· εἷς Θεὸς Πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων, καὶ διὰ πάντων, καὶ ἐν πᾶσιν. Ἑνὶ δὲ ἑκάστῳ ἡμῶν ἐδόθη ἡ χάριςκατὰ τὸ μέτρον τῆς δωρεᾶς τοῦ Χριστοῦ” δίνει μία καταπληκτική ερμηνεία, η οποία σαφώς δεν αντικρούει αυτό που αναφέρουμε ότι δεν γίνεται να ανήκεις στο ίδιο Σώμα του Χριστού και να μην είσαι ενωμένος με τα άλλα μέλη, όπως τώρα οι αποτειχισμένοι από την αίρεση σε σχέση με εκείνους που αποτειχίστηκαν νωρίτερα για θέμα Παραδόσεως που οδήγησε όμως τελικά, και ήδη το διαπιστώνουμε, στην αυτή αίρεση του Οικουμενισμού. Η φράσις κλειδί που γράφει είναι αυτή: “Ὅταν λοιπὸν, ὅλοι πιστεύωμεν ὁμοίως, τότε ὑπάρχει ἑνότης…
Γράφει ο Άγιος Καβάσιλας: “Ἀνάγκη γὰρ κοινωνῆσαι γνώμης ᾧ κοινωνοῦμεν αἱμάτων, καὶ μὴ τὰ μὲν συνημμένους, τὰ δὲ διῃρημένους…. οὐ γὰρ ἑτέρωθεν ἡμῖν ἡ ζωή· τοῦτο δὲ οὐκ ἐξὸν δυνηθῆναι μὴ τὰ αὐτὰ βουλομένους, ἀνάγκη πρὸς τὴν τοῦ Χριστοῦ θέλησιν τὴν γνώμην καθόσον οἷόν τε ἀνθρώποις ἀσκῆσαι καὶ τῶν αὐτῶν ἐπιθυμεῖν καὶ τοῖς αὐτοῖς ἐκείνῳ χαίρειν παρασκεῦσαι. Τὰς γὰρ ἐναντίας ἐπιθυμίας μιᾶς ἀνίσχειν καρδίας τῶν ἀμηχάνων· «ὁ γὰρ πονηρὸς ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ τῆς καρδίας οὐδὲν ἄλλο, φησί, προφέρειν οἶδεν ἢ πονηρόν, καὶ ὁ ἀγαθὸς ἀγαθόν.» Καὶ καθάπερ τοῖς ἐν Παλαιστίνῃ πιστοῖς, ὅτι τῶν αὐτῶν ἐπεθύμουν, «ἦν ἡ καρδία, φησί, καὶ ἡ ψυχὴ μία», τὸν ἴσον τρόπον εἴ τις τῷ Χριστῷ μὴ κοινωνὸς εἴη τῆς γνώμης, ἀλλ’ οἷς ἐκεῖνος ἐπιτάττει πρὸς παλινῳδίαν ἐξάγοι, τὴν ἑαυτοῦ ζωὴν οὐ πρὸς τὴν αὐτὴν ἐκείνῳ τάττει καρδίαν, ἀλλὰ δῆλός ἐστι καρδίας ἐξηρτημένος ἑτέρας· ἐπεὶ καὶ τοὐναντίον κατὰ τὴν ἑαυτοῦ καρδίαν εὗρε τὸν Δαβὶδ ὅτι «τὰς ἐντολάς σου, φησίν, οὐκ ἐπελαθόμην»”. Όταν ο Κύριος ρητώς μας λέγει:“Καὶ ὑπὲραὐτῶν ἐγὼ
Όποιος, λοιπόν, δεν είναι ενωμένος με τα υπόλοιπα μέλη, μία μόνο περίπτωση μπορεί να υπάρχει, να είναι ο ίδιος αποκομμένος από το Σώμα που σημαίνει ότι βρίσκεται σαφώς σε σχίσμα! Εν προκειμένω θα ισχυριστούν κάποιοι: Αν όντως έτσι συμβαίνει, τότε και εσείς με την αποτείχιση είστε εκτός Εκκλησίας. Πώς γίνεται όμως να είναι κανείς στο Σώμα του Χριστού και να μην έχει κοινωνία με τον επίσκοπό του; Απαντούμε: Όπως και οι Άγιοι Μέγας Βασίλειος, Γρηγόριος ο Παλαμάς, Μάξιμος ο Ομολογητής και τόσοι άλλοι. Σαφώς, δεν βρισκόμαστε εκτός Εκκλησίας, διότι κρατώντας την Αλήθεια της Πίστεως, κρατήσαμε τον Ίδιο τον Χριστό που είναι η Κεφαλή μας, αφού ο Κύριος μας αποκάλυψε συγκεκριμένη Πίστη, με ορισμένο και οριοθετημένο περιεχόμενο δογματικής διδασκαλίας και έτσι, με αυτό τον τρόπο της ομολογίας μένουμε ενωμένοι με Αυτόν. Γι’ αυτό και ο Άγιος Γρηγόριος θα γράψει στον Αντιοχείας Ιγνάτιο:«Οἱ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, τῆς ἀληθείας εἰσί˙ καί οἱ μή τῆς ἀληθείας ὄντες, οὐδέ τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας εἰσί»[2], δηλ. «αὐτοί πού εἶναι μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, αὐτοί εἶναι μέ τήν ἀλήθεια˙καί αὐτοί πού δέν εἶναι μέ τήν ἀλήθεια, δέν εἶναι οὔτε μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ». Οἱ Οἰκουμενιστές δέν εἶναι μέ τήν ἀλήθεια, ἐπομένως. οὔτε μέ τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Όπως, τότε την εποχή του Αγίου,«διά τῶν αὐτῷ (τω διαβόλω) πειθηνίων Λατίνων, περί Θεοῦ καινάς εἰσφέρει φωνάς»[3], «μέ τούς λατίνους, πού εἶναι πειθήνια ὄργανά του, εἰσάγει καινούργιες φωνές σχετικά μέ τόν Θεό», έτσι και τώρα στον καιρό μας, εκατό και πλέον έτη, ταλαιπωρεί την Εκκλησία και αναστατώνει τους πιστούς εκείνους που γνωρίζουν, τι πιστεύουν και τι ακριβώς συμβαίνει με τον Οικουμενισμό και τι υπογράφτηκε με την Σύνοδο του κολυμβαρίου το 2016. Όσο όμως είναι σοβαρό χάνοντας κανείς την αλήθεια να εκβληθεί της Εκκλησίας να άλλο τόσο είναι επικίνδυνο να μην μείνει ενωμένος με εκείνους που κρατούν την ομολογία της ΠΙΣΤΕΩΣ! “πεσεῖται ἐκ τοῦ κλίτους σου χιλιὰς καὶ
“Ἐγὼ δέδωκα αὐτοῖς τὸν λόγον σου, καὶ ὁ κόσμος ἐμίσησεν αὐτούς, ὅτι οὐκ εἰσὶν ἐκ τοῦ κόσμου, καθὼς ἐγὼ οὐκ εἰμὶ ἐκ τοῦκόσμου. Οὐκ ἐρωτῶ ἵνα ἄρῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ κόσμου, ἀλλ’ ἵνα τηρήσῃς αὐτοὺς ἐκ τοῦ πονηροῦ. Ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ εἰσί, καθὼς ἐγὼ ἐκ τοῦ κόσμου οὐκ εἰμί.Ἁγίασον αὐτοὺς ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου· ὁ λόγος ὁ σὸς
Υπάρχει όμως ένα κριτήριο με το οποίο αξιολογείται κάθε πιστός, κληρικός και λαϊκός, τί πραγματικά αγαπά και επομένως τι επιδιώκει με την θέλησή του, που έχει στραμένο τον νου και την σκέψη του. Και από αυτό αποκαλύπτεται, αν έχουμε πνευματικότητα, και τί είδους πνευματικότητα έχουμε. Αγαπούμε όσα αφορούν στον Κύριο και την Εκκλησία Του; Αγαπούμε τα πνευματικά “πράγματα” και τις αγιοπνευματικές καταστάσεις ή ζητούμε και προσδοκούμε εγκόσμιες χαρές και ψάχνουμε ανθρώπινη ανάπαυση έχοντας εγκοσμιοκρατικό και νοησιαρχικό τρόπο του σκέπτεσθαι; Ο άνθρωπος, σαφώς, για ότι αγαπά χαίρεται ενώ ότι μισεί το αποστρέφεται. Και αυτό λέει στον τελευταίο λόγο του ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας:“Ὑπερβολὴ δὲ θελήσεως, ἡδονὴ καὶ λύπη, τὸ μὲν προσιεμένης ὁτιοῦν, ἐκεῖνο δὲ ἐκτρεπομένης. Ὅθεν ἐν τούτοις ὁ ἄνθρωπος ὅ τί ἐστι φαίνεται καὶ ταῦτα τὸν ἑκάστου δείκνυσι τρόπον καὶ τοὺς πονηροὺς διΐστησι τῶν χρηστῶν. Καὶ οὕτω διττὸς ὁ τῶν ἀνθρώπων γίνεται βίος· τῶν μὲν πονηρῶν αἰσχροῖς καὶ ματαίοις, τῶν δὲ ἀγαθῶν χαιρόντων τοῖς ἀγαθοῖς· καὶ τῶν μὲν τοῖς δοκοῦσιν ἀηδέσι, τῶν δὲ τοῖς ὡς ἀληθῶς κακοῖς ἀχθομένων. Καὶ οὐ πονηρία καὶ χρηστότης μόνον, ἀλλὰ καὶ ῥᾳστώνη βίου καὶ δυσκολία καὶ τὸ δυστυχεῖν καὶ τὸ πράττειν εὖ, ἀπὸ τούτων κρίνεται”. Σε αυτή την βάση πλέον κρινόμαστε όλοι! Πρωτίστως όμως οι επίσκοποι. Αγαπούν την Εκκλησία και τί κάνουν γι’ αυτή την ενότητα συνεχίζουν να μνημονεύουν τον αιρετικό Πατριάρχη, τώρα πλέον και θεσμικά σχισματικό; Έτσι όμως δεν κρατούν ενότητα με την κεφαλή της Εκκλησίας. Κάνουν άλλοι αποτειχισμένοι ή παλαιοημερολογήτες δική τους παράταξη και περιχαρακώνονται ισχυριζόμενοι ότι μόνο αυτοί αποτελούν την Εκκλησία τότε αποσχίζονται αυτής. Οι παρατάξεις στο παλαιό και το νέο δεν αποτελούν χωριστά η κάθε μία την Εκκλησία αλλά όλες αυτές οι ομάδες και τα μεμονωμένα πρόσωπα, εφόσον κρατούν την ομολογία της Καθολικής Πίστεως , έχοντας Ορθόδοξο κανονικό Βάπτισμα και κοινωνώντας Σώμα και Αίμα Χριστού, δι Αυτού και της Αληθείας πρωτίστως, μετέχουν πλήρως και όχι τμηματικώς στην Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία την οποία όμως αν έχουν φόβο Θεού και αγάπη αληθινή δεν πρέπει να σχίζουν με ομάδες και παρατάξεις που δημιουργούν οι εγωϊσμοί, οι επισκοποποιήσεις και η παραχάραξη της Παραδόσεως, έστω και αν δεν αφορά πάντοτε θέματα πίστεως αλλά και ευταξίας και λατρείας και ζωής!